Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ περιορίζει τις προοπτικές για μια ισχυρή συμφωνία στην COP29, την παγκόσμια σύνοδο κορυφής για το κλίμα την επόμενη εβδομάδα, αφήνοντας σε Ευρώπη και Κίνα το περιθώριο των πρωτοβουλιών προκειμένου να υπάρξει πρόοδος στον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Εμπειρογνώμονες προβλέπουν αρνητικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, εκτιμώντας ότι η αλλαγή ηγεσίας στον Λευκό Οίκο θα φέρει εμπόδια στην πρόοδο τόσο για τη μείωση των εκπομπών όσο και για την αύξηση χρηματοδότησης για τις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αποκαλέσει «απάτη» την κλιματική αλλαγή.

Δηλώνει μάλιστα ότι σχεδιάζει να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία-ορόσημο του Παρισιού για το Κλίμα του 2015 κατά την έναρξη της δεύτερης προεδρίας του, ενώ πολιτικοί σύμβουλοί του ζήτησαν να αφαιρεθούν οι ΗΠΑ από την υποκείμενη Σύμβαση-Πλαίσιο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC) που επικυρώθηκε από την αμερικανική Γερουσία το 1992.

Διαπραγματευτές για το κλίμα και παρατηρητές που προετοιμάζονται για τη διάσκεψη COP29, που θα διεξαχθεί από τις 11 έως τις 22 Νοεμβρίου στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, ανέφεραν ότι η αποφασιστική νίκη του Τραμπ επί της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις αποτελεί πλήγμα στην ικανότητα των χωρών να καταλήξουν σε συμφωνία για έναν νέο παγκόσμιο οικονομικό στόχο ή να αυξήσουν τη δεξαμενή των χωρών που θα πρέπει να συνεισφέρουν. Και τα δύο αυτά ζητήματα αποτελούν κορυφαίους στόχους για την επικείμενη σύνοδο κορυφής.

Οπισθοδρόμηση

Η ΕΕ και οι ΗΠΑ είχαν σχεδιάσει να πιέσουν την Κίνα και τα πλούσια κράτη του Κόλπου να αρχίσουν να συνεισφέρουν στα ταμεία του ΟΗΕ για το κλίμα.

Η αποτυχία επίτευξης μιας ισχυρής συμφωνίας χρηματοδότησης για το κλίμα θα ήταν μια ιδιαίτερα μεγάλη οπισθοδρόμηση για την ομάδα των 45 Λιγότερο Ανεπτυγμένων Χωρών στις διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ, οι οποίες απαιτούν από τις χώρες να πληρώσουν.

«Οι εκλογές ήταν σαν ένα χαστούκι στην κλιματική πρόοδο, αλλά δεν θα σταματήσουν την παγκόσμια ώθηση για καθαρή ενέργεια», δήλωσε αξιωματούχος από τη Λατινική Αμερική, ειδικός για το κλίμα, υπογραμμίζοντας ότι η επιλογή διατήρησης των ορυκτών καυσίμων είναι αδιέξοδη.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι οι μεγαλύτεροι ρυπαντές και όπως δήλωσε η Τζένιφερ Μόργκαν, γερμανίδα υφυπουργός υπεύθυνη για θέματα διεθνούς πολιτικής για το Κλίμα, εάν ένας από τους τρεις αυτούς πυλώνες ταλαντεύεται πρέπει οι άλλοι δύο να κρατηθούν σταθεροί.

Μάλιστα, πρωτοβουλίες αμερικανικών πόλεων και πολιτειών ενισχύονται και προετοιμάζονται να καλύψουν το κενό της κεντρικής αμερικανικής διοίκησης στον τομέα του Κλίματος, ενθαρρύνοντας άλλες χώρες να συνεχίσουν να εργάζονται για την επίτευξη των κλιματικών στόχων του Παρισιού. Τέτοιες ομάδες είχαν σχηματιστεί και δρούσαν από το 2017 όταν ο πρόεδρος Τραμπ είχε αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού, κίνηση που αντέστρεψε η κυβέρνηση Μπάιντεν.