Πανταχόθεν πιέσεις στην κυβέρνηση δείχνουν οι μετρήσεις κοινής γνώμης που τρέχουν τα τελευταία 24ωρα, ενόσω το Μέγαρο Μαξίμου προσπαθεί να διαβάσει τα χαρακτηριστικά της μεταβολής του τοπίου στα αριστερά και δεξιότερα της ΝΔ.
Οι κυβερνώντες θέλουν να δείχνουν ότι κινούνται μόνο «προγραμματικά». Και ότι είναι οι δικές τους «πολιτικές» και η αποτελεσματικότητά τους εκείνα που μπορούν να στερούν – κατά τη μητσοτακική ορολογία – «ζωτικό χώρο από άλλα κόμματα».
Εξού και η γαλάζια πεποίθηση ότι δεν διαφαίνονται θεαματικές ανατροπές στους πολιτικούς συσχετισμούς.
Στην πραγματικότητα όμως το νεοδημοκρατικό ραντάρ είναι στραμμένο ταυτόχρονα στα αριστερά και στη δεξιά της Δεξιάς, με κυβερνητικές προσπάθειες αποφυγής κάθε απόπειρας… πλαγιοκόπησης.
Στην πρώτη περίπτωση ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρατά στάση αναμονής για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ και για τα πρώτα σαφή δείγματα της (αντιπολιτευτικής) γραφής του Νίκου Ανδρουλάκη μετά την ανανέωση της ηγεσίας του στο ΠΑΣΟΚ.
Μένουν άρα με αστερίσκο για αργότερα τυχόν αναθεωρήσεις στην τακτική διείσδυσής του στο πολιτικό Κέντρο.
Σημειωτέον ότι εξελίξεις αναμένονται από βδομάδα σε ό,τι αφορά την επίλυση αυτή τη φορά των… πρακτικών θεμάτων για τον προσδιορισμό ενός τετ α τετ Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη.
Στη δεύτερη περίπτωση το πρωθυπουργικό επιτελείο καταγράφει εντεινόμενη κινητικότητα, ιδίως από τον Κυριάκο Βελόπουλο και ακόμα περισσότερο από την Αφροδίτη Λατινοπούλου, με την Ελληνική Λύση και τη Φωνή Λογικής αντίστοιχα να διατηρούν – άνετα μετά τις ευρωεκλογές – τα ενισχυμένα ποσοστά τους.
Εκείνο που προβληματίζει περισσότερο τους κυβερνώντες είναι η διεισδυτικότητα του (υπερακρο)δεξιού λαϊκισμού, ο οποίος μπορεί να τροφοδοτείται μέσα από συγκεκριμένες ατζέντες, οι οποίες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, όπως τα ελληνοτουρκικά, το Μεταναστευτικό, το αυξημένο κόστος ζωής.
Η ΝΔ «χάνει» σε δύο κατευθύνσεις
Η… διμέτωπη επαγρύπνηση της ΝΔ κρίνεται αναγκαία με βάση τα ποιοτικά δεδομένα των γκάλοπ της τρέχουσας περιόδου και την ώρα που η κυβερνητική παράταξη εξακολουθεί να κινείται στη ζώνη επίδοσης των ευρωεκλογών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, δημοσκοπικά ευρήματα πιστοποιούν ότι γαλάζιες απώλειες υπάρχουν προς δύο κατευθύνσεις.
Επιπλέον είναι χαμηλά (περίπου στο 65%) η νεοδημοκρατική συσπείρωση.
Συγκεκριμένα, ένα 3,7% των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος στην εθνική κάλπη του 2023 «χάνεται» προς το ΠΑΣΟΚ και ένα 6% «χάνεται» στα δεξιότερα της ΝΔ, περίπου μοιρασμένο το ποσοστό στον Βελόπουλο και στη Λατινοπούλου.
Εμπειρος αναλυτής, επισημαίνοντας τόσο τον νεκρό πολιτικό χρόνο – και την έλλειψη άρα διακυβευμάτων που οπωσδήποτε κινητοποιούν τους ψηφοφόρους – όσο και το κατακερματισμένο αντιπολιτευτικό τοπίο, μιλάει για την αίσθηση μιας ευρύτερης «αμηχανίας, στάσης αναμονής, διάθεσης διαμαρτυρίας» στο εκλογικό σώμα.
Ειδικά για την κυβέρνηση, αυτό αποπνέει άλλο ένα εύρημα: σχεδόν δύο στους 10 ψηφοφόρους της ΝΔ του 2023 εμφανίζονται σήμερα στην αδιευκρίνιστη ζώνη.
Σε εκείνη των αναποφάσιστων και των αποστασιοποιημένων, δηλαδή, την οποία προσπαθεί με κάθε τρόπο να επαναπροσεγγίσει το Μαξίμου.
Θεσμικά «μαρκαρίσματα»
Ενδοκυβερνητικά η κυρίαρχη εκτίμηση είναι ότι η Χαριλάου Τρικούπη μπορεί να διατηρήσει το θετικό μομέντουμ με δημοσκοπική άνοδο στο επόμενο διάστημα καθώς και ότι οι διαλυτικές καταστάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ προσφέρουν περισσότερους πόντους στο ΠΑΣΟΚ σε οποιαδήποτε μεταξύ τους σύγκριση.
Ομως επιμένουν να θεωρούν ότι είναι δύσκολη μια πασοκική «εκτίναξη» μακροπρόθεσμα, αναμένοντας σε κάθε περίπτωση να «μετρήσουν» πολιτικά τον αντίπαλό τους στους επόμενους μήνες – τέλος του έτους με αρχές του 2025.
Μέχρι τότε θα επιχειρούνται θεσμικά «μαρκαρίσματα» σε επίπεδο ατζέντας, με δεδομένο ότι στόχος είναι να κερδηθούν τα μετριοπαθή ακροατήρια που διά της αποχής από την ευρωκάλπη (και ευρισκόμενοι σήμερα στη δεξαμενή των αναποφάσιστων) γύρισαν την πλάτη στη μητσοτακική ΝΔ.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι έχει να διαχειριστεί μια δύσκολη ισορροπία και ως προς την απόκρουση της συστηματικής αποδόμησης, η οποία επιχειρείται από τα δεξιά της: από τη μία θέλει να δίνει στοχευμένες απαντήσεις για να φυλάει τα δεξιά νώτα της με ρητορική που δεν θα απομακρύνει τους κεντρογενείς, από την άλλη δεν θέλει να δίνει την εικόνα ότι στήνει πολιτικό μέτωπο με τα κόμματα στα δεξιότερα.
Στην εξίσωση υπάρχει προφανώς και το γαλάζιο εσωκομματικό σκηνικό με τον εντεινόμενο κοινοβουλευτικό έλεγχο από τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ και με τους απενεργοποιημένους διαύλους με τους πρώην πρωθυπουργούς Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά.
Η στάση των τελευταίων, η σαφής αποξένωση κοινώς, «απελευθερώνει» πιο εύκολα κι άλλες φωνές εντός της ΚΟ, όπως εκτιμά βουλευτής της περιφέρειας – εκ των… δραστήριων στην κριτική αυτής της περιόδου.