Οι σχολιαστές σε όλη την Ευρώπη που γράφουν για τις αμερικανικές εκλογές τονίζουν κυρίως τη βαθιά διαίρεση που υπάρχει στις ΗΠΑ, προεξοφλώντας πως όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα αυτή θα ενταθεί. Η παρατήρηση αυτή ομολογώ πως με οδήγησε σε ένα μάλλον μελαγχολικό συμπέρασμα για την αδυναμία της ίδιας της πολιτικής – όχι, δεν πιστεύω ότι ζούμε το τέλος της, πιστεύω όμως ότι οι δυτικές μας δημοκρατίες οδηγούνται σε ένα παράξενο αδιέξοδο. Ή σε μια χώρα (έστω και τεράστια όπως οι ΗΠΑ) θα κυριαρχεί μια ακραία πόλωση που καταργεί τις συναινέσεις (και κατ’ επέκταση τις λύσεις) ή το όποιο πολιτικό σύστημα θα βουλιάζει στα αδιέξοδα που προκαλεί η έλλειψη συμμετοχής του κόσμου, γεγονός που επιτρέπει την επανεμφάνιση πολλών και διάφορων «τεράτων». Στις ΗΠΑ, από τα λίγα που καταλαβαίνω, επικρατούν και τα δύο. Η έλλειψη μαζικής συμμετοχής στις κάλπες θέριεψε το φαινόμενο Τραμπ. Και η πόλωση οδηγεί τις ΗΠΑ σε ένα είδος αδιεξόδου, καθώς η ένταση δεν εκτονώνεται με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, αλλά συνεχίζεται διαρκώς: δεν υπάρχουν αντίπαλοι αλλά εχθροί και υπάρχουν παντού – στη Γερουσία, στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, στις Πολιτείες, στη δημόσια διοίκηση κ.λπ.

Αυτή η εχθροπάθεια τείνει να γίνει το σήμα κατατεθέν των κάποτε φιλελεύθερων ΗΠΑ. Κορυφαία της έκφραση είναι η περίφημη επίθεση των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο. Αλλά και η εναντίον του Τραμπ απόπειρα δολοφονίας.

Πολλοί αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν οι Αμερικανοί να δώσουν τη νίκη και τη διακυβέρνηση σε κάποιον που ισχυρίζεται ότι οι μετανάστες τρώνε γάτες και που ποτέ δεν καταδίκασε τις ακρότητες των υποστηρικτών του. Ο λόγος είναι απλός: όσο μεγαλύτερη είναι η συναισθηματική εμπλοκή των ψηφοφόρων, δηλαδή το πάθος, τόσο λιγότερο ο ψηφοφόρος δίνει σημασία σε όσα λέγονται. Τον ενδιαφέρει μόνο το κόμμα, δηλαδή αυτός, να νικήσει. Δεν είναι χαρακτηριστικό των Αμερικανών: συμβαίνει παντού.

Οσοι έχουν ζήσει τη δεκαετία του ’80 θυμούνται ότι οι Ελληνες ψήφιζαν φανατικά κατά της «ΕΟΚ των μονοπωλίων» – ευτυχώς ο Ανδρέας Παπανδρέου τους έλεγε ό,τι ήθελαν να ακούσουν χωρίς να τους παίρνει στα σοβαρά. Θυμάται επίσης όποιος έζησε τα 80s ότι ο πολιτικός λόγος αφορούσε τους έρωτες του Ανδρέα, την αποστασία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το ποιος δικαιούται και το ποιος δεν δικαιούται να μιλάει που έλεγε κι ο μακαρίτης ο Κουτσόγιωργας. Κι όμως όλα αυτά τα εντελώς γραφικά προκαλούσαν ρεκόρ συμμετοχής των πολιτών στις ομιλίες στο Σύνταγμα και φυσικά και στις κάλπες. Αλλά μη νομίζει κανείς ότι αυτά ανήκουν σε ένα μακρινό παρελθόν: η πιο μεγάλη συμμετοχή σε εκλογές τα τελευταία είκοσι χρόνια καταγράφεται στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, όταν στο χρηματιστήριο της πολιτικής μπαρούφας καταγράφονταν ατελείωτα λίμιτ απ. Η πόλωση δημιούργησε ρεκόρ συμμετοχής. Και ήταν κι ο λόγος της αποτυχίας των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ: όταν καλλιεργείς εχθροπάθεια θα μείνεις μόνος. Και το έπαθλο αυτής της μοναξιάς θα είναι πάντα η πολιτική σου φθορά.

Οι ΗΠΑ μάς δείχνουν το αδιέξοδο. Υπάρχει ένας απόλυτος δικομματισμός, ο οποίος δημιουργεί έναν πολιτικό φανατισμό που σκοτώνει οποιαδήποτε πιθανότητα συναινέσεων. Ολα κινούνται στον αστερισμό μιας ακραίας πόλωσης που προκαλεί ενδιαφέρον – αισθάνεσαι ότι ζεις ένα κεφάλαιο της ιστορίας του κόσμου. Φτάνεις να ανησυχείς κι εσύ για το αποτέλεσμα των εκλογών κι ας νομίζεις ότι η Μινεσότα είναι μόνο μια ομάδα μπάσκετ. Ανησυχείς και κοιτάς τα πάντα: σχεδόν συμμετέχεις, ενώ για τις ευρωεκλογές π.χ. δεν σου καιγόταν καρφί. Θα σε στενοχωρήσω αλλά σε λίγες μέρες θα υπάρχει απλά ένα αποτέλεσμα εκλογών. Και καμία ρεαλιστική πιθανότητα ο κόσμος να γίνει καλύτερος…