Το ΠΑΣΟΚ διανύει εποχή τόσο βαθιάς ήττας, ώστε θριαμβολογεί που 300.000 άνθρωποι πήγαν στις κάλπες να εκλέξουν τον επόμενο αρχηγό του. Για όποιον έχει στοιχειώδη αντίληψη του τι σήμαινε κάποτε ΠΑΣΟΚ, αυτό προκαλεί είτε γέλια είτε κλάματα – ανάλογα με τις συμπάθειες… Το μόνο που δεν προκαλεί είναι τη βεβαιότητα στην οποία οι υποψήφιοι εν χορώ συμφώνησαν, τη μόνη άλλωστε: ότι η εκλογή αφορά όχι απλώς τον επόμενο αρχηγό τους αλλά και τον επόμενο πρωθυπουργό. Αυτή η αναγωγή δεν υφίσταται σε κανένα άλλο μυαλό. Ισως ούτε καν στα δικά τους: απλώς αυτό έπρεπε να λένε. Η πρώτη Κυριακή έφερε αναμέτρηση του νυν προέδρου Ανδρουλάκη και του δημάρχου Αθηναίων Δούκα. Αναμέτρηση ενδιαφέρουσα κυρίως για το εύρος των αντιθέσεων που εκφράζει.

Ο μεν Ανδρουλάκης είναι παιδί του κομματικού σωλήνα, το απόλυτο προϊόν του συστήματος του «βαθέος κράτους» του παλαιού ΠΑΣΟΚ και ο πιο πειστικός εκφραστής του που θα μπορούσε να βρεθεί ο οποίος όταν σβήνει τα κεριά της τούρτας στα γενέθλιά του, αυτά να εξακολουθούν να χωράνε χωρίς να χρειάζεται να βάλουν και… δεύτερη: ο Ανδρουλάκης είναι η… μετενσάρκωση της δεκαετίας του ’80 σχεδόν μισό αιώνα αργότερα σε όλες της τις εκδοχές και τις εκφάνσεις. Και δεν το κρύβει – αντίθετα, αυτό «πούλησε»: επιστροφή στις ρίζες. Και την εννοούσε. Ερχεται από άλλον κόσμο και από άλλη εποχή, όπου και ανήκει, και δεν το κρύβει.

Ομως, όσο κι αν αυτό λειτούργησε για να εκλεγεί αρχηγός ως ο νέος που ταυτόχρονα είναι ο απόλυτος φορέας έκφρασης και εγγυητής του παρελθόντος, κάτι το οποίο φυσικά οικοδομήθηκε πάνω στην οικογενειακή του ιστορία στο ΠΑΣΟΚ, ουδόλως τον βοήθησε έξω από τα όριά του και μάλιστα σε μία εξαιρετικά προνομιακή στιγμή: την ώρα της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ: ο Ανδρουλάκης δεν κατάφερε να «μιλήσει» ούτε καν σε εκείνους τους παλιούς πασόκους που το εγκατέλειψαν για τον ΣΥΡΙΖΑ και έπειτα εγκατέλειψαν και εκείνον. Οπότε, πώς μπορεί να περιμένει κανείς ότι με την κοψιά και τον λόγο της «Αλλαγής του ’81», δηλαδή της εποχής των σπηλαίων, θα μιλούσε ποτέ σε οποιονδήποτε άλλον, όσο μεγάλη κι αν ήταν η ευκαιρία και το κενό; Ηταν ποτέ δυνατόν; Ασφαλώς όχι.

Ο Ανδρουλάκης απέτυχε ήδη. Αυτό είναι δεδομένο. Ομως υπάρχει και κάτι ακόμα: με έναν ιδιόμορφο τρόπο, επέδειξε τελικά βαθύτατη περιφρόνηση στη δημοκρατία και στον ρόλο του σε αυτήν. Στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, με την (αρχικά ορθή ίσως) θέση του να αρνηθεί να ενημερωθεί προσωπικά από την κυβέρνηση για τα αίτια της παρακολούθησής του, τελικά πού φτάσαμε; Να μην τα μάθει ο ελληνικός λαός ποτέ! Ενώ μπορούσε, αν έστω εκείνος «τα μάθαινε» (γιατί, δεν τα ξέρει;..) να τα γνωστοποιούσε και στους πολίτες, στους οποίους οι πολιτικοί λογοδοτούν. Δεν το έπραξε. Πρακτικά λοιπόν, πίσω από ένα τραγικά ασθενές επιχείρημα, εν τέλει συνεργάστηκε με την κυβέρνηση στο να συγκαλυφθεί η αλήθεια. Παραδόξως, λειτούργησε και αυτός εις βάρος της δημοκρατίας. Και αυτό είναι βαρύ.

Ο Δούκας ήταν μέχρι πρόσφατα άγνωστος στην κοινή γνώμη. Και επί της ουσίας παραμένει. Με επιστημονικές περγαμηνές, αλλά όχι με πολιτικό στίγμα. Ενας άγνωστος που όμως, ξαφνικά, μέσα από μία τηλεοπτική αναμέτρηση με τον προκάτοχό του στον Δήμο Αθηναίων, κατάφερε να του τον αρπάξει μέσα από τα χέρια όταν ουδείς μπορούσε να το διανοηθεί. Οχι απλώς επειδή ήταν άγνωστος, μα επειδή ο προκάτοχος ήταν εν ενεργεία δήμαρχος, γιος της Ντόρας Μπακογιάννη και ανιψιός του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Ομως η Αθήνα τού γύρισε επιδεικτικά την πλάτη στις κομματικές εκλογές! Το ποιος πραγματικά είναι ο Δούκας και τι θα κάνει αν εκλεγεί, παραμένει άδηλο. Και αυτό είναι θέμα.

Πάντως τώρα το διά ταύτα είναι απολύτως ξεκάθαρο ως προς δύο συγκεκριμένα σημεία: πρώτον, ότι το ΠΑΣΟΚ έχει πλέον την τελευταία του ευκαιρία να αποφασίσει αν θέλει ή δεν θέλει να έχει, ίσως, κάποια ελπίδα στο μέλλον. Και, δεύτερον, ότι την αυριανή νίκη θα δώσουν οι χθεσινοί ηττημένοι.