Τίποτα καινούργιο για τα ελληνικά πράγματα δεν μας λέει η Ανγκελα Μέρκελ στα πολύκροτα απομνημονεύματά της, που κυκλοφορούν σε λίγο από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Και την αβουλία του Γιώργου Παπανδρέου και την αδυναμία του Αντώνη Σαμαρά να επωμιστεί τις συνέπειες πλήρους μεταρρυθμιστικού προγράμματος τις ξέραμε και τις επισημαίναμε τότε που ήταν χρήσιμο. Κατά τη γνώμη μου, ούτε όσα λέει για τον Αλέξη Τσίπρα είναι άγνωστα – αν και πιστεύω ότι υπήρξε θύμα μιας ιδιαίτερης γοητείας που ασκούσε ο νεανικός αριστερισμός του πρωθυπουργού το διάστημα 2015-19. Εν πάση περιπτώσει, κατανοώ απολύτως την αποδοχή εκ μέρους της Μέρκελ του αριστερού κυνισμού με τον οποίο είχε οπλιστεί ο Τσίπρας στις «διαπραγματεύσεις» των πρώτων μηνών του 2015. Στην ουσία, υπέρ των γερμανικών συμφερόντων απέληγε η στάση του. Κι ίσως γι’ αυτό ισχυρίζεται ότι ο Τσίπρας ήξερε καλά αγγλικά – ενώ εμείς ξέρουμε ότι έκανε προσπάθειες να δείξει ότι τουλάχιστον ξέρει καλά ελληνικά. Ισως γι’ αυτό, εξάλλου, δεν κάνει μνεία ορισμένων ακραίων συμπεριφορών, όπως π.χ. η παρουσία στην καγκελαρία του έλληνα πρωθυπουργού χωρίς τον φάκελο με τα χαρτιά του, που έδειχνε καλά τι εννοούσαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ όταν μιλούσαν για διαπραγματεύσεις.
«Ο Τσίπρας μού εξήγησε πως ήταν σημαντικό να δείξει στους πολίτες με έναν πειστικό τρόπο ότι η νέα κυβέρνηση είχε εξαντλήσει κάθε περιθώριο προκειμένου να απαλλαγεί από τη μισητή τρόικα». Ετσι εξηγεί η Μέρκελ την καταφυγή του Τσίπρα σε δημοψήφισμα. Θεωρεί ότι δεν ήταν κάτι σοβαρό, ότι επρόκειτο για ένα δημαγωγικό τρικ. Στην ουσία, μας πληροφορεί ότι ο Τσίπρας είχε κάνει πρόβες πολύ καιρό για την κωλοτούμπα, απλώς έπαιζε μια κωμωδία ενώπιον του αριστερού ακροατηρίου του για να συμμετάσχει τελικά κι αυτό στο δράμα.
Εκ των υστέρων, δηλαδή, η πρώην καγκελάριος αναφέρεται με συμπάθεια σε έναν τυχοδιώκτη που κορόιδευε τους οπαδούς του, σε έναν λαϊκιστή που πολιτεύτηκε με τακτικισμούς. Από την άποψη αυτή, είναι πολύ χρήσιμη η μαρτυρία της: επιβεβαιώνει ότι, τελικά, ο Τσίπρας δεν ήταν παρά ένας επιβήτωρ της εξουσίας – με άλλοθι την ιδεολογία και την επίκληση του λαού και της Αριστεράς.
Από αυτή τη μαρτυρία, όμως, προκύπτει μείζον ηθικό θέμα για τους σημερινούς συριζαίους, τα στελέχη, τους διανοούμενους, τους οπαδούς και τους ψηφοφόρους του κόμματος. Πώς βολεύουν τα σημερινά επιχειρήματά τους για την ανασύνταξη του εν λόγω χώρου χωρίς να λένε ούτε λέξη, χωρίς να απαντούν στα ερωτήματα που εγείρονται και, κυρίως, χωρίς να απορρίπτουν τη συριζαϊκή δημαγωγία; Πώς συμφιλιώνονται με το ψέμα και την υποκρισία; Γιατί δεν αποδέχονται ότι αυτό το ψέμα ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του λεγόμενου προοδευτικού «αριστερού λαϊκισμού»;
Προσωπικώς, κατανοώ το γιατί. Επειδή αν αποδεχτούν όσα μαρτυρεί η Μέρκελ, επί της ουσίας αυτοκαταργούνται οι ίδιοι. Καταρρέει όχι απλώς το δήθεν ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς αλλά ο ίδιος ο λόγος της πολιτικής παρουσίας τους: η επιθυμία τους να εκφράσουν την «προοδευτική» Ελλάδα, να οδηγήσουν τις εξελίξεις υπέρ των λαϊκών συμφερόντων. Ακόμα κι αν οι πολίτες επιδίωκαν αυτούς τους στόχους, η ηγεσία τους τους κορόιδευε, μαζί με τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Και είχε ξεπουλήσει ό,τι δήθεν υπερασπιζόταν.
Δεν αμφιβάλλω ότι θα κρυφτούν πίσω από το δάχτυλό τους, λέγοντας ψέματα και στον εαυτό τους, ότι ο Τσίπρας είχε ετοιμάσει μια επανάσταση στη χώρα. Δεν έπρεπε να έχουν μάθει, εκ του αποτελέσματος, ότι το ψέμα έχει κοντά ποδάρια;