Στις αρχές του 2001, ο Mίσρα άρχισε να ταξιδεύει στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν για λογαριασμό του Granta και του New York Review of Books. Τα εκτενή ρεπορτάζ του που βασίζονταν σ’εκείνα τα ταξίδια πρωτοδημοσιεύτηκαν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, κάτι που του χάρισε τον τίτλο του «ειδικού για την τρομοκρατία». Εκείνος τον άφησε να πλανάται, καθώς πίστευε ότι η αντιμετώπιση του ισλάμ από τον αγγλόφωνο Τύπο ήταν μονόπλευρη και ήθελε να συμβάλει στην εξισορρόπησή της. Εβλεπε έκπληκτος, για παράδειγμα, το BBC να προβάλλει στη ζώνη υψηλής θεαματικότητας ένα ντοκιμαντέρ για τα ευεργετικά αποτελέσματα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας για όλο τον κόσμο. Ετριβε τα μάτια του διαβάζοντας στο Newsweek, λίγες εβδομάδες μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, ότι ίσως «ήρθε η ώρα να σκεφτούμε τη χρησιμότητα των βασανιστηρίων». Την ίδια εποχή, το Atlantic απαριθμούσε στο εξώφυλλό του τα πλεονεκτήματα των «λάιτ βασανιστηρίων» και ο Μάικλ Ιγκνάτιεφ καλούσε τους Αμερικανούς από τις στήλες του New York Times Magazine να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να εισβάλουν στο Ιράκ.
Η γραμμή αυτή συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια, γράφει ο Μίσρα στην El País. Οσοι ενοχλούνται σήμερα ακούγοντας τον Τραμπ να θέλει να απαγορεύσει την είσοδο των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ ή τον Τζ.Ντ. Βανς να επιδίδεται σε διάφορα παραληρήματα φαίνεται πως ξεχνούν ότι το 2006 ο διάσημος συγγραφέας Μάρτιν Εϊμις έλεγε σε έναν δημοσιογράφο των Times: «Η μουσουλμανική κοινότητα θα πρέπει να υποφέρει μέχρι να βάλει τάξη στα του οίκου της. Πώς να υποφέρει; Να τους απαγορεύσουμε να ταξιδεύουν. Να τους απελαύνουμε. Να περιορίσουμε τις ελευθερίες τους. Να κάνουμε σωματικό έλεγχο σε οποιονδήποτε μοιάζει να είναι από τη Μέση Ανατολή ή το Πακιστάν».
Η γενική πεποίθηση σήμερα είναι πως ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας ήταν μια στρατιωτική και γεωπολιτική αποτυχία. Αυτό που δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πλήρως, γράφει ο Μίσρα, είναι πως η αποτυχία ήταν επίσης διανοητική και ηθική. Η προσπάθεια των μέσων ενημέρωσης και της πολιτικής τάξης της Δύσης να κατασκευάσουν μια πραγματικότητα δεν είχε μόνο καταστροφικά αποτελέσματα, αλλά ενέταξε και την ωμότητα και την ανειλικρίνεια στη δημόσια ζωή. Κι επειδή αυτή η καταστροφή δεν αναγνωρίστηκε, επειδή οι υπεύθυνοι για τη διαστροφή της πραγματικότητας δεν τιμωρήθηκαν, σήμερα βλέπουμε τα ίδια συμπτώματα στον τρόπο που τα δυτικά μέσα ενημέρωσης καλύπτουν τον πόλεμο του Ισραήλ κατά της Γάζας, έναν πόλεμο που παραβιάζει όλους τους διεθνείς νομικούς και ηθικούς κανόνες.
Θέλετε παραδείγματα; Ο Γκίντεον Ράχμαν των Financial Times υποστήριξε ότι «ο καλύτερος τρόπος να αποτραπεί μια ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα είναι η στήριξη του Ισραήλ». Οταν οι Ισραηλινοί επιτέθηκαν με έναν σκύλο του στρατού εναντίον ενός Παλαιστίνιου με σύνδρομο Ντάουν και στη συνέχεια τον άφησαν να πεθάνει, το BBC τιτλοφόρησε το ρεπορτάζ του «Ο μοναχικός θάνατος ενός άνδρα της Γάζας με σύνδρομο Ντάουν». Χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν στη Γάζα από πυραύλους ή από την πείνα και το Atlantic έγραψε πως «μπορείς να σκοτώνεις παιδιά και με νόμιμο τρόπο».
Θα μπορούσε να προβάλει κανείς πολλές ενστάσεις στην προσέγγιση του Πανκάζ Μίσρα. Τα δυτικά μέσα ενημέρωσης μπορεί να μην έλαμψαν στην κάλυψη του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», αλλά η αποκοπή διαφόρων μεμονωμένων φράσεων από το πλαίσιο στο οποίο διατυπώνονται αδικεί πάντοτε τους συντάκτες τους. Οι ισραηλινές βαρβαρότητες κατά των Παλαιστινίων δεν συγκαλύπτονται από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, όπως υποστηρίζει ο ινδός συγγραφέας, αντιθέτως αναδεικνύονται, αναλύονται και ερευνώνται. Είναι αξιοπερίεργο, τέλος, ότι σε ένα κείμενο 4.861 λέξεων για τις πολιτικές και δημοσιογραφικές αντιφάσεις της Δύσης τα τελευταία 30 χρόνια, η λέξη «Ουκρανία» αναφέρεται μόλις σε μία φράση και το όνομα «Πούτιν» δεν υπάρχει πουθενά.
Παρ’ όλ’ αυτά, η ανάλυση του Μίσρα είναι χρήσιμη για να καταλάβει κανείς πώς ο «παγκόσμιος Νότος» απομακρύνθηκε από τη Δύση χωρίς εκείνη να καταλάβει τίποτα. H Ιστορία παράγεται ανέκαθεν από μια σύγκρουση ανάμεσα σε διαφορετικά αφηγήματα, σημειώνει ο συγγραφέας στην El País. To αφήγημα που επιλέγουμε για το παρελθόν μάς προσανατολίζει προς τον σημερινό κόσμο, μας προσφέρει μια ταυτότητα και εξηγεί σε γενικές γραμμές τα συναισθήματά μας απέναντι σε αυτό που μπορεί να γίνει. Η δυτική δημοσιογραφία στηριζόταν πάντα στους θριάμβους της Δύσης: την ήττα των ολοκληρωτισμών στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, τη νίκη επί του κομμουνισμού στον Ψυχρό Πόλεμο, τη διάδοση του καπιταλισμού και της δυτικής δημοκρατίας. Αυτή η εκδοχή της ιστορίας όμως, με την οποία ταυτίζονται πολλές γενιές δυτικών δημοσιογράφων, συγκρούεται τώρα με ένα ευρύτερο και πειστικότερο αφήγημα: την αποαποικιοποίηση, που για τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων αποτελεί το θεμελιώδες γεγονός του 20ού αιώνα.