Μια από τις πρώτες ταινίες όπου μας συστήθηκε ο δημοφιλής βρετανός ηθοποιός Χιου Γκραντ ήταν «Ο Αγγλος που ανέβηκε έναν λόφο, αλλά κατέβηκε ένα βουνό». Οι κάτοικοι ενός χωριού στην Ουαλία προσπαθούσαν να πείσουν τον Χιου Γκραντ, που υποδύονταν έναν δημόσιο υπάλληλο-χαρτογράφο του κράτους, με το «έτσι θέλω» ότι ο λόφος τους θα έπρεπε να χαρακτηριστεί βουνό και να μπει στον εθνικό χάρτη της Μεγάλης Βρετανίας. Στόχος τους ήταν η αναβάθμιση της περιοχής τους σε τουριστικό προορισμό. Λίγο με το καλό, λίγο με το άγριο, «ξεχειλώθηκαν» οι κανονισμοί και ο χαρτογράφος Γκραντ πείστηκε στο τέλος της ταινίας για το δίκαιο του αιτήματος των κατοίκων. Ηταν δίκαιο και έγινε πράξη. Δεν σημαίνει ωστόσο ότι ήταν και σωστό.
Η κυβέρνηση με μια παρόμοια επιχειρηματολογία προσπαθεί να μας πείσει ότι τα έκανε όλα καλά με το νέο μεσοπρόθεσμο, τον οδικό χάρτη οικονομικής πολιτικής για την επόμενη τετραετία. Σε όσα όμως λέει υπάρχει κάτι που δεν μας το εξηγεί επαρκώς. Μας λέει ότι με το προηγούμενο δημοσιονομικό πλαίσιο ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2025 θα ήταν 4% του ΑΕΠ και με τη διαπραγμάτευση που έγινε μειώθηκε στο 2,5% για το 2025 και στο 2,4% για την υπόλοιπη τετραετία. Από πού μας προέκυψε αυτό;
Ξαφνικά ορθώθηκε ένα «βουνό», ενώ εμείς γνωρίζαμε για έναν «λόφο», πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως του 2,2%, όπως είχε προσδιοριστεί στη συμφωνία για το χρέος, εξόδου της χώρας από τα Μνημόνια. Αλλαξε αυτή η συμφωνία; Με 2,2% μπήκαμε στην πανδημία, με αυτούς τους στόχους γνωρίζαμε ότι θα βγούμε. Τι άλλαξε; Γιατί η ανάγκη να βγουν τα νούμερα, χρειάζονταν τόσο μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και χρειάστηκε να έρθει το νέο πλαίσιο για να μας «σώσει»; Τι δεν μας λέει;
Η ίδια το συνδέει με την αύξηση των δαπανών που μας επιτρέπει το νέο πλαίσιο. Εκεί μας αποκαλύπτει ότι αυτό που γνωρίζαμε ως «κράτος των 90 δισ. ευρώ» έχει γίνει πλέον, στα τέλη του 2024, «κράτος των 100 δισ. ευρώ», φουσκωμένο προφανώς από τη μονιμοποίηση των περισσότερων δαπανών που έγιναν μέσα στην πανδημία και την ενεργειακή κρίση. Οι δαπάνες θα συνεχίσουν όμως να αυξάνονται με το ανώτατο όριο που μας το επιτρέπει το νέο πλαίσιο, κατά περίπου 3,7 δισ. το 2025 και το 2026 και περίπου 3,2 δισ. για κάθε χρονιά το 2027 και το 2028. Στα τέλη του 2028 με τα σημερινά δεδομένα θα έχουμε ένα «κράτος των 113,8 δισ. ευρώ».
Ολα αυτά, με το ίδιο μείγμα αύξησης των δαπανών, αυτών που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. Με ετήσια αύξηση 1 δισ. του κονδυλίου για συντάξεις, άλλο 1 δισ. για εξοπλιστικά κάθε χρόνο και άλλο 1 δισ. που πέφτει μέσα στον «κουβά» των αυξημένων δαπανών του βαθέος κράτους και των φορέων του. Ως ανάχωμα όλων αυτών, η κυβέρνηση αντιτάσσει επιπλέον έσοδα από τη φοροδιαφυγή 2,5 δισ. και επανεξέταση των κρατικών δαπανών (spending review), δηλαδή επιδομάτων και δαπανών φορέων. Και τα δύο χρήσιμα.
Αλλά με τη συνολική αντίληψη του ξεχειλώματος των δαπανών, είμαστε εντάξει ως χώρα που μόλις ανέκαμψε από τη χρεοκοπία; Πριν μειωθούν οι φόροι στους μισθωτούς, πριν πάρει ανάσα μεγάλο μέρος της αγοράς από την ακρίβεια, το κράτος αυξάνει και άλλο τις ήδη αυξημένες μέσα στην πανδημία και την ενεργειακή κρίση δαπάνες του και όλο αυτό το εμφανίζει σαν να ανέβηκε «έναν λόφο και να κατέβηκε ένα βουνό».