Αυτήν την εβδομάδα θα βγω με φίλους για φαγητό. Και αισθάνομαι ευτυχής διότι πάνω από τη σαλάτα και μέσα στα ποτήρια θα βρούμε όλα αυτά που η πολιτική προσφέρει ως συνοδευτικά ενός ωραίου δείπνου με φίλους. Σενάρια για ταβέρνα. Τι ακριβώς συνέβη με τον Σαμαρά; Για ποιον λόγο επιδίωξε τη διαγραφή του; Και, κυρίως, τι πρόκειται να κάνει στη συνέχεια; Να πάει με τον Βελόπουλο, θα πει κάποιος. Αποκλείεται. Να πέσει πάλι σε Κυριάκο; Δύσκολα. Μήπως συνδεθεί πολιτικά με τη Λατινοπούλου; Κάτι σαν πατρική φιγούρα σε μία βαλκανική εκδοχή της Μελόνι.
Πώς ήταν ο Μάικλ Κέιν που εκπαίδευε τη Ρίτα; Κάτι τέτοιο. Αυτό θα ήταν μία πρόκληση, ένα ωραίο αστείο που, όμως, θα τελείωνε νωρίς. Μετά κάποιος από την παρέα, τσιμπώντας μία πατάτα, θα αναρωτηθεί αν υπάρχουν και άλλοι βουλευτές που θα ακολουθούσαν τον Σαμαρά σε ένα ultra δεξιό κόμμα που είναι και της μόδας. Μα να έχει όρεξη, σε τέτοια ηλικία, να κάνει τον κομματάρχη και τον παιδονόμο σε μικρά δεξιά στρουμφάκια; Γιατί όχι; Θα είναι το σίκουελ του 1993 με την ανατροπή ενός ακόμα Μητσοτάκη.
Θα παρέμβω στη συζήτηση και θα πω ότι το θέμα δεν είναι πολιτικό, αλλά βαθιά ανθρώπινο. Οσο μεγαλώνει ο άνθρωπος τόσο γίνεται και πιο αυθόρμητος, απελευθερώνεται από αναστολές του παρελθόντος και εκδηλώνει ακόμα και τις μύχιες σκέψεις και επιθυμίες του.
Ο Σαμαράς απεχθάνεται τους Μητσοτάκηδες. Και τα αισθήματα είναι, φυσικά, αμοιβαία. Συνεπώς πράττει κατά πώς αισθάνεται, δεν χρειάζεται να αναζητούμε κάποιο σχέδιο που εκτυλίσσεται στο παρασκήνιο. Μέχρι να έρθει ο χαλβάς θα έχουμε εξετάσει τα πάντα. Και αν πάει ο Μητσοτάκης σε εκλογές για να αναζητήσει επιβεβαίωση;
Μπορεί πάντα να δραπετεύσει προς τις Βρυξέλλες από το να κάθεται εδώ και να παζαρεύει για συγκυβέρνηση. Και να αφήσει στη θέση του τον Δένδια που είναι δεξιός με πιστοποίηση ποιότητας για να μαζέψει τα αμνοερίφια που σαγηνεύονται από ακροδεξιές φλογέρες. Ολα είναι πιθανά και ανοιχτά. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τον λογαριασμό, της ταβέρνας, θα τον πληρώσουμε ρεφενέ. Οπως συμβαίνει και με τους λογαριασμούς που στέλνει η πολιτική.