Πενήντα και ένα χρόνια αύριο από την κορύφωση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Φέρνω στον νου μου τις ίδιες και τις ίδιες φωτογραφίες που ανεβαίνουν, λόγω της επετείου, στο Διαδίκτυο. Το τρόλεϊ με τα γραμμένα επάνω του συνθήματα, οι νεαροί με τα πλακάτ, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες σκαρφαλωμένοι στα κάγκελα, το τανκ που σπάει την πύλη. Σαν να ακούω τη φωνή της Μαρίας Δαμανάκη στο «Εδώ Πολυτεχνείο, ο σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων» και τον Δημήτρη Παπαχρήστο να φωνάζει «Είμαστε αδέλφια».

Τα θυμάμαι ή μήπως η μνήμη χτίσθηκε τα κατοπινά χρόνια από τις επαναλήψεις των εικόνων και των ηχητικών; Μήπως σμιλεύτηκε εκ των υστέρων από το συναίσθημα; Ουδεμία σημασία έχει. Οταν ο Φελίνι διηγούταν τα παιδικά του χρόνια στο Ρίμινι και η μητέρα του τού έλεγε ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι, της απαντούσε: «Αφού έτσι τα θυμάμαι, έτσι έγιναν». Είναι η «πολυτέλεια» που δικαιούσαι όταν έχεις ζήσει την Ιστορία από πρώτο χέρι και μάλιστα στην τρυφερή ηλικίας της προεφηβείας που ήμουν εγώ τότε. Μπερδεύεις τα πραγματικά γεγονότα με τις εικόνες που σχημάτιζε η φαντασία σου όταν έκλεινες τα μάτια. Ετσι έκανα. «Κυκλοφορούσα» με το μυαλό μου μέσα στις αίθουσες του Πολυτεχνείου. Τι να συζητούσαν οι φοιτητές; Τι ένιωσαν όταν άκουσαν τον θόρυβο του τανκ; Τι είπε ο Κώστας Λαλιώτης όταν, 22 χρονώ παιδί, βγήκε να διαπραγματευτεί με τους εκπροσώπους των συνταγματαρχαίων; Και όταν, τα κατοπινά χρόνια, μου δόθηκε η ευκαιρία να τον ρωτήσω, δεν το έκανα. Οχι μόνο διότι ήξερα ότι δεν θα μου απαντούσε (δεν υπήρχε περίπτωση) αλλά επειδή προτιμούσα να κρατήσω τη δική μου θεώρηση για εκείνες τις ημέρες. Κάτι μεταξύ της πραγματικότητας και της επεξεργασίας της από ένα παιδικό μυαλό. Το ίδιο συμβαίνει μέχρι σήμερα και με τις μαρτυρίες των πρωταγωνιστών. Τις ακούω συνεπαρμένη αλλά γρήγορα εξανεμίζονται. Και η αλήθεια κατακάθεται όχι ως διαπίστωση ή γνώση αλλά ως αίσθηση.

Μία αίσθηση είναι, τελικά, η Ιστορία όταν δεν συμμετείχες ακριβώς σε αυτήν αλλά την έχεις παρακολουθήσει σε «ζωντανή μετάδοση». Αυτά καθαυτά τα γεγονότα που συνθέτουν την πιο ηρωική μαζική πράξη της γενιάς μου, σήμερα μου φαίνονται άλλοτε πολύ κοντινά και άλλοτε πολύ μακρινά. Εξαρτάται από το πού «κοιτάω». Οταν κοιτάω προς το παρελθόν, μου φαίνονται χθεσινά. Σαν να νιώθω τη μυρωδιά εκείνων των ημερών και να ξαναζώ το δέος ενός παιδιού απέναντι σε κάτι τεράστιο που σπάει τον φλοιό της πραγματικότητας και αναδεικνύει ως ήρωες τους καθημερινούς ανθρώπους. Οταν όμως κοιτάω προς το μέλλον, όπως προχθές που θέλησα να μιλήσω στα μικρανίψια μου για την επέτειο, μου φαίνονται πολύ μακρινά. Σαν σελίδες Ιστορίας που η προσωπική μου αίσθηση μπορεί και τις παραποιεί. Και αυτό μού προκαλεί αμηχανία.

Γιατί όμως; Σελίδες Ιστορίας ήταν για μένα και αυτά που είχαν ζήσει οι παππούδες μου. Διότι από το Πολυτεχνείο έως σήμερα έχουν περάσει ακριβώς όσα χρόνια είχαν περάσει από τη Μικρασιατική Καταστροφή έως το Πολυτεχνείο. Μόνο που τότε η Ιστορία ήταν ακόμη ζώσα; Σήμερα είναι;