«Πατέρας» του βιολιού στην Ελλάδα σήμερα, όπως τον λέει το ίδιο το σινάφι του (και να σε αποδέχεται το σινάφι σου δεν είναι αυτονόητο), ο Κυριάκος Γκουβέντας συνδυάζει στη μακρά του πορεία την ακαδημαϊκή γνώση, την έγκυρη μουσική πληροφορία και το βίωμα. Σήμερα που η συζήτηση για το παραδοσιακό φαίνεται να δυναμώνει και νέες γενιές εισέρχονται σε αυτό – ακόμη και με όρους μιας αστικής μόδας – έχει αξία μια συνομιλία με τον Γκουβέντα και με εκκίνηση το δικό του μουσικό όργανο και την κατασταλαγμένη του εμπειρία.

Ας ξεκινήσουμε από το πρόσφατο σεμινάριο που δώσατε, βιωματικό και ακαδημαϊκό στο 1ο Ρεμπέτικο Φεστιβάλ με τα βασικά μοτίβα στο βιολί ανά περιοχή, εποχή και με άξονα το ρεμπέτικο και τη μετακίνηση των πληθυσμών στις αρχές του αιώνα. Αλλάζει μέσα στα χρόνια το βιολί;

Θα προσπαθήσω κι εγώ λοιπόν να απαντήσω μ’ έναν τρόπο που να δίνει αποτέλεσμα στην ερώτηση, αλλά και να δείχνει επίσης τον τρόπο σκέψης μου. Το παίξιμο λοιπόν του βιολιού μεταβάλλεται κι αλλάζει σίγουρα και μάλιστα τον τελευταίο καιρό με μεγαλύτερες ταχύτητες από τις προηγούμενες δεκαετίες. Η πληροφορία του παρελθόντος όμως δεν χάνεται πια, όπως πριν από 200 χρόνια και πίσω γιατί υπάρχουν τα ηχητικά τεκμήρια. Επίσης προστίθενται νέα στοιχεία, εκφραστικά, τεχνικά και αισθητικά, λόγω του ότι όλα έχουν έρθει πιο κοντά και η μουσική πληροφορία τρέχει πιο γρήγορα και σε μεγαλύτερη ποσότητα από πριν. Ολα αυτά πλουτίζουν σίγουρα τη βιολιστική γλώσσα. Oτιδήποτε μπορεί να εκφράσει ο καθένας παίζοντας με το βιολί του και η σύγκριση με τον παλιό τρόπο παιξίματος είναι κάτι που κάνουν όσοι ενδιαφέρονται να πλουτίσουν τις βιολιστικές παραδόσεις.

Στο λαμπρό σας βιογραφικό, αναφέρετε τον Γιώργο Κόρο ως πρόσωπο – τομή των παλιών βιωματικών μεγάλων μουσικών του βιολιού. Σήμερα που η μεγάλη γενιά σχεδόν έχει φύγει μήπως έχει ουσιαστικά δοθεί χώρος σε μια πιο ακαδημαϊκή προσέγγιση του οργάνου;

Είναι λογικό όταν υπάρχει έλλειψη κάποιων προσωπικοτήτων (όπως ο Γιώργος Κόρος με καριέρα πάνω από 70 χρόνια, ρεκόρ Γκίνες) που έχουν ανεβάσει πάρα πολύ το επίπεδο της έκφρασης και της εκτέλεσης να μένει ένα κενό και αυτό το κενό προσπαθούν να καλύψουν οι αμέσως επόμενοι διάδοχοι, οι οποίοι προσαρμόζονται στις ανάλογες απαιτήσεις και ανάγκες της εποχής τους. Μετά το σύνθημα της Μελίνας «διασώστε την παράδοση», ήρθε το σύνθημα του Μάνου Χατζιδάκι «αφήστε τα ωδεία και πιάστε τα καφωδεία» που εμένα με βρήκε σύμφωνο και πολύ δραστήριο αφού βγήκα από έναν χώρο κλασικών σπουδών. Ηταν πολύ φυσικό να εφαρμόσω όσα είχα μάθει στο ωδείο και να έχω μια πιο λόγια και ολιστική ματιά σε όλες τις παρακαταθήκες των προηγουμένων εμπειροτεχνών μουσικών με σκοπό να περάσω το μήνυμα της μουσικής μας στις επερχόμενες γενιές. Επίσης η επικοινωνία με άλλα μουσικά συστήματα όπως η βυζαντινή μουσική και η σχολή των μακάμ της Κωνσταντινούπολης, που πολλές φορές συνομιλούν μεταξύ τους, οδήγησε σε οργανωμένο τρόπο σκέψης και ακαδημαϊκή προσέγγιση τελικά. Το θεωρώ μεγάλο ευτύχημα και συνέχεια μιας πορείας που αγαλλιάζει τις ψυχές όσων προσδοκούν να βιώσουν πνευματικά αυτές τις μουσικές, και όχι μόνο για χρήση του γλεντζέδικου σαββατόβραδου.

Παρακολουθεί το βιολί τις αλλαγές του λαϊκού και γενικά ελληνικού τραγουδιού;

Οπως ανέφερα και πιο πριν η βιολιστική γλώσσα εξελίσσεται μέσα στο πέρασμα των χρόνων και πλουτίζει τις εκφραστικές δυνατότητες ενός ήδη πλούσιου οργάνου σε παγκόσμια κλάση. Μην ξεχνάμε ότι το βιολί υπάρχει σε όλες τις μουσικές. Ο ρόλος του ήταν είναι και θα είναι βασικός σε κάθε μουσικό κομμάτι γιατί ο τρόπος που ηχεί είναι ταυτόσημος με τον τρόπο που χρησιμοποιούμε τις φωνητικές χορδές. Επίσης ερμηνεύει τα μικρότερα διαστήματα που η φωνή έχει ανάγκη να περάσει για να χρωματίσει τις μελωδίες και τις αποχρώσεις του στίχου, με τον ακριβέστερο τρόπο. Ο ρόλος του βιολιού είναι να λέει την αλήθεια, είναι μια στιγμή αποκάλυψης της οικουμενικότητας και γι’ αυτό καταρρέει η ερμηνεία του οργάνου όταν μεταβάλλεται η φυσική του χροιά… σαν να παραμορφώνουμε τις φωνητικές μας χορδές δηλαδή.

Στο πρόσωπό σας γίνεται ένας συγκερασμός έρευνας και βιωματικού παιξίματος, γνώσης και πληροφορίας και σύμπραξης σε 450 δίσκους, σχήματα όπως η Πριμαβέρα ή η Εστουδιαντίνα, συνέργειες με συνθέτες και ερμηνευτές. Πώς ισορροπείται η γνώση με το συναίσθημα;

Υπάρχουν στοιχεία που διακρίνω όταν συγκεντρώνομαι στο παίξιμο του βιολιού και μου δίνουν το αποτέλεσμα που έχω οραματιστεί, όπως το άσβεστο πάθος για επικοινωνία με τους συμπαίκτες πρωτίστως για ένα ωραίο αποτέλεσμα και η χρήση πολλών παράλληλων ιδεών που προχωρούν όλες μαζί σαν ένα οικοδόμημα που αναπτύσσεται μέχρι να τελειοποιηθεί. Η γνώση δίνει το σχήμα στο μουσικό οικοδόμημα και το συναίσθημα τη διαδρομή των ιδεών και το επίχρισμα του αποτελέσματος.

Υπάρχει σήμερα τάση νέων προς το παραδοσιακό; Εγινε μια συζήτηση το καλοκαίρι για το ύφος των πανηγυριών…

Ναι, υπάρχει μια αναγέννηση έπειτα από όλα όσα έγιναν στα μουσικά γυμνάσια, τα μουσικά πανεπιστήμια, τα ωδεία, τις μουσικές σχολές και τις ορχήστρες κάθε είδους που θεωρούν απαραίτητο πια να έχουν παραδοσιακή μουσική στο ρεπερτόριό τους, παιγμένη με τον καλύτερο και αρτιότερο τρόπο με όργανα παραδοσιακά και φωνές νεανικές που υπόσχονται όμως ένα μέλλον για την πορεία της μουσικής αυτής. Βλέπω ότι όλοι συνδέονται με περισσότερους τρόπους και πλουτίζουν τα ερεθίσματα, τα βιώματα και τις εμπειρίες.

Τι θα κάνετε στην παράσταση «Του σινεμά και της καρδιάς»;

Για αυτήν την παράσταση – που ετοιμάσαμε με την Αρτεμη Ματαφιά στο τραγούδι και τον Δημήτρη Ανδρεάδη στο πιάνο – θα προσπαθήσουμε να φέρουμε στα αφτιά και τα χείλη των ακροατών όμορφα τραγούδια από το σινεμά που να χτυπούν απευθείας στην καρδιά, μέσα από όμορφα και τρυφερά συναισθήματα, όπως ο ευγενικός ήχος του βιολιού, της φωνής και του πιάνου ενωμένα μπορούν να μεταφέρουν. Εχουμε πολύ ενθουσιασμό γιατί το πρόγραμμα έχει μεγάλη εκφραστική ποικιλία και δυνατές απαιτήσεις, με πάρα πολλά είδη της μουσικής, ελληνικής και ξένης και ήδη έχουμε προτάσεις για να το παρουσιάσουμε και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Ευχαριστώ πολύ τον Γιώργο Μπιλάλη και τον όμορφο χώρο που μας φιλοξενεί, το Gustav, το οποίο είμαι σίγουρος ότι θα εξελιχθεί σε ένα πολύ όμορφο καλλιτεχνικό στέκι.