Φαίνεται, πλέον, πως σύντομα οι δύο γνωστοί πατριώτες που φιγουράριζαν με ολόσωμη κουκούλα, θα απαμφιεστούν αναγκαστικά. Θα αποφλοιωθούν και θα δούμε δημοσία το πρόσωπό τους, ανφάς και κατά κροτάφων (προφίλ). Πλούσια αμειφθέντες λόγω της σακούλας στο κεφάλι, παρότι καθόλου συμπαθείς ως εικόνα από την εποχή της Κατοχής και των κουκουλοφόρων χαφιέδων (εκεί παραπέμπει αναδρομικά το look τους) θα βγούνε τώρα στη σέντρα ασκεπείς. Κι έτσι ίσως μάθουμε πώς το φτιάξανε το κέντημα, πώς το πλέξανε όλο αυτό το αδέξιο εργόχειρο με στόχο να καταστρέψουν και να φυλακίσουν δέκα επιφανείς, απολύτως αθώους πολιτικούς. Οχι έναν και δύο αλλά δέκα και, αν μπορούσαν οι χορηγοί τους, θα μας μπουζούριαζαν κι εμάς, όλους μαζί, μέσα, για να πάρουνε επιτέλους «τους αρμούς της εξουσίας» και να επαληθεύσουν τα προεφηβικά τους όνειρα (παράδεισος των γκούλαγκ).
Βέβαια, ξέραμε ποιοι είναι. Ο κόσμος το ‘χε τούμπανο κι αυτοί κρυφό καμάρι. Αλλά τώρα θα τους δούμε στο πάλκο επίσημα, κανονικά και με τον νόμο, θα ακούσουμε ποια στοιχεία είχαν κι αν είχαν – όχι σαν εκείνα που έλεγαν «το άκουσα από κάποιον στο λεωφορείο», ή «μου το είπε η κουμπάρα μου που της το ψιθύρισε ο μπατζανάκης της», ή «είδα έναν με τροχήλατη βαλίτσα να μπαίνει στο Μαξίμου» και ράβδος εν γωνία άρα βρέχει. Δηλαδή όποια βαλίτσα μπαίνει στο Μαξίμου, ή στην Κουμουν(ι)δούρου έχει λεφτά δωροδοκίας; Δεν θα μπορούσε να γύριζε κάποιος από ταξίδι στην Καστοριά; Και δεν μπορούν τα χρήματα να σταλούν ηλεκτρονικά στα νησιά Κέιμαν, είμαστε ακόμα στην εποχή του χαλκού και κατρακυλούμε τα τάλαντα και τους δαρεικούς στον δρόμο;
Ολα αυτά θυμίζουν κάπως τα πάμπερς και τον Αντρέα, ένα ξαναπαιγμένο έργο, φαιδρό, αλλά που ωστόσο θα μπορούσε να καταστρέψει (και που ταλαιπώρησε ήδη) ένα σωρό επιφανείς, αθώους ανθρώπους εν ψυχρώ. Και πώς το τόλμησαν οι μασκοφόροι λεβέντες; Ιδού μια εκδοχή: κάποιοι πίσω απ’ αυτούς, αριστερόκωποι (αυτοσχέδιοι μαρξιστές με φαινομενικώς ήπια συμπτώματα) πιστεύουν πως είναι Ροβεσπιέροι κι όποιος δεν έχει τις ίδιες ιδέες με αυτούς είναι εξ υπαρχής ένοχος, εκ γενετής παράνομος και πρέπει να εξαλειφθεί, άσχετα αν δεν έχει πράξει τίποτε αξιοκατάκριτο αποδεδειγμένο με ακλόνητα στοιχεία. Το ότι είναι κάποιος διαφορετικών αντιλήψεων αρκεί για να συκοφαντηθεί, να στιγματιστεί, να κλειστεί στα κάγκελα. Ή, σε άλλες καλές εποχές, να εκτελεστεί. (Κατά τα λοιπά κόπτονται για τη διαφορετικότητα).
Ισως αυτή η λαμογέν, βολονταριστική αλαζονεία τούς παρέσυρε στον ίλιγγο της συκοφαντίας, που ενδεχομένως τη θεωρούν αυτονόητη και θεμιτή εφόσον υπηρετεί τον Σκοπό – κατά το μυαλό τους. Σε βαθμό που πίστεψαν το απίστευτο: ότι μπορούν να το πετύχουν. Να τα καταφέρουν – κι αυτό διότι εν προκειμένω δεν πρόκειται για ιδεολογία, για λογικές επεξεργασίες, αλλά για εμμονική ψύχωση που αλλοιώνει εντελώς την αντίληψη των συσχετισμών της πραγματικότητας. Αλλά, επειδή έχει ο καιρός γυρίσματα, να, που ήρθε τώρα η ώρα να δούνε πώς είναι ο κόσμος εκείθεν της ψύχωσης και χωρίς κουκούλες. (Αδυναμία στις μπούργκες αυτοί οι άνθρωποι και στα μεταμφιεσμένα τρολ…).
Συμβαίνει συχνά. Ο φανατισμός οδηγεί στην αυτοκαταστροφική αφέλεια. Ισως, δηλαδή, και να πίστευαν πως θα έχουν την εξουσία για πάντα (τους αρμούς και τους σκαρμούς) κι ότι η Ιστορία πάγωσε στις μέρες τους. Οτι δεν υπάρχει δικαιοσύνη, δικαστές, εκλογές, δικλίδες, νόμος, αλλαγές της κατάστασης, λαός που μεταστρέφεται, μεταβολή των συνθηκών. Οχι. Ονειρεύτηκαν την παντοτινή εξουσία α λα Μαδούρο; Μάλλον. Ομως άλλαξε η συγκυρία και, αν οι καπουτσίνοι με τις κουκούλες κελαηδήσουν και μάθουμε ποιοι τους υποκεντούσαν και τους υποθώπευαν, τότε οι ηθικοί αυτουργοί και οι χορηγοί θα αλλάξουν τροπάρι: θα κατηγορούν τώρα για αναξιοπιστία τους κάποτε «προστατευόμενους», θα γίνουν αναξιόπιστοι εκείνοι που μέχρι χθες ήταν τόσο αξιόπιστοι όσο και το εκκαθαριστικό του Ιούδα.
Εχει ο καιρός γυρίσματα – άμα το πάρεις μαρξιστικά, βγαίνει. Γι’ αυτό και ήδη στο στρατόπεδο των Ροβεσπιέρων απ’ το Lidl έπεσε άγριος πανικός. Δηλαδή δεν τους έφτανε ο μορφονιός απ’ το Αμέρικα που μουλάρωσε και δεν θέλει να γυρίσει στην Αστόρια, έχουνε τώρα κι άλλη διαφήμιση, απ’ την οποία δεν ξέρουμε πώς θα βγούνε. Για σκέψου να εμφανιστούν οι δυο μη- προστατευόμενοι, πια, και να τα πούνε όλα με το νι και με το σίγμα, εάν και ποιος τους έβαλε, τι πιθανώς τους υποσχέθηκαν, πώς τους δασκάλεψαν και άλλα τέτοια γλαφυρά που, αν επαληθευτούν, αγγίζουν, όπως είπε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τα όρια της εσχάτης προδοσίας, αφού στόχευαν στην αλλοίωση του πολιτεύματος. (Βέβαια στην αλλοίωση στοχεύουν κάποιοι ακόμα, κι ανέκαθεν αυτό ήθελαν, αλλά μόνο ο Κρητικός Αστραπόγιαννος το λέει στα ίσα και μιλάει για ΙΕΚ δικών τους δικαστών, έχοντας και άγνοια κινδύνου).
Πρόκειται για άγος. Να βγαίνει ο κάθε χειραγωγούμενος τενόρος με μια σακούλα στο κεφάλι και να συκοφαντεί κατά παραγγελία, ή όχι, χωρίς ντοκουμέντα, χωρίς αποδείξεις, χωρίς τίποτε κι αυτόν να τον λέμε «προστατευόμενο μάρτυρα». Τι ντιριντάχτα θα γινόμασταν. Υπάρχει όμως δικαιοσύνη – άσχετα αν κανένα χταπόδι δεν φαντάζεται πως κάποτε θα ταιριάξει με κοφτό μακαρονάκι.