«Xαλαρώστε, τα έχουμε ξαναζήσει»: αυτό είναι το μήνυμα που στέλνουν οι Βρυξέλλες μετά την τελευταία εκλογική επιτυχία της Ακροδεξιάς, αυτή τη φορά στην Αυστρία. Το επιχείρημα είναι ότι αν και η ενίσχυση των ακροδεξιών λαϊκιστικών δυνάμεων δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης, οι κορυφαίες θέσεις στην ηγεσία της ΕΕ ελέγχονται από τον μεγάλο συνασπισμό συντηρητικών, σοσιαλιστών και φιλελευθέρων, ενώ η περίπλοκη διαδικασία εξασφάλισης βιώσιμων συνεργασιών έχει συχνά εμποδίσει τους πιο ακραίους πολιτικούς να εισέλθουν στις εθνικές κυβερνήσεις, ή τουλάχιστον έχει μειώσει την επιρροή τους. Ωστόσο, καθώς ακροδεξιά κόμματα συνεχίζουν να σημειώνουν εκλογικά κέρδη, ευρωπαίοι ηγέτες ασκούν πιέσεις στις Βρυξέλλες για μια πιο σκληρή μεταναστευτική πολιτική.
Ο Χέρμπερτ Κικλ και το αντιμεταναστευτικό, φιλικό προς τη Ρωσία Κόμμα Ελευθερίας (FPÖ) αναδείχθηκαν νικητές στην Αυστρία χωρίς αυτό να εξασφαλίζει τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση. Η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία κατέγραψε ισχυρά κέρδη στις περιφερειακές εκλογές, ενώ πέρυσι ο αντι-ισλαμιστής λαϊκιστής Γκέερτ Βίλντερς κέρδισε τις εθνικές εκλογές στην Ολλανδία. Οι ακροδεξιές δυνάμεις σημείωσαν επίσης σημαντικά κέρδη σε πολλές χώρες στις πρόσφατες ευρωεκλογές με το κόμμα Εθνική Συσπείρωση της Γαλλίας να κερδίζει στην ευρωπαϊκή κάλπη και να αναδεικνύεται ρυθμιστής εξελίξεων στο κατακερματισμένο εθνικό κοινοβούλιο της Γαλλίας.
«Η ΕΕ είναι ευάλωτη στη διείσδυση καθεστώτων που εξυπηρετούν τα συμφέροντα στρατηγικών αντιπάλων της όπως ο Πούτιν», επισημαίνει στο Politico ο Ντάνιελ Κέλεμεν από το Πανεπιστήμιο της Τζόρτζταουν. Λόγω της ισχύος των εθνικών κυβερνήσεων στη δομή της ΕΕ, τονίζει, η Ενωση στο σύνολό της μπορεί να εκτροχιαστεί όταν μια κυβέρνηση-μέλος τεθεί υπό τον έλεγχο ενός κόμματος όπως αυτό του Ορμπαν ή του Κικλ. Ο αντίλογος είναι ότι η στροφή προς τα δεξιά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν εμπόδισε τη Φον ντερ Λάιεν να εξασφαλίσει άλλα πέντε χρόνια στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ οι ίδιοι οι ριζοσπάστες είναι διασπασμένοι, κάτι που περιορίζει τον αντίκτυπο και τη δύναμή τους.
Επίσης, στο όνομα της δημιουργίας κυβερνητικών συνασπισμών ακροδεξιοί πολιτικοί καταλήγουν να έχουν περιορισμένη επιρροή. Στην Ολλανδία ο Βίλντερς δεν είναι μέλος της κυβέρνησης και έχει εγκαταλείψει ορισμένες ευρωσκεπτικιστικές, αντιμεταναστευτικές θέσεις του προκειμένου να καταλήξει σε συμφωνία με τους εταίρους του στον συνασπισμό. Στην Ιταλία, η Τζόρτζια Μελόνι ηγείται της πιο δεξιάς κυβέρνησης που έχει η χώρα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τηρεί ισορροπίες, αφήνοντας τον ούγγρο πρωθυπουργό απομονωμένο (με την περιστασιακή υποστήριξη του Σλοβάκου Ρόμπερτ Φίτσο).
Ο Βιλέντε Βαλεντίμ όμως, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, επισημαίνει έναν άλλο κίνδυνο: σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι νίκες της Ακροδεξιάς κάνουν πιο αποδεκτή μια στιγματισμένη στο παρελθόν συμπεριφορά καθώς οι πολίτες που μπορεί να έχουν ήδη ξενοφοβικές ή ακροδεξιές απόψεις αισθάνονται πιο άνετα να τις εκφράζουν. Ετσι ακροδεξιά κόμματα καταλήγουν να ορίζουν την ατζέντα της πολιτικής ειδικά έπειτα από εκλογικές νίκες, με τα κυρίαρχα κόμματα να εφαρμόζουν συχνά «τον τύπο πολιτικής που οι ακροδεξιοί θα ήθελαν να προτείνουν».
Σε μια συγκυρία κατά την οποία το Μεταναστευτικό είναι κυρίαρχο θέμα, ευρωπαίοι ηγέτες που δεν είναι οι ίδιοι ακραίοι ενώνουν ουσιαστικά τη φωνή τους με την Αυστρία, την Ολλανδία και μια ομάδα σκανδιναβικών χωρών που υποστηρίζουν μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη μετανάστευση. Ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας, Μισέλ Μπαρνιέ, υποσχέθηκε να «περιορίσει τη μετανάστευση», ενώ ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς έκλεισε πρόσφατα τα εξωτερικά σύνορα της χώρας του μετά τη φονική επίθεση με μαχαίρι στην οποία φέρεται ότι ενεπλάκη αιτών άσυλο. Η καταστολή σηματοδοτεί μια δραστική αλλαγή από την πολιτική των ανοιχτών συνόρων που είχε υιοθετήσει το 2015 η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ. Η αντιμεταναστευτική πολιτική, λέει η Κατρίν ντε Βρίες από το Πανεπιστήμιο Μποκόνι, οφείλεται στους φόβους των πιο παραδοσιακών πολιτικών ότι θα ξεπεραστούν από ακροδεξιά κόμματα. Το να κυνηγήσουν τις ψήφους της Ακροδεξιάς για τη μετανάστευση, ωστόσο, μπορεί να μην είναι η νικητήρια στρατηγική που ελπίζουν.
Το ερώτημα πώς η Ευρώπη μπορεί να επιταχύνει τις απελάσεις, να περιορίσει τις νέες αφίξεις και να πείσει χώρες εκτός ΕΕ να εμποδίσουν τους μετανάστες να κατευθύνονται προς τις χώρες της θα κυριαρχήσει σε μια σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου τις επόμενες εβδομάδες. Αρκετές χώρες πιέζουν τώρα την Επιτροπή να συντάξει μια νέα σειρά κατευθυντήριων γραμμών για τη μετανάστευση και καθώς στο Κοινοβούλιο οι ισορροπίες είναι διαφορετικές με συντηρητικές και ακροδεξιές δυνάμεις να ελέγχουν μεγάλο αριθμό εδρών ίσως η Ευρώπη να μην έπρεπε να σφυρίζει αδιάφορα στα πρώιμα σημάδια μιας ανησυχητικής κατάστασης.