Αρνητικά κινήθηκε η ζήτηση στεγαστικών δανείων κατά το γ’ τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας τραπεζικών χορηγήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ). Οπως φαίνεται από τις απαντήσεις των τραπεζών στην έρευνα, η μείωση στη ζήτηση στεγαστικών δανείων από τα νοικοκυριά οφείλεται στα υψηλά επίπεδα των επιτοκίων, στην έλλειψη ιδίων κεφαλαίων από αποταμιεύσεις ή από το οικογενειακό περιβάλλον, στο γεγονός ότι ο ανταγωνισμός είναι περιορισμένος καθώς καμία τράπεζα δεν δίνει εύκολα δάνειο, αλλά και στην έλλειψη άλλων πηγών χρηματοδότησης.
Από τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται ότι τα νοικοκυριά που ενδιαφέρονται για τη λήψη στεγαστικού δανείου κρατούν στάση αναμονής μέχρι τις αρχές του 2025, όταν θα ξεκινήσει και το κυβερνητικό πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», το οποίο έχει πιο χαλαρά κριτήρια από την πρώτη «έκδοση» του προγράμματος και αναμένεται να καλύψει το 50% έως το 75% των τόκων για περίπου 20.000 δικαιούχους. Ετσι, η στασιμότητα στην αγορά των στεγαστικών δανείων εκτιμάται από την ΤτΕ ότι θα παραταθεί και το επόμενο τρίμηνο, με ελάχιστα ανοδική τάση.
Σε ό,τι αφορά τα κριτήρια των τραπεζών για τη χορήγηση στεγαστικών δανείων, αυτά παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το β’ τρίμηνο του έτους, ενώ δεν αναμένεται χαλάρωσή τους στο τελευταίο τρίμηνο. Σταθερή ήταν και η αναλογία των απορριφθέντων στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες επί του συνόλου των αιτήσεων.
Τον περασμένο Αύγουστο, το υπόλοιπο των στεγαστικών δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών υπολογιζόταν στα 27,3 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 2,7% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023. Από την αρχή του έτους μέχρι τον Ιούλιο, υπολογίζεται ότι οι τράπεζες είχαν δώσει περίπου 1,1 δισ. ευρώ σε στεγαστικά δάνεια στα νοικοκυριά, ενώ ο στόχος για το σύνολο του έτους έχει τεθεί πέριξ του 1,5 δισ. ευρώ.
Οσον αφορά τα καταναλωτικά δάνεια, η εικόνα της ζήτησης είναι σταθερή, με τους όρους και τα κριτήρια που θέτουν οι τράπεζες για τη χορήγησή τους να παραμένουν στα ίδια κατά το γ’ τρίμηνο. Η εικόνα αυτή εκτιμάται ότι θα παραμείνει αμετάβλητη και στο δ’ τρίμηνο του έτους. Η αναλογία των απορριφθέντων καταναλωτικών δανείων προς το σύνολο των αιτήσεων παρέμεινε επίσης σταθερή. Οι χορηγήσεις νέων καταναλωτικών δανείων συνεχίζονται με καλό ρυθμό το 2024 και υπολογίζονταν στα 650 εκατ. ευρώ στο τέλος του α’ εξαμήνου. Το υπόλοιπο καταναλωτικών δανείων ανερχόταν στα 8,9 δισ. ευρώ τον Αύγουστο, αυξημένο κατά 5,8% σε ετήσια βάση.