Ααααχχχ, αναστενάζουν οι left-liberals, που τους βάζω στα αγγλικά όχι από υπεροψία ούτε για να εξοργίσω κάποιους ευαίσθητους με τη γλώσσα αναγνώστες, αλλά επειδή δεν υπάρχει πραγματικά όρος που να αποδίδει στα ελληνικά τους αριστερίζοντες φιλελεύθερους, τους προοδευτικούς πολίτες δηλαδή που τραβούσαν πάντα διαχωριστική γραμμή απέναντι σε οτιδήποτε κομμουνιστογενές, επιμένουν όμως να δηλώνουν αριστεροί και να πιστεύουν ότι δίπλα στη μεταρρύθμιση έχει μερικές φορές θέση και η ρήξη. Τι καλά που θα ήταν, λένε, αν, αντί να προτείνει στον Γερουλάνο την προεδρία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, η Διαμαντοπούλου είχε αποσυρθεί από την κούρσα όταν έβλεπε ότι δεν μπορούσε να νικήσει και έριχνε το βάρος της πίσω από έναν ομοϊδεάτη της που είχε το μομέντουμ… Ο Γερουλάνος θα έπαιρνε τότε πάνω από 40% και στον δεύτερο γύρο θα έκανε περίπατο.
Ααααχχχ, αναστενάζουν οι right-liberals, οι προοδευτικοί πολίτες δηλαδή που εξακολουθούν να γοητεύονται από τις θεωρίες του Τρίτου Δρόμου και να πιστεύουν ότι δεν έχει πια κανένα νόημα η διάκριση Δεξιάς και Αριστεράς. Τι καλά που θα ήταν αν, αντί να πετάξει στη Διαμαντοπούλου την επική φράση «έλειπες 12 χρόνια από το κόμμα, δεν έδωσες μάχες, πώς θα εμπνεύσεις τώρα;», ο Γερουλάνος αναγνώριζε την πρωθυπουργησιμότητα της αντιπάλου του και έκανε πίσω, προκειμένου να δώσει ενωμένο το φιλελεύθερο στρατόπεδο τη μάχη της ηγεσίας απέναντι στη στασιμότητα, από τη μια πλευρά, και τη συριζοποίηση από την άλλη… Η Διαμαντοπούλου θα κέρδιζε τότε σίγουρα και στους δύο γύρους, σύντομα δε θα νικούσε μοιραία τον Μητσοτάκη.
Και οι δύο τοποθετήσεις είναι θεμιτές. Εκ του προχθεσινού αποτελέσματος, βέβαια, προκύπτει ότι αν κάποιος έπρεπε προεκλογικά να θυσιαστεί, αυτός ήταν η Διαμαντοπούλου, που έλαβε σχεδόν 5.000 ψήφους λιγότερες από τον Γερουλάνο. Αλλά η πολιτική δεν λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο. Και η Ρουθ Γκίνσμπεργκ δεχόταν στα ογδόντα της πιέσεις να παραιτηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο προκειμένου ο διάδοχός της να επιλεγεί από τον Μπαράκ Ομπάμα και όχι από τον επόμενο πρόεδρο, αλλά εκείνη απαντούσε ότι η υγεία της ήταν άριστη, απόδειξη ότι σήκωνε βάρη. Η Iστορία δικαίωσε τους επικριτές της, αλλά αυτό δεν μειώνει τον οφειλόμενο σεβασμό προς το πρόσωπό της.
Από την άλλη πλευρά, αν το σκεφτεί κανείς, αυτό που συνέβαινε τα μεσάνυχτα της Κυριακής χαρακτηριζόταν από έναν πολιτικό σουρεαλισμό: για λίγες εκατοντάδες, ίσως και δεκάδες, ψήφους κρινόταν αν αντίπαλος του Ανδρουλάκη επτά ημέρες αργότερα θα ήταν κάποιος που πιθανότατα θα κέρδιζε και στη συνέχεια θα έβαζε πλώρη για πρωθυπουργός ή κάποιος που πιθανότατα θα έχανε παρασύροντας στην ήττα και το αίτημα της ανανέωσης.
Ο Γερουλάνος έφτασε στη βρύση χωρίς τελικά να πιει νερό. Αφησε όμως ως παρακαταθήκη μια ευγενή μάχη. Και μια υποδειγματική δήλωση παραδοχής τής ήττας του.