Μόλις είχαν ολοκληρώσει ένα απολαυστικό γεύμα που είχε ετοιμαστεί στη σκεπασμένη με κεραμίδια κουζίνα πάνω στο κατάστρωμα του πλοίου. Λίγα κουκούτσια από ελιές είχαν απομείνει μέσα στα πολύχρωμα γυάλινα μικρά σκεύη, πάνω στο μαρμάρινο μακρόστενο τραπέζι, όταν οι πρώτες νότες από τον αυλό άρχισαν να ακούγονται στον αέρα και το επιτραπέζιο παιχνίδι με τους μπλε πεσσούς (πιόνια) είχε ήδη τοποθετηθεί σε καίρια θέση περιμένοντας τους υποψήφιους παίκτες. Κανείς από τους συνδαιτυμόνες που θαύμαζαν με την άκρη του ματιού τους το χρυσό δαχτυλίδι που κοσμούσε το χέρι της κυρίας που βρισκόταν στη συντροφιά τους δεν περίμενε ότι το ξύλινο – από μαδέρια φτελιάς – πλοίο θα βρισκόταν σε λίγα λεπτά στον βυθό, ανοιχτά των Αντικυθήρων. Ούτε ότι ό,τι θα απέμενε από εκείνους, μαζί με όλα τα χρηστικά αντικείμενα που ως εκείνη τη στιγμή τούς συντρόφευαν στο ταξίδι τους, θα βρίσκονταν 22 αιώνες αργότερα σε προθήκες ως μάρτυρες ενός από τα σημαντικότερα, πλουσιότερα, αλλά και γεμάτα αινίγματα ναυάγια του αρχαίου κόσμου.
Το παραπάνω στιγμιότυπο είναι προφανώς αποτέλεσμα μυθοπλασίας. Τα αρχαιολογικά ευρήματα, όμως, που συνθέτουν την έκθεση «124 χρόνια υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας στο ναυάγιο των Αντικυθήρων, 1900-2024», η οποία εγκαινιάστηκε παρουσία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και του υπουργού Υγείας Αδωνη Γεωργιάδη το βράδυ της Δευτέρας στο Ιδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη (κύριος χορηγός του ερευνητικού προγράμματος «Επιστροφή στα Αντικύθηρα, 2012-2025»), το υποστηρίζουν χωρίς αμφιβολία.
Περί τα 80 αντικείμενα έχουν βρει τη θέση τους στην ιστορική βιβλιοθήκη του Ιδρύματος και στην τρίτη κατά σειρά έκθεση που φιλοξενείται στον χώρο (οι προηγούμενες πραγματοποιήθηκαν το 2016 και το 2017), σε επιμέλεια των Αγγελικής Σίμωσι, Στέλλας Αργύρη και Χρύσας Φουσέκη. Και δημιουργούν στον επισκέπτη την αίσθηση ότι βρίσκεται πάνω στην ολκάδα – το μήκους 40 μ., πλάτους 14 μ. και βυθίσματος 6,5 μ. πλοίο που έπεσε θύμα των θυελλωδών ανέμων και των επικίνδυνων ρευμάτων στο θαλάσσιο πέρασμα των Αντικυθήρων. «Χαϊδεύει» το σκαρί του, περπατάει στο κατάστρωμά του, περιηγείται τα αμπάρια του, «συνομιλεί» με τους επιβάτες του.
Γερό και γέρικο σκαρί. Τέσσερα μαδέρια από το πέτσωμα του πλοίου από ξύλο φτελιάς με τα χάλκινα καρφιά τους είναι εκείνα που υποδέχονται τον επισκέπτη που συνειδητοποιεί ότι το σκαρί ήταν κατασκευασμένο για μεταφορά μεγάλων φορτίων. Τα φύλλα μολύβδου – εκτίθενται δίπλα – με τα οποία ήταν επενδυμένα τα ξύλα ήταν εκείνα που επέτρεψαν στο σκαρί να είναι αξιόπλοο για περίπου 150 χρόνια, καθώς εκτιμάται ότι κατασκευάστηκε περί το 220 π.Χ. και βυθίστηκε το 60 π.Χ.
Αγκυρες και πανιά. Μία από τις πέντε λίθινες άγκυρες του πλοίου, ο εξολκέας της – ο μολύβδινος δακτύλιος που χρησιμοποιούνταν για την απελευθέρωσή της –, η καταπειρατηρία – μια λίθινη βολίδα μέτρησης και ανίχνευσης του βυθού – και τα χάλκινα δαχτυλίδια που βοηθούσαν στο ανέβασμα και το κατέβασμα των πανιών είναι μερικά μόνο από τα εξαρτήματα του πλοίου.
Επιβάτες. Μπορεί τα αποτελέσματα DNA του οστεολογικού υλικού (σπάνιο εύρημα για ναυάγιο) που έχει ανελκυστεί από το ναυάγιο των Αντικυθήρων να μην έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, αλλά είναι βέβαιο πως μια γυναίκα επέβαινε στο πλοίο, στην οποία ίσως ανήκε και το χρυσό δαχτυλίδι της έκθεσης. Ενα κρανίο, δόντια και οστά μάς επιτρέπουν να «συναντήσουμε» τους επιβάτες του.
Καλοπέραση. Διόλου άσχημα δεν φαίνεται να περνούσαν οι επιβαίνοντες στην ολκάδα. Το κοκκινωπό μαρμάρινο τραπέζι με το υπερυψωμένο χείλος περιμετρικά ώστε να συγκρατούνται τα αντικείμενα σε περίπτωση τρικυμίας – όπως τα πολύχρωμα ψηφιδωτά γυάλινα σκεύη –, οι μπλε πεσσοί από ένα επιτραπέζιο παιχνίδι αλλά και ο οστέινος αυλός δείχνουν πως η ζωή στο πλοίο ήταν ευχάριστη. Οι πυρήνες ελιάς μάς δίνουν μια ιδέα για τις διατροφικές τους συνήθειες, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουμε προς το παρόν τι μαγείρευαν στη σκεπασμένη με κεραμίδια (που εκτίθενται) κουζίνα του καταστρώματος.
Από τον Μηχανισμό; Τη φαντασία εξάπτει το χάλκινο δισκοειδές αντικείμενο με παράσταση βοοειδούς που ελέγχεται αν αποτελεί χαμένο εξάρτημα του διάσημου Μηχανισμού που μετέφερε το πλοίο.
Στα αμπάρια. Ενα ολόκληρο μουσείο κρυβόταν στα αμπάρια της ολκάδας που μπορούσε να μεταφέρει φορτίο 250 τόνων. Μια γεύση μόνο μπορούν να δώσουν τα μασίφ χάλκινα δόρατα βάρους περίπου 12 κιλών το καθένα που ανήκαν σε κάποια γλυπτά. Τα μικρά και μεγάλα αγγεία – μερικά από τη φετινή ανασκαφική «σοδειά», ακόμη μέσα στις δεξαμενές αφαλάτωσης. Το υπερμέγεθες μαρμάρινο κεφάλι Ηρακλή που εντοπίστηκε κάτω από έναν βράχο και ίσως να ανήκει στον ακέφαλο ημίθεο που από το ίδιο ναυάγιο ανελκύστηκε το 1900 και βρίσκεται στο αίθριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Και αρκετά άκρα μαρμάρινων αγαλμάτων. Βαριά διαβρωμένα όσα ήταν εκτεθειμένα στους θαλάσσιους μικροοργανισμούς και σε άψογη κατάσταση διατηρημένα όσα είχαν καλυφθεί από την ιλύ του βυθού, ακόμη και αν επρόκειτο για την παλάμη και τα δάχτυλα του ίδιου χεριού.