Η φωτογραφία είναι μικρή, αλλά ιστορική: Εβραίοι, φαίνεται από το άστρο στο πέτο, κατά μήκος μιας σιδηροδρομικής γραμμής σε δύσβατη περιοχή υπό την επιτήρηση στρατιωτών της Βέρμαχτ.
Σε αυτήν έπεσε το βλέμμα του Αντρέα Ασαέλ τυχαία, σε υπαίθρια αγορά του Μονάχου.
Για τον Ασαέλ, από τις ελάχιστες οικογένειες Εβραίων της Θεσσαλονίκης που διασώθηκε ολόκληρη κρυπτόμενη μέσα στην πόλη, η τυχαία ανακάλυψη του φωτογραφικού άλμπουμ ήταν αφετηρία μιας 20ετούς σχεδόν έρευνας που τον οδήγησε και στην ταυτοποίηση του φωτογράφου: ήταν ο γερμανός μηχανικός Χανς Ρέσλερ, ο οποίος κρατούσε για το προσωπικό του αρχείο φωτογραφίες από κατασκευαστικά έργα με εβραίους καταναγκαστικούς εργάτες στην Ελλάδα.
Από τις 400 περίπου φωτογραφίες του άλμπουμ, οι 80 είναι από το εργοτάξιο καταναγκαστικής εργασίας στην Καρυά Φθιώτιδας.
«Πρόκειται για ένα μοναδικό φωτογραφικό ντοκουμέντο για την ιστορία του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο» λέει στα «ΝΕΑ» ο Ιάσονας Χανδρινός, επιστημονικός συνεργάτης του εκθεσιακού και εκπαιδευτικού προγράμματος «Καρυά 1943. Καταναγκαστική Εργασία και Ολοκαύτωμα».
Αυτός είναι και ο τίτλος της έκθεσης στο Κέντρο Τεκμηρίωσης Ναζιστικής Καταναγκαστικής Εργασίας στο Βερολίνο, που αξιοποίησε και προβάλλει τα αποτελέσματα της έρευνας του Ασαέλ.
Η Καρυά ήταν για δεκαετίες ένα ξεχασμένο στρατόπεδο, στο οποίο εργάστηκαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες τουλάχιστον 300 – κάποιες μαρτυρίες τους ανεβάζουν και στους 500 – εβραίοι άνδρες.
Από τα γκέτο της Θεσσαλονίκης εκτοπίστηκαν σε διάφορα σημεία καταναγκαστικής εργασίας στη Στερεά Ελλάδα για την κατασκευή, επέκταση και επιδιόρθωση της σιδηροδρομικής γραμμής.
«Η Καρυά δεν είναι το μοναδικό έργο με εβραίους καταναγκαστικούς εργάτες. Αλλά είναι το μοναδικό στο οποίο εντάχθηκαν μόνο Εβραίοι» τονίζει ο Χανδρινός.
Στην Καρυά έπρεπε να κατασκευαστεί μια παρακαμπτήριος γραμμή, που απαιτούσε την κατεδάφιση ενός μεγάλου βουνού. «Αυτό έκαναν οι εβραίοι καταναγκαστικοί εργάτες με ελάχιστα εργαλεία στη διάθεσή τους, συχνά και με τα ίδια τους τα χέρια».
Από τα τέλη Μαρτίου 1943, που έφτασε η πρώτη αποστολή, το έργο τελείωσε στις αρχές Αυγούστου 1943.
Οι επιζώντες φορτώθηκαν σε τρένα για τη Θεσσαλονίκη και μαζί με επιζώντες καταναγκαστικούς εργάτες από άλλα σημεία της Στερεάς Ελλάδας μεταφέρθηκαν στο Αουσβιτς – Μπίρκεναου.
«Δεν γνωρίζουμε πόσοι δολοφονήθηκαν στην Καρυά, δεν γνωρίζουμε πόσοι δολοφονήθηκαν στο Αουσβιτς», λέει ο Χανδρινός, «από τις πολύ λίγες και αποσπασματικές πηγές, ο αριθμός των επιζώντων είναι σίγουρα πάρα πολύ μικρός».
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.
Στην έκθεση, εκτός από τις ενότητες ιστορικών πληροφοριών και φωτογραφικού υλικού, παρουσιάζονται οκτώ πορτρέτα Εβραίων που βρέθηκαν στην Καρυά και επέζησαν, πέντε κρυπτόμενοι σε φιλικά σπίτια στην περιοχή είτε διαφεύγοντας στους αντάρτες, δύο που βρήκαν τραγικό θάνατο μέσα στο εργοτάξιο και ένας, ο Ισαάκ Κοένκα, που επέζησε του Αουσβιτς.
Είναι από τους λίγους που άφησαν μαρτυρίες για την Καρυά, ένα κείμενο στα «λαντίνο», την ισπανο-εβραϊκή γλώσσα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, που περιγράφει συνοπτικά τι συνέβαινε στο κολαστήριο, με 12 ώρες δουλειάς χωρίς διακοπή, με την απειλή να δολοφονηθούν ανά πάσα στιγμή αν δεν δούλευαν αρκετά γρήγορα.
Καταλήγει λέγοντας ότι «η Καρυά ήταν η κόλαση επί της γης», μπροστά της το Αουσβιτς – Μπίρκεναου, στο οποίο βρέθηκε αργότερα, «έμοιαζε παράδεισος».
Στην Καρυά έχουμε «συμπυκνωμένη την ιστορία της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα» λέει στα «ΝΕΑ» ο Βαλεντίν Σνάιντερ από το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών.
«Μπορούμε να καταλάβουμε την οικονομική σημασία της χώρας για τον γερμανό κατακτητή, την ιδεολογική διάσταση με τους εβραίους καταναγκαστικούς εργάτες, αλλά και τη στρατηγική σημασία της γραμμής του τρένου, τη στρατιωτική χρήση της Ελλάδας για τους Γερμανούς» συμπληρώνει ο γερμανός ιστορικός.
Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου συμπεριλαμβάνεται στο ιστορικό πλαίσιο της έκθεσης.
Η Καρυά «δεν λέει τίποτα στο ελληνικό κοινό, το σημείο ξεχάστηκε, η ιστορία ξεχάστηκε» λέει ο Χανδρινός.
Το αποδίδει στην ευρύτερη άγνοια περί του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα, «ένα φαινόμενο που έχει πολλές αιτίες: από αντισημιτικές τάσεις του πληθυσμού, έλλειψη αρχείων, έλλειψη συντονισμένης πολιτικής μνήμης γύρω από την εξόντωση των Εβραίων».
Δεν πρόκειται, όμως, μόνο για άγνοια. Η πρώτη προσπάθεια αναζήτησης του στρατοπέδου καταναγκαστικής εργασίας της Καρυάς έγινε το 1952, όταν μέλη της Ισραηλίτικης Κοινότητας Αθήνας άκουσαν από ντόπιους περί ομαδικού τάφου στην περιοχή. Αλλά εκείνη την εποχή το σημείο ήταν αποκλεισμένο από τον ελληνικό στρατό.
ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ.
Το πρώτο μνημείο έπρεπε να περιμένει πάνω από 30 χρόνια. Τοποθετήθηκε το 1988 και όχι στην Καρυά, αλλά στην αποβάθρα του σιδηροδρομικού σταθμού στο Λειανοκλάδι, που ήταν καταναγκαστικής εργασίας σε συνδυασμό μάλιστα με την Καρυά.
«Αυτό το μνημείο δεν είχε καλή τύχη, μερικά χρόνια αργότερα “εξαφανίστηκε”, “χάθηκε”, αγνοείται η τύχη του μέχρι σήμερα» λέει ο Χανδρινός.
Το δεύτερο μνημείο, που τοποθετήθηκε το 2021 με πρωτοβουλία της Εβραϊκής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, είχε ακόμα χειρότερη τύχη, επέζησε μόλις λίγους μήνες, βρέθηκε σπασμένο με μια βαριοπούλα από «αγνώστους».
Είναι οι «συνήθεις ύποπτοι μιας μνημοκτονίας» που στην Ελλάδα έχει πολλούς «πατέρες», μεγάλη διάρκεια και δυστυχώς συνεχίζεται.
Η έκθεση ανασύρει τώρα από τη λήθη την Καρυά.
Εγκαινιάστηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου στο Βερολίνο από τη γερμανίδα υπουργό Πολιτισμού Κλάουντια Ροτ, είναι υπό την αιγίδα και της ελληνίδας υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και θα παρουσιαστεί και στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα.
Αποτελεί παράδειγμα ελληνο-γερμανικής επιστημονικής συνεργασίας για την από κοινού αντιμετώπιση της Ιστορίας. Και αυτό είναι καινούργιο και εθαρρυντικό.