Το 1982, στο περιοδικό «Χρονικό», δημοσίευσα ένα κείμενο για τη δραματουργία που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κυρίως την περίοδο της Κατοχής και λίγο πριν – λίγο μετά τον Εμφύλιο. Επιτρέψτε μου να ανατρέξω σήμερα σε ορισμένα καθοριστικά σημεία αυτού του κειμένου, λίγο μόλις καιρό μετά τη συμπλήρωση 84 χρόνων από την 28η Οκτωβρίου 1940: «Πρέπει εξαρχής να επισημανθεί πως η καθολική αντίσταση του ελληνικού λαού στον κατακτητή ουσιαστικά έμεινε ανεκμετάλλευτη από τους έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. Το πράγμα δεν είναι χωρίς εξήγηση: οι πολιτικές, ιδιαίτερα, συνθήκες που επικράτησαν ύστερα από την απελευθέρωση ήταν σαφώς απαγορευτικές και κάθε απόπειρα, ακόμα και απλού υπαινιγμού σε θεματολογία σχετική με τα ηρωικά εκείνα χρόνια, οδηγούσε κατευθείαν στα κάτεργα ή στα ξερονήσια. Ετσι, έργα που πρόφτασαν να παιχτούν πριν από τον Εμφύλιο καταχωνιάστηκαν και δεν είδαν ποτέ ξανά το φως, παρά πρόσφατα. Οσα γράφτηκαν και δεν πρόλαβαν να παρασταθούν έμειναν για πολλά χρόνια στο συρτάρι.

Παρ’ όλ΄αυτά, αν περιοριστούμε σε γυμνούς αριθμούς, ο αριθμός των έργων που αναφέρονται στην Αντίσταση είναι απελπιστικά μικρός, αν λάβει κανείς υπόψη του και το πλήθος των εμπειριών και την καθολικότητα των φαινομένων, ακόμη και την ποικιλία των ερμηνειών και τη δεδομένη ύπαρξη αντιφάσεων. Αναφέρομαι, βέβαια, σε κείμενα ή παραστάσεις που καλύπτουν την καθιερωμένη περιοχή της θεατρικής αγοράς. Η έρευνα είναι δυσχερής και τα στοιχεία ελάχιστα για έργα και παραστάσεις ειδικών συνθηκών. Υπάρχουν πληροφορίες ότι πάμπολλα έργα γράφτηκαν και παίχθηκαν στις φυλακές και στις εξορίες. […] Από τα έργα που πρόφτασαν να παρασταθούν και να συζητηθούν εντοπίζω τη σάτιρα του Ν. Τσεκούρα “Αν δουλέψεις, θα φας”, το ιδεολογικό, πολλά υποσχόμενο, δράμα του Κ. Κοτζιά “Ξύπνημα”, την κωμωδία του Δημήτρη Ψαθά “Φον Δημητράκης”, το δράμα του Ηλία Βενέζη “Μπλοκ C” και τη σατιρική κωμωδία των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου “Οι Γερμανοί ξανάρχονται”. Πρέπει εδώ, επίσης, να προσθέσω την παρωδία του Ψαθά “Ιφιγένεια η εν μαύροις”, που κινείται κυρίως στο ύφος του επιθεωρησιακού σκετς.

Από αυτά μόνο το έργο του Κοτζιά έχει σαφώς ιδεολογικό – πολιτικό περιεχόμενο, αφού αναφέρεται στην ένταξη και τη συνειδητοποίηση της ανάγκης για οργανωμένη δράση. Ο Βενέζης, πάλι, ενώ καταγράφει ένα πραγματικό γεγονός, παρακάμπτει το πρόβλημα και περιορίζεται στα ψυχολογικά προβλήματα μιας ομάδας καταδικασμένων σε θάνατο φυλακισμένων. Ο Τσεκούρας, με φόντο την Κατοχή, σατιρίζει τα προβλήματα της πλουτοκρατίας. Ο Ψαθάς, ο πιο ταλαντούχος συγγραφέας της ομάδας, έγραψε τον “Φον Δημητράκη”, ίσως την καλύτερη κωμωδία του, αλλά η θέση της Αντίστασης φωτίζεται μόνο από την άρνηση του κεντρικού χαρακτήρα. Από την άλλη μεριά, “Οι Γερμανοί ξανάρχονται”, έργο τεχνικά άρτιο, είναι στη βάση του αντιδραστικό, αφού η επιστροφή των κατακτητών επισείεται σαν μπαμπούλας στις μεταπελευθερωτικές εξελίξεις.

Από τα έργα που γράφτηκαν, τυπώθηκαν, αλλά δεν παίχθηκαν παρά πρόσφατα, εντοπίζω την τραγωδία του Βασίλη Ρώτα “Τα ελληνικά νιάτα”, το σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, έργο που αντλεί το θέμα του από την Αντίσταση, βρίσκει τον ανάλογο τόνο στη γραφή και αντιμετωπίζει τα γεγονότα με ψυχραιμία και εντιμότητα. Δομημένο πάνω στη φόρμα της αρχαίας τραγωδίας. Σε ρητορικότερο τόνο, αλλά με τις ίδιες προθέσεις, είναι το λαϊκό, θα έλεγα, ορατόριο του Λουκή Ακρίτα “Ομηρος”, έργο που τυπώθηκε αργότερα, παίχθηκε στο ραδιόφωνο και στη σκηνή, και παραστάθηκε μόνο από το κρατικό θέατρο της Κύπρου. Εργο γραμμένο με ειλικρίνεια, διέπεται από μιαν ανθρωπιστική ιδεολογία δεσπόζουσα. […] Από τα έργα που γράφτηκαν πολύ αργότερα επισημαίνω δύο: την “Αντιγόνη της Κατοχής” του Νότη Περγιάλη, κείμενο με σημαντικά προσόντα, αλλά με παγιδευμένη δομή στο μεγάλο πρότυπο του Σοφοκλή, και την έξοχη διασκευή του Γεράσιμου Σταύρου “Καληνύχτα, Μαργαρίτα” από το θαυμάσιο διήγημα του Δημήτρη Χατζή “Μαργαρίτα Περδικάρη”. Θα έλεγα πως το έργο του Σταύρου κατορθώνει να συνδυάσει τα προσόντα του Τσεκούρα, του Κοτζιά, του Ψαθά και του Περγιάλη. Τέλος, να αναφέρω το μεγάλο, κατά τη γνώμη μου, έργο του Σικελιανού “Ο θάνατος του Διγενή” που, ενώ εξωτερικά δεν φαίνεται να αφορά την Αντίσταση, έχω την άποψη πως την αντανακλά. Στο έργο αυτό ακούγονται σαφείς νύξεις για έναν νέο κόσμο, μια νέα κοινωνία και ένα νέο ήθος ζωής».