Τα κόκκινα δάνεια έχουν βρεθεί στο επίκεντρο της «εμφύλιας» κόντρας που έχει ξεσπάσει στην κυβέρνηση, με την πλειοψηφία να χάνει έναν βουλευτή λίγες ημέρες μετά τη σχετική ερώτηση των «11». Στον απόηχο των εξελίξεων, η συνάντησή μου με τη γενική γραμματέα Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Θεώνη Αλαμπάση είχε προγραμματιστεί για το μεσημέρι της Δευτέρας 14 Οκτωβρίου σε καφέ-μπαρ του κέντρου.
Ωστόσο, το πρωί της ίδιας ημέρας, ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Γιώργος Βλάχος κατέθεσε νέα ερώτηση για το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος και η γ.γ. μου ζήτησε να συναντηθούμε στο γραφείο της στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς θα έπρεπε έπειτα να συναντήσει τον υπουργό Κωστή Χατζηδάκη. Τη συνάντησα στο γραφείο της στον έκτο όροφο του αριθμού 2 της οδού Καραγιώργη Σερβίας, όπου με υποδέχθηκε με αλμυρά και γλυκά σνακ.
Η Θεώνη Αλαμπάση έχει κάνει το υπέρογκο ιδιωτικό χρέος της χώρας μια προσωπική της υπόθεση από το μακρινό 2016, όταν δημιουργήθηκε η σχετική Ειδική Γραμματεία από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Οκτώ χρόνια αργότερα, η δουλειά της έχει αποδώσει καρπούς, με το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος να έχει περιοριστεί σημαντικά και τη Γενική, πλέον, Γραμματεία να λαμβάνει τα εύσημα για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί. «Εχω δει το ιδιωτικό χρέος να χτυπάει ιστορικά υψηλά – το 2016 ένα στα δύο δάνεια των τραπεζών ήταν κόκκινο» σημειώνει η Θεώνη Αλαμπάση. Σήμερα, η εικόνα είναι σαφώς βελτιωμένη, ακόμα κι αν το ζήτημα των κόκκινων δανείων παραμένει από τις μεγαλύτερες πληγές της ελληνικής οικονομίας.
Το 2019, η συνολική αξία του ληξιπρόθεσμου χρέους ανερχόταν στα 233,2 δισ. ευρώ και αντιστοιχούσε στο 70% του συνολικού ιδιωτικού χρέους. Σήμερα, η αξία των κόκκινων δανείων έχει μειωθεί στα 225,6 δισ. ευρώ, με το ποσοστό του επί του συνόλου να ανέρχεται στο 60%.
Μπορεί αυτή η μείωση 10 ποσοστιαίων μονάδων να μη φαντάζει εντυπωσιακή εκ πρώτης όψεως, όμως η γενική γραμματέας τονίζει ότι δεν είναι αμελητέα. Αλλωστε, στο διάστημα αυτό έχει θεσμοθετηθεί το νομικό πλαίσιο για τη ρύθμιση των οφειλών, έχουν δημιουργηθεί μηχανισμοί και έχει μπει σε τάξη η αγορά των servicers. Από το 2019 μέχρι σήμερα, οι servicers έχουν εκκαθαρίσει συνολικές οφειλές άνω των 20 δισ., με αυτές που παραμένουν υπό τη διαχείρισή τους να βρίσκονται σήμερα λίγο κάτω από τα 70 δισ. ευρώ.
«Είμαι υπερήφανη γιατί συμμετείχα από την πρώτη ημέρα σε αυτήν τη δομή από τη θέση της νομικής συμβούλου. Είχαν ιστορική χρησιμότητα όλα τα νομικά πλαίσια που θεσμοθετήθηκαν, από τον νόμο Κατσέλη και την επικαιροποίησή του το 2019, μέχρι τον ν. 4738/2020 που αποτελεί τη βάση του σημερινού πλαισίου. Εχουμε γίνει καλύτεροι βλέποντας τι λειτουργεί και τι όχι» υπογραμμίζει η κ. Αλαμπάση.
«Είμαστε πολύ αυστηροί»
«Σε αυτή την πορεία, επιβλέψαμε τη δημιουργία των servicers, αντιμετωπίσαμε τις δυσλειτουργίες που εν πολλοίς προέρχονταν από το τραπεζικό σύστημα, τέθηκαν τα θεμέλια για να λειτουργήσει σωστά το σύστημα. Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι, δόθηκε ο απαραίτητος χρόνος στους servicers αλλά όχι πια. Πλέον είμαστε πολύ αυστηροί στην τήρηση των κανόνων λειτουργίας».
Ετσι, η γενική γραμματέας εκτιμά ότι το επόμενο διάστημα η ρύθμιση χρεών θα προχωρήσει με πολύ καλύτερους ρυθμούς. «Πλέον γίνονται πολύ πιο γρήγορα βήματα για να φτάσουμε σε μια κανονικότητα. Τα συστήματα των servicers έχουν ωριμάσει και περιμένουμε περισσότερα αποτελέσματα το επόμενο διάστημα. Ο πλειστηριασμός είναι το ύστατο μέσο, όμως παραμένει ένα μέσο ανάκτησης μιας μη εξυπηρετούμενης οφειλής».
Οσον αφορά τον εξωδικαστικό μηχανισμό, η Θεώνη Αλαμπάση υπογραμμίζει ότι βασικό του κριτήριο είναι η μη χειροτέρευση της θέσης του πιστωτή. Το σημείο αυτό έχει προκαλέσει αρκετές ενστάσεις και είναι εκ των βασικών λόγων που οδηγούν στην απόρριψη της ρύθμισης από αρκετούς οφειλέτες. «Την αξία ενός προσημειωμένου ακινήτου την ορίζει αυτός που έχει την προσημείωση, γιατί αυτός θα δρομολογήσει στη συνέχεια τυχόν πλειστηριασμό και θα oρίσει την τιμή πρώτης προσφοράς» ξεκαθαρίζει. Αν για παράδειγμα ένας οφειλέτης έχει βρει αγοραστή, δεν μπορεί να απαιτήσει μονομερώς από τον διαχειριστή του δανείου να αποδεχθεί το ύψος του ανταλλάγματος για την πραγματοποίηση της πώλησης. Επιπλέον, ο οφειλέτης πρέπει να έχει ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα.
Εξάλλου, διαρκώς εισάγονται και νέα εργαλεία με στόχο την απομείωση του ιδιωτικού χρέους. Προτεραιότητα είναι ο ορισμός του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, ο οποίος θα δώσει τη δυνατότητα σε ευάλωτους οφειλέτες να παραμείνουν στην πρώτη κατοικία τους ως ενοικιαστές για ένα διάστημα έως 12 ετών και στη συνέχεια να αποκτούν εκ νέου την ιδιοκτησία του ακινήτου. Η υποβολή δεσμευτικών προσφορών από ιδιωτικές εταιρείες για την ανάληψη του έργου θα ξεκινήσει στις αρχές του Νοεμβρίου και, εκτός απροόπτου, η διαδικασία θα ολοκληρωθεί με την ανάδειξη του αναδόχου μέσα στο α’ τρίμηνο του 2025.
«Πέραν αυτού, ετοιμάζονται κι άλλες πρωτοβουλίες, όπως το Μητρώο Παρακολούθησης Ιδιωτικού Χρέους και η Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, που θα βοηθήσουν στη συστηματοποιημένη καταγραφή του ιδιωτικού χρέους στη χώρα και στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου αντιστοίχως» λέει η Θεώνη Αλαμπάση.
«Επιπλέον, είναι ήδη σε εξέλιξη το έργο για το Κεντρικό Μητρώο Πιστώσεων, το οποίο θα διατηρεί η ΤτΕ και θα συγκεντρώνει το ιστορικό των οφειλών, με στοιχεία από τράπεζες και servicers. Δηλαδή, θα συμπεριλαμβάνονται οι προσημειώσεις, οι υποθήκες, οι εμπράγματες εξασφαλίσεις του δανείου κ.λπ.».
Αν και οι servicers βρίσκονται συνήθως στο επίκεντρο της συζήτησης γύρω από το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος, το μεγαλύτερο μέρος του είναι στα χέρια του δημόσιου τομέα. «Είναι στους προβληματισμούς και στον σχεδιασμό του υπουργείου να υπάρξουν πολιτικές για την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο. Ενα σχετικά μικρό ποσό έχει ήδη χαρακτηριστεί επισήμως ως ανεπίδεκτο είσπραξης, όμως αυτό μπορεί να ισχύει για πολύ μεγαλύτερο κομμάτι. Χρειάζεται μια δομημένη πολιτική σε αυτό το ζήτημα, γιατί η μη καταβολή της βασικής οφειλής επιφέρει αύξηση των τόκων κι έτσι διογκώνεται το ιδιωτικό χρέος προς το Δημόσιο» τονίζει η Θεώνη Αλαμπάση.
Σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια που βρίσκονται ακόμα στους ισολογισμούς των τραπεζών, έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος χάρη στο πρόγραμμα ΗΡΑΚΛΗΣ, το οποίο στην τρίτη του φάση θα απαλλάξει συστημικές και μη τράπεζες από ληξιπρόθεσμες οφειλές, με στόχο ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων να πέσει κάτω από το 3% και να βρεθεί κοντά στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ανέρχεται σήμερα κοντά στο 1,9%.
Το στίγμα της πτώχευσης
Με τον νέο Πτωχευτικό Νόμο, από το 2021 δίνεται η δυνατότητα σε φυσικά πρόσωπα να κηρύσσουν πτώχευση αν αδυνατούν να ρυθμίσουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους. «Το γνωστικό μου αντικείμενο είναι η νομική και έχω κάνει μεταπτυχιακό στο εμπορικό δίκαιο. Για κάποιο λόγο πάντα είχα ιδιαίτερη αγάπη στο πτωχευτικό δίκαιο και ήρθε και έδεσε με το αντικείμενο της δουλειάς μου» λέει η γενική γραμματέας.
Η ιδέα της πτώχευσης, όμως, δεν προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα στους περισσότερους πολίτες. Ρωτάω την κ. Αλαμπάση κατά πόσο οι Ελληνες έχουν αγκαλιάσει την ιδέα της πτώχευσης ως φυσικά πρόσωπα και κατά πόσο φοβούνται τον στιγματισμό τους. «Βλέπουμε μια σταθερή αύξηση των πτωχεύσεων με μ.ό. άνω του 3,5% μηνιαίως. Αυτό σημαίνει ότι οι οφειλέτες αρχίζουν και ξεπερνούν το στίγμα της πτώχευσης και βλέπουν ότι εφόσον δεν είναι βιώσιμη η οφειλή που αντιμετωπίζουν, η ένταξη στον πτωχευτικό είναι ευνοϊκή» απαντάει. Μάλιστα, ξεκαθαρίζει πως αν τα περιουσιακά στοιχεία του προσώπου που δηλώνει πτώχευση είναι μεγαλύτερα από το ύψος των χρεών του, σύμφωνα με το υφιστάμενο πλαίσιο αποδίδεται στον οφειλέτη το υπόλοιπο που προκύπτει από τη ρευστοποίησή της.
Η κ. Αλαμπάση επισημαίνει ότι αν κάποιος πτωχεύσει, παίρνει αυτόματη απαλλαγή από κάθε οφειλή. «Από τη στιγμή που βγαίνει η δικαστική απόφαση της κήρυξης πτώχευσης και με την παρέλευση συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, παρέχεται απαλλαγή – κοινώς, μηδενίζει το χρέος». «Επιπλέον, μία από τις καινοτομίες του Πτωχευτικού Νόμου είναι ότι το πτωχευμένο πρόσωπο μπορεί να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα ακόμα και μετά την πτώχευση, δίνοντας δεύτερη ευκαιρία» λέει η γενική γραμματέας.
Ωστόσο, η πτώχευση έχει και συνέπειες, καθώς καταχωρείται στον Τειρεσία και λαμβάνεται υπόψη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι αποκλείει τον οφειλέτη από νέα χρηματοδότηση αυτόματα. «Είναι σημαντικό να αποφύγουμε φαινόμενα υπερχρέωσης του παρελθόντος» υπογραμμίζει.
Εκτός όμως από την εκκαθάριση του ήδη υπάρχοντος ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους, είναι κρίσιμο να αποφευχθεί η συσσώρευση νέων κόκκινων δανείων. Η κλιματική αλλαγή και τα ακραία φαινόμενα που φέρνει, όμως, θέτουν εν αμφιβόλω αυτόν τον στόχο. Πυρκαγιές και πλημμύρες καταστρέφουν σπίτια και επιχειρήσεις κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα τα δάνεια που συνδέονται με τις πληγείσες περιουσίες να «κοκκινίζουν».
«Εχουμε σαφώς ξεκινήσει να βλέπουμε τις συνέπειες αυτού του φαινομένου, και σε αυτό “κουμπώνει” και η πολιτική της κυβέρνησης για την υποχρεωτική ιδιωτική ασφάλιση μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά και τα κίνητρα για την ασφάλιση κατοικιών από φυσικές καταστροφές» λέει η Θεώνη Αλαμπάση, αναφερόμενη στις πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει σχετικά η κυβέρνηση. «Προσπαθούμε να αποφύγουμε φαινόμενα υπερχρέωσης λόγω μιας φυσικής καταστροφής μέσω της υποχρεωτικής ασφάλισης ώστε να έρθει μετά ο ιδιωτικός τομέας να αποζημιώσει, έτσι ώστε να μην κινδυνεύσει το καλώς έχειν μιας βιώσιμης επιχείρησης. Οι πολιτικές αλληλοσυμπληρώνονται».
Ωστόσο, ο φόβος μιας νέας διόγκωσης του ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους παραμένει και υποσκάπτει την οικονομική ανάπτυξη, καθώς οι ιδιώτες είναι πιο διστακτικοί στο να ζητήσουν χρηματοδότηση από τις τράπεζες, αλλά και οι τράπεζες προχωρούν πιο δύσκολα στην εκταμίευση δανείων. «Τα πολλά κόκκινα δάνεια από τα χρόνια της κρίσης έχουν κοστίσει στις επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές και στην τωρινή τους πιστοληπτική ικανότητα, γιατί με βάση τα κριτήρια του SSM δεν μπορούν να πάρουν ένα νέο δάνειο» λέει η κ. Αλαμπάση, αλλά τονίζει ότι «ο τραπεζικός τομέας θα πρέπει να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα εκεί που μπορούν και πληρούνται τα κριτήρια της πιστοληπτικής ικανότητας, πάντα με τις απαραίτητες δικλίδες ασφαλείας».
Κουλτούρα αποταμίευσης
«Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις αυτά τα χρόνια ήταν να αποκατασταθεί η κουλτούρα πληρωμών και τα στοιχεία δείχνουν πως αυτό έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό» επισημαίνει η Θεώνη Αλαμπάση σχετικά με την αλλαγή νοοτροπίας των ελλήνων δανειοληπτών.
«Σήμερα, κεντρική μας αποστολή είναι και η αποκατάσταση της κουλτούρας αποταμίευσης, την οποία προσπαθούμε να υποστηρίξουμε με συγκεκριμένες πολιτικές, όπως είναι η Εθνική Στρατηγική για τον Οικονομικό Εγγραμματισμό. Στόχος είναι να δημιουργήσουμε συνειδητοποιημένους πολίτες ως προς την αποταμίευση, την διαχείριση εσόδων – εξόδων και τη λήψη σωστών αποφάσεων σε ό,τι αφορά τη δανειοδότηση. Ηδη ο υπουργός Παιδείας έχει ανακοινώσει την εισαγωγή μαθήματος χρηματοοικονομικής παιδείας στην Α’ Λυκείου από το 2025».
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται άλλωστε και η στρατηγική στόχευση της κυβέρνησης για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς, για την οποία ετοιμάζεται νομοθετική ρύθμιση στο αμέσως επόμενο διάστημα, με τη γενική γραμματέα Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους να παίζει κομβικό ρόλο. Η νομοθετική ρύθμιση αναμένεται να φέρει διατάξεις για την ένταξη περισσότερων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, και ειδικά μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην εναλλακτική αγορά, προκειμένου η κεφαλαιαγορά να αναδειχθεί ως πηγή χρηματοδότησης. «Στόχος είναι η ενίσχυση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, με το βλέμμα στραμμένο στην ένωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο που προωθείται από την ΕΕ» υπογραμμίζει με νόημα η Θεώνη Αλαμπάση.