Θα την ψήφιζαν οι γυναίκες. Θα την ψήφιζαν οι Αφροαμερικανοί. Θα την ψήφιζαν οι Λατινοαμερικανοί. Θα την ψήφιζαν οι μετανάστες. Τελικά, ψήφισαν τον Ντόναλντ Τραμπ. Που δεν κέρδισε απλώς την Κάμαλα Χάρις. Σάρωσε. Τα πήρε όλα, ακόμη και τη λεγόμενη λαϊκή ψήφο, κάτι που δεν είχε καταφέρει ούτε στην πρώτη του εκλογή το 2016. Και επανήλθε. (Δριμύτερος; Θα δείξει). Και εμείς μείναμε με την απορία, την απογοήτευση, την προσδοκία που δεν επαληθεύθηκε. Και αρχίσαμε τα «Καληνύχτα Κεμάλ» και τα «Καληνύχτα Κάμαλα» και ότι το Αγαλμα της Ελευθερίας γυρίζει κολυμπώντας στη Γαλλία και το ότι οι Αμερικανοί τρελάθηκαν. Διότι ό,τι δεν ταιριάζει με τις δικές μας ιδέες, με τις δική μας αντίληψη περί δημοκρατίας, περί ελευθερίας, περί απόψεων για θεμελιωμένες αρχές και αξίες, περί του «κατεπείγοντος», περί ασφάλειας, περί των πάντων – σημαντικών και ασήμαντων – το δαιμονοποιούμε. Και μέχρι ενός σημείου, καλά κάνουμε. Μέσα από τη σύγκριση και τη σύγκρουση προχωρά ο κόσμος. Ακόμη και όταν φαίνεται ότι μένει στάσιμος ή πηγαίνει προς τα πίσω. Αν μάθουμε να βλέπουμε πιο συνολικά την Ιστορία θα συνειδητοποιήσουμε ότι ακόμη και οι εμφανείς οπισθοδρομήσεις είναι, στην πραγματικότητα, ένα διάλειμμα στην εξέλιξη. Οταν βγαίνει η οδοντόπαστα από το σωληνάριο, δεν υπάρχει περίπτωση να μπει πάλι πίσω.

Τις τελευταίες ώρες, ακόμη και πριν ξεκαθαρίσουν τα αποτελέσματα, ακούω, ως αποτίμηση, ως τίτλο των αμερικανικών εκλογών αν κέρδισε ο Τραμπ ή έχασε η Χάρις. Ο,τι όμως αντιπροσωπεύουν αυτοί οι δύο είναι τόσο αρχετυπικά αντίθετο, τόσο θεμελιακά αλληλοσυγκρουόμενο που, κατά τη γνώμη μου, δεν αφήνει περιθώρια για τέτοιες λεπτές αποχρώσεις. Οταν κερδίζουν η εσωστρέφεια, η αναδίπλωση, η φοβικότητα για το μέλλον ή για οτιδήποτε «ξένο», χάνουν η εξωστρέφεια, το ανοιχτό βήμα, η ανεκτικότητα σε αυτό που, ακόμη και αν δεν το ξέρουμε, είμαστε διατεθειμένοι να το μάθουμε και να το κατανοήσουμε.

Θεωρητικά, για τους οπαδούς του δηλαδή, ο Τραμπ δεν έκανε κάπου λάθος. Επένδυσε σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά και, τελικά, «του κάνει ταμείο». Στον διχαστικό και ακραία τοξικό λόγο, σε έναν ομφαλοσκοπικό και υπαρξιακό πατριωτισμό, στον τσαμπουκά, με δυο λόγια σε αυτό που ο ίδιος καθιέρωσε ως ορισμό πολιτικής συμπεριφοράς, τον τραμπισμό. Αυτά που, εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι έχει ανάγκη η βαθιά Αμερική η οποία είναι πιο βαθιά και πιο πλατιά απ’ όσο πιστεύουμε. Που θέλει για ηγέτη της έναν πολυεκατομμυριούχο που όμως μιλάει και φέρεται (για να το φέρω στα δικά μας) σαν λιμενεργάτης παλαιάς κοπής. Και επιτρέπει στον κολλητό του και νούμερο ένα πολυεκατομμυριούχο Ιλον Μασκ, να «μπαίνει» στο οβάλ γραφείο με έναν νεροχύτη για να πικάρει την αντίπαλό του.

Λάθη

Τα λάθη της Κάμαλα; Λένε ότι ήταν αρκετά. Θα μείνω σε αυτό που έκανε σε εμένα μεγαλύτερη εντύπωση. Στην υπερχρήση των σελέμπριτις. Τόσο που, κάποια στιγμή, αναρωτιόσουν «Ποια είναι αυτή δίπλα στη Ριάνα;». Είναι κάτι ξεπερασμένο ακόμη και στην Ελλάδα. Πλέον, στα σόσιαλ μίντια οι διάσημοι καλλιτέχνες δημοσιεύουν στιγμιότυπα μέχρι και από την τουαλέτα τους. Δεν υπάρχει το δέος που φέρνει η απόσταση, το μυστήριο για τη ζωή τους. Μπορεί να κοπιάρουν το στυλ τους, τα ρούχα τους, το χτένισμα ή το μανικιούρ τους αλλά οι απόψεις τους αφήνουν τον κόσμο παγερά αδιάφορο, αρχίζουν να γίνονται αντιπαθητικοί. Θέλω να πω ότι η εικόνα του Υβ Μοντάν στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων τον Μάιο του 1968 στο Παρίσι δεν συγκρίνεται με την εικόνα της Τέιλορ Σουίφτ δίπλα στην Κάμαλα Χάρις. Οχι γιατί είναι άλλο ο Μοντάν κι άλλο η Σουίφτ αλλά γιατί είναι άλλες οι εποχές.

Το λάθος που πρέπει να αποφύγουμε εμείς; Να απαξιώσουμε τους υπερασπιστές του Τραμπ και του τραμπισμού, να τους θεωρήσουμε απλώς φασίστες. Τότε είναι που θα αποκτήσουν ακόμη μεγαλύτερη δύναμη. Δεν το λέω εγώ, η Ιστορία το λέει.