Ετυχε να δω το βίντεο με τη Ματούλα Ζαμάνη, αυτό που γδύνεται από τη μέση και πάνω σε συναυλία της, από τις πρώτες ώρες που κυκλοφόρησε. Δύο μέρες σερνόταν στα σόσιαλ μίντια μέχρι να το ανακαλύψουν κάποιες εκπομπές, να γίνει είδηση και να αρχίσει το πατιρντί. Να πω την αλήθεια, δεν έχω παρακολουθήσει πολύ στενά την καριέρα της συγκεκριμένης τραγουδίστριας. Εχω ακούσει ένα -δυο τραγούδια της, λένε ότι έχει πολύ πάθος στη σκηνή, μετά την είδα σε χάπενινγκ διαμαρτυρίας εναντίον των ανεμογεννητριών, αυτά όλα κι όλα. Μια τυπική καλλιτέχνις της κατηγορίας που «τραγουδά για τον άνθρωπο» και μπράβο της αφού φαίνεται ότι το κάνει καλά. Και, για να είμαι ειλικρινής, δεν φανταζόμουν ότι η Ζαμάνη θα γινόταν τόπικ στις πρωινές εκπομπές και αφορμή συγγραφής πύρινων άρθρων κατά του σεξισμού και της πατριαρχίας.
Το έργο το έχουμε δει και ξαναδεί τα τελευταία χρόνια. Σε πολλές περιπτώσεις, το να εκφράσεις τη γνώμη σου για κάτι που δεν σου αρέσει, απαγορεύεται. Αυτό ακριβώς συνέβη κι εδώ. Πρέπει οπωσδήποτε να μας αρέσει η εικόνα της ημίγυμνης τραγουδίστριας αλλιώς είμαστε σεξιστές, χονδροφοβικοί, μισούμε τις γυναίκες, χαϊδεύουμε την πατριαρχία, είμαστε ακροδεξιοί και δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Η αισθητική θυσιάστηκε στην ποδιά μίας ατζέντας που δεν είναι καν woke. Είναι μία διαστροφική συνθήκη που επιτρέπει να κάνεις αυστηρή κριτική στη δημοσιογράφο Κατερίνα Παναγοπούλου για το ρούχο που έβαλε στη δεξίωση του Προεδρικού Μεγάρου αλλά όχι στη Ματούλα Ζαμάνη για την μπλούζα που έβγαλε.
Ψυχραιμία παιδιά. Δεν είναι θέμα συμπερίληψης των υπέρβαρων. (Και το λέω εγώ που, από την εφηβεία μου ακόμη, τα είχα τα επιπλέον κιλάκια μου). Απόλυτο δικαίωμα της κυρίας Ζαμάνη όχι μόνο να βγάλει, επί σκηνής, την μπλούζα της αλλά και να μείνει με τα εσώρουχα. Θα ήμασταν όντως μια χονδροφοβική κοινωνία αν, λόγω των κιλών της, δεν έκανε καριέρα. Και αυτό δεν συνέβη. Δεν είναι δικαίωμα όμως και κάποιων άλλων να μην τους αρέσει η ημίγυμνη εικόνα της; «Δεν έχετε δει χοντρές με μαγιό στην παραλία;» έγραψε κάποιος. Βεβαίως και έχουμε δει και μάλιστα με μικροσκοπικό μπικίνι. Και, προσωπικά, τις χειροκροτώ για την αυτοπεποίθησή τους. Οπως, για τον ίδιο λόγο, μπορώ να χειροκροτήσω και την κυρία Ζαμάνη. Οχι όμως για την αισθητική τους. Δικιά τους είναι, ας την περιφέρουν όπως και όπου θέλουν εμένα όμως γιατί θα πρέπει να μου αρέσει;
Ζούμε στην εποχή που το «δεν μου αρέσει» είναι διαδικτυακά κολάσιμο. Μπαίνει κάτω από το μικροσκόπιο και αρχίζει το κυνήγι των συνεκδοχών. Το τι διάβασα και άκουσα αυτές τις μέρες δεν λέγεται. Από τσιτάτα «αυτοαγάπης» σύμφωνα με τα οποία το να αγαπάς το σώμα σου σημαίνει ότι πρέπει να το δείχνεις τσίτσιδο μέχρι το ότι ασχολούμαστε με το κορμί της Ζαμάνη αλλά όχι με τα κορμιά που σκοτώνονται στον πλανήτη ή το ότι δεν μας αρέσει η κοιλιά της αλλά δεν λέμε τίποτα για τον έλληνα κοιλαρά που παίζει τάβλι. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι το «1984» του Οργουελ θα μας έβρισκε σαράντα χρόνια μετά με τόσο φαιδρό τρόπο. Αλλά επίσης επικίνδυνο.