Η απουσία του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά από την κεντρική εορταστική εκδήλωση για τα 50 χρόνια της ΝΔ θα μπορούσε να αποτελεί το πρώτο επεισόδιο μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης στα ενδότερα της κυβερνητικής παράταξης. Και να διαμορφώσει μια πρωτόγνωρη εικόνα τουλάχιστον από το 2016 που ανέλαβε το τιμόνι του κόμματος ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η διπλή απουσία από το street party στη Ρηγίλλης αποσκοπούσε να εκπέμψει συγκεκριμένα μηνύματα σε βουλευτές, στελέχη, την κομματική βάση και όχι μόνον. Η άρνηση των δύο πρώην πρωθυπουργών και προέδρων του κόμματος να αποδεχθούν την πρόσκληση που τους απηύθυνε προσωπικά ο νυν Πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ υπερβαίνει ένα πλαίσιο που περιορίζεται στα όρια της αστικής ευγένειας. Αποτελεί, από κάθε οπτική γωνία, πολιτική πράξη. Ο Μητσοτάκης δεν μπορεί να υπολογίζει στη στήριξη και σε μια κομματική συστράτευση με κινητοποίηση των προκατόχων. Η δική τους ΝΔ είναι διαφορετική από τη σημερινή, τουλάχιστον όπως το βλέπουν αμφότεροι. Το ζητούμενο είναι εάν στο εξής οι δύο πρώην θα βρεθούν και απέναντι, πυροδοτώντας έναν εσωκομματικό πόλεμο που θα δοκιμάσει αντοχές και την κομματική συνοχή.
Μια βεβαιότητα που αναδεικνύεται από τη διπλή απουσία έχει να κάνει με τον συντονισμό κινήσεων του Καραμανλή και του Σαμαρά. Δεν είναι μια αυτονόητη εξέλιξη. Μερικούς μήνες νωρίτερα ο καθένας λειτουργούσε με τον κύκλο του, εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και των κομματικών οργάνων. Εστω κι αν σε αρκετές περιπτώσεις υπήρχε αλληλοκάλυψη και κοινή στόχευση, οι καραμανλικοί και οι σαμαρικοί ήταν δύο αυτόνομες συνομοταξίες στον γαλάζιο βιότοπο. Το 2016, άλλωστε, οι πρώτοι είχαν στηρίξει Μεϊμαράκη και οι δεύτεροι Μητσοτάκη, ενώ την περίοδο 2012-2015 οι καραμανλικοί (που είχαν υποστηρίξει την Ντόρα Μπακογιάννη στην αναμέτρηση του 2009) κράτησαν τις αποστάσεις τους από τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Σαμαρά και θεωρούσαν ότι η κυβέρνηση Τσίπρα έπρεπε να έχει την ευκαιρία της. Ο Σαμαράς είχε μετρήσει τα δικά του χρόνια στο κομματικό τιμόνι με συνεχείς υπενθυμίσεις ότι ο «ιδιοκτήτης» ήταν άλλος.
Ο εορτασμός μισού αιώνα ζωής για ένα κόμμα με βαθύ αποτύπωμα στην εποχή της Μεταπολίτευσης δεν είναι μια στιγμή στον χρόνο. Στο νέο σκηνικό που διαμορφώνεται από χθες το βράδυ, η διπλή απουσία μπορεί να αποδειχθεί μια κορυφαία κίνηση την οποία είχε προαναγγείλει και το μπαράζ των ερωτήσεων «εσωτερικής καύσης» στη Βουλή. Οι βουλευτές της ΝΔ που πρωταγωνιστούν στα χτυπήματα κατά υπουργών έχουν ταυτότητα. Η συνέχεια αναμένεται με ενδιαφέρον από πολλές πλευρές, πρωτίστως επειδή στο μπλοκ των καραμανλικών και των σαμαρικών δεν έχουν οδικό χάρτη για τα επόμενα βήματα. Το πιθανότερο είναι ότι θα κλιμακώσουν έναν «ανταρτοπόλεμο» στο όνομα της κομματικής βάσης και των παραδοσιακών αξιών του κόμματος, στοχεύοντας σε μια σταδιακή φθορά της εικόνας του Μητσοτάκη και αποφεύγοντας κινήσεις που θα οδηγούσαν στην απόλυτη ρήξη.
Αν ο Αντώνης Σαμαράς επιδιώκει κυρίως «να ακούγεται» από την πλευρά του Πρωθυπουργού, ένα αδιευκρίνιστο ζήτημα είναι, προσώρας, η στόχευση του Κώστα Καραμανλή. Εκτός κεντρικής πολιτικής σκηνής από το καλοκαίρι του 2023 και με μια στροφή σε αμειβόμενες προεδρικές θέσεις συνεταιριστικών ενώσεων, έδειχνε να επιλέγει έναν διαφορετικό δρόμο στην προσωπική διαδρομή του. Υπάρχουν ακόμη στο μυαλό του Καραμανλή πολιτικά σχέδια; Το ερώτημα απασχόλησε τις προηγούμενες ημέρες και τις συζητήσεις στον πρωινό καφέ του Μαξίμου. Επί της ουσίας, το βασικό ζήτημα πλέον είναι η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο δρόμος που θα ακολουθήσει ο Πρωθυπουργός για μια σειρά από τις ανοικτές εκκρεμότητες, προεξάρχουσας της προεδρικής εκλογής, είναι σαφές ότι θα σηματοδοτεί τη δική του θέση απέναντι στις εσωκομματικές προκλήσεις. Εξίσου προφανές είναι, ωστόσο, ότι οι δύο πρώην και άλλοι εντός της ΝΔ θεωρούν ότι μετά τις ευρωεκλογές το σκηνικό έχει μπει σε φάση ρευστοποίησης.