Η δημοσκόπηση της Μetron Analysis για το MEGA έρχεται να αποτυπώσει τον πολιτικό συσχετισμό όπως αυτός διαμορφώνεται μετά την ολοκλήρωση και των διαδικασιών εκλογής ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ, την οριστική ρήξη με τον Στέφανο Κασσελάκη και την ίδρυση Κινήματος Δημοκρατίας.
Και αυτό που δείχνει είναι ότι η ελληνική κοινωνία παραμένει πλειοψηφικά δυσαρεστημένη με την ακρίβεια να παραμένει ο βασικός λόγος της οργής της και τη ΝΔ να εισπράττει αυτό το κόστος, με αποτέλεσμα να παγιώνεται η εικόνα ότι η αυτοδυναμία είναι πλέον ανέφικτη για το κυβερνών κόμμα.
Την ίδια στιγμή, το ΠΑΣΟΚ παγιώνεται στη δεύτερη θέση, με δεδομένη και τη συνεχιζόμενη υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ και την ίδρυση του Κινήματος Δημοκρατίας από τον Στέφανο Κασσελάκη, που προς το παρόν δεν δείχνει να μπορεί να περάσει το κατώφλι του 3%. Από την άλλη, έστω και με αυξομειώσεις παγιώνεται ένας ισχυρός πόλος στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, καταδεικνύοντας ότι η ευρύτερη ενίσχυση της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη αφορά και τη χώρα μας.
Παραμένουν υψηλά τα ποσοστά δυσαρέσκειας
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δημοσκόπησης τα δύο τρίτα των πολιτών (66%) πιστεύουν ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς τη λάθος κατάσταση και μόνο το 28% πιστεύει ότι πηγαίνουν προς τη σωστή.
Ως προς τους λόγους της δυσαρέσκεια πρωταγωνιστούν η ακρίβεια (41%) και η οικονομία (26%), πράγμα που σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή οι πολίτες αισθάνονται πρωτίστως δυσαρεστημένοι με την οικονομική τους κατάσταση και τη συνεχιζόμενη και εντεινόμενη «κρίση κόστους ζωής».
Όλα αυτά αποτυπώνονται σε μια έντονα αρνητική αξιολόγηση για την κυβέρνηση με το 66% να έχει αρνητική γνώμη και μόλις το 26% να έχει θετική γνώμη, πράγμα που εξηγεί ως ένα βαθμό και την υποχώρηση της ΝΔ ως προς τη συνολικότερη πολιτική επιρροή.
Αυτή η αρνητική αξιολόγηση δεν περιορίζεται μόνο στην κυβέρνηση αλλά και στο πρόσωπο του ίδιου του πρωθυπουργού που πλέον μετράει 65% αρνητικές γνώμες και μόλις 29%, πράγμα επίσης σημαντικό, εάν αναλογιστούμε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επιμείνει ιδιαίτερα στο να ταυτίσει την κυβέρνηση με τη δική του ηγεσία.
Γι’ αυτό και ο δεικτης οικονομικής εμπιστοσύνης (ο μέσος όρος του ισοζυγίου της αξιολόγησης της σημερινής οικονομικής κατάστασης της χώρας [θετικά-αρνητικά] και του ισοζυγίου της πρόβλεψης για την οικονομία [θα καλυτερέψει – θα χειροτερέψει]) παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.
Και πάλι σε αυτή την έρευνα καταγράφεται ότι ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού (45%) αισθάνεται ότι είναι «έξω από το κάστρο» δηλαδή σε μια θέση ευάλωτη
Το ενδιαφέρον είναι ότι σε αυτή την ευάλωτη συνθήκη αισθάνονται ότι βρίσκονται πρωτίστως όσοι δηλώνουν ότι ανήκουν στην εργατική τάξη (69%), οι μικρομεσαίοι (55%) και οι αγρότες (55%), αλλά και ένα σημαντικό ποσοστό της μεσαίας τάξης (48%).
Πώς βλέπουν οι πολίτες τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
Η δημοσκόπηση περιλάμβανε και δύο ερωτήσεις για ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το θέμα αποκτά και μια ευρύτερη πολιτική σημασία, εάν σκεφτούμε ότι η ρήξη με τον Αντώνη Σαμαρά, που οδήγησε και στην αποπομπή από τη ΝΔ, είχε να κάνει και με διαφωνίες σε σχέση με την ασκούμενη πολιτική για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Καταρχάς, η πλειοψηφία των πολιτών πιστεύουν ότι παρά την προσπάθεια για «χαμηλούς τόνους» από την κυβέρνηση, εκτιμά ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα επιδεινωθούν (54%) ενώ το 33% πιστεύει ότι θα βελτιωθούν
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον πάντως έχει το πώς βλέπουν οι πολίτες τον διάλογο ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Εδώ καταγράφεται μια οριακή πλειοψηφία (51%) υπέρ ενός διαλόγου πάνω σε όλα τα ζητήματα που θέτουν και οι δύο πλευρές, ενώ ένα 26% υποστηρίζει ότι ο διάλογος πρέπει να γίνει μόνο για τα ζητήματα που θέτει η ελληνική πλευρά. Αντιθέτως, υπάρχει και ένα μειοψηφικό αλλά όχι ευκαταφρόνητο (και με εμφανή πολιτικό αντίκτυπο) 21% που επιμένει ότι δεν υπάρχει περιθώριο διαλόγου ανάμεσα στις δύο χώρες.
«Πρωταθλητής» στις θετικές γνώμες ο Σωκράτης Φάμελλος – καταλληλότερος για πρωθυπουργός ο Κανένας
Ως προς τις δημοτικότες των πολιτικών αρχηγων η εικόνα διαμορφώνεται ως εξής. Στην ερώτηση για τη γενική δημοτικότητα, δηλαδή το εάν οι πολίτες έχουν θετική γνώμη για έναν πολιτικό, οι πολίτες φέρνουν στην πρώτη θέση τον νέο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλο με 47%, πάνω από τον Νίκο Ανδρουλάκη που παίρνει 43%, σε ανοδική πορεία και τον Δημήτρη Κουτσούμπα με 41%. Αντιθέτως, το 37% του πρωθυπουργού αποτυπώνει μια δυσαρέσκεια που τον αφορά και προσωπικά.
Όπως έχουμε δει και σε προηγούμενες δημοσκοπήσεις τα πράγματα αλλάζουν όταν συζητάμε ποιον κρίνουν οι πολίτες ως καταλληλότερο για πρωθυπουργό. Εδώ παρατηρούμε και πάλι το φαινόμενο οι πολίτες να προκρίνουν… τον Κανένα αφού αυτή επιλογή συγκενετρώνει το 34%, την ώρα που ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται στο 30%. Ο Νίκος Ανδρουλάκης στο 8% έχει μια άνοδο από την προηγούμενη μέτρηση, όμως το ποσοστό αυτό υπολείπεται σημαντικά του ποσοστού που λαμβάνει το κόμμα του στις δημοσκοπήσεις.
Η δημοσκόπηση της Metron Analysis καταγράφει και το πώς μεταβλήθηκαν αυτές οι τάσεις μετά την ίδρυση του Κινήματος Δημοκρατίας και την ανάδειξη νέας ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι βασικές τάσεις δεν αλλάζουν πολύ, πέραν μιας μικρής υποχώρησης του πρωθυπουργού, της μικρής ανόδου του Νίκου Ανδρουλάκη και της καταγραφής και του Σωκράτη Φάμελλου.
Πώς διαμορφώνονται οι κομματικοί συσχετισμοί και η πρόθεση ψήφου
Ως προς τη διαμόρφωση των κομματικών συσχετισμών, η δημοσκόπηση εξετάζει καταρχάς τα όρια της εκλογικής επιρροής των κομμάτων. Εδώ το ΠΑΣΟΚ παραμένει το κόμμα με τη μεγαλύτερη δυνητική επιρροή (46%), με τη Νέα Δημοκρατία να βρίσκεται στο 41% και το ΚΚΕ στο 27%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί στο 23%.
Ενδιαφέρον έχει και το πώς οι πολίτες απαντούν σε διάφορα ερωτήματα ως προς το πώς βλέπουν τα κόμματα. Βλέπει κανείς έτσι ότι η ΝΔ έχει την ισχυρότερη αποτίμηση σε σχέση με το ότι φαντάζει ένα πιο ενωμένο κόμμα και το χαμηλότερο ποσοστό σε σχέση με το εάν βρίσκεται κοντά στην κοινωνία. Αντίστοιχα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το υψηλότερο ποσοστό του στο ερώτημα εάν κοντά στις ιδέες των ερωτώμενων, και το χαμηλότερο σε σχέση με την ενότητά του. Αντίστοιχα, το ΠΑΣΟΚ έχει το υψηλότερο ποσοστό στην ερώτηση για τις προοπτικές για το μέλλον και το χαμηλότερο στην ερώτηση για την ικανότητα του αρχηγού. Το ΚΚΕ πάλι είναι ένα κόμμα που φαντάζει πολύ ενωμένο και πιο κοντά στην κοινωνία εάν κρίνουμε από τα ποσοστά που παίρνει στις αντίστοιχες ερωτήσεις. Και βέβαια δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον ότι οι πολίτες δίνουν το υψηλότερο ποσοστό σε ερωτήσεις για την ικανότητα του αρχηγού και το εάν ένα κόμμα είναι κοντά στην κοινωνία στο «Κανένα».
Και ερχόμαστε στην ερώτηση για την πρόθεση ψήφου των πολιτών. Η ΝΔ φαίνεται να είναι περίπου στο ίδιο ποσοστό (22,6%), ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί στο 5,7%, πληρώνοντας το τίμημα της εσωκομματικής κρίσης, το ΠΑΣΟΚ περίπου στα ίδια (15,1%), ενώ άνοδο καταγράφουν το ΚΚΕ (8%), η Ελληνική Λύση (8,1%) και η Φωνή της Λογικής (4,5%). Αντιθέτως, στην πρώτη μέτρησή του το Κίνημα Δημοκρατίας του Στέφανου Κασσελάκης δεν εμφανίζει πρόθεση ψήφου μεγαλύτερη από το 1.8%.
Ενδιαφέρον έχει να δούμε πώς είναι τα αποτελέσματα μετά την ίδρυση του Κινήματος Δημοκρατίας και την ανάδειξη της νέας ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ, οπου καταγράφεται άνοδος και στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ και στο ΚΚΕ και στην Ελληνική Λύση αλλά και ένα ποσοστό πάνω απο το 3% στο κόμμα που ίδρυσε ο Στέφανος Κασσελάκης.
Ως προς τις τάσεις συσπείρωσης και αποσυσπείρωσης των κομμάτων η ΝΔ έχει απώλειες προς το ΠΑΣΟΚ και τη Φωνή της Λογικής σε σημαντικό βαθμό και σε μικρότερο προς την Ελληνική Λύση, ο ΣΥΡΙΖΑ που έχει εντυπωσιακά χαμηλή συσπείρωση (37%) έχει απώλειες προς το ΠΑΣΟΚ, το Κίνημα Δημοκρατίας, το ΚΚΕ, το ΠΑΣΟΚ και την Πλεύση Ελευθερίας, ενώ το ΠΑΣΟΚ με την εντυπωσιακή συσπείρωση του 87,8% έχει μικρές διαρροές προς τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ως προς το πώς κατανέμεται η πρόθεση ψήφου στην κλίμακα Αριστερά-Δεξιά, ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί ισχυρή παρουσία μόνο σε όσους δηλώνουν Αριστεροί, το ΠΑΣΟΚ έχει την ισχυρότερη παρουσία σε όσους αναφέρονται στην Κεντροαριστερά και το Κέντρο και η Νέα Δημοκρατία στην Κεντροδεξιά, έχοντας χαμηλότερο ποσοστό σε όσους δηλώνουν Δεξιοί, κάτι που όπως έχει φανεί και από προηγούμενες έρευνες παραπέμπει ακριβώς στην ύπαρξη πλέον και ενός ισχυρού ακροδεξιού πόλου.
Στη βάση των παραπάνω η Metron Analysis διατυπώνει την εκτίμησή της για το πώς θα ήταν τα αποτελέσματα των εκλογών (εκτίμηση ψήφου). Σύμφωνα με αυτή την εκτίμηση η ΝΔ κινείται στα όρια του αποτελέσματος των Ευρωεκλογών, άρα κάτω από το 30% και επομένως πολύ μακριά από την αυτοδυναμία. Το ΠΑΣΟΚ είναι δεύτερο, αλλά ακόμη στα όρια του 19% (18,8%), το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση στο 10% και 10,15 αντίστοιχα διεκδικούν την τρίτη θέση, ο ΣΥΡΙΖΑ στην τέταρτη με 7,1%, η Φωνή της Λογικής σε άνοδο και η Νίκη στο 3,5% (που σημαίνει αθροιστικά έναν ακροδεξιό πόλο πάνω από 19%). Την ίδια ώρα ενώ η Πλεύση Ελευθερία φαίνεται να παγιώνει μια παρουσία, η Νεα Αριστερά παραμένει στο όριο της εισόδου στη Βουλή και το ΜέΡΑ25 εκτός. Όσο για το Κίνημα Δημοκρατίας προς το παρόν δεν δείχνει να μπορεί να περάσει το όριο του 3%.
Και πάλι το ενδιαφέρον είναι να δει κανείς εάν υπάρχει αλλαγή σε αυτή την τάση μετά την ίδρυση του Κινήματος Δημοκρατίας και την ανάδειξη της νέας ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ η τάση φαίνεται να είναι μια ενίσυχυση του ΣΥΡΙΖΑ και του Κινήματος Δημοκρατίας, αλλά και του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ και της Ελληνικής Λύσης.
Όλα αυτά αποτυπώνουν ότι μετακινούμαστε σε ένα πολιτικό σκηνικό αρκετά διαφορετικό από αυτό του καλοκαιριού του 2023. Είναι σαφές ότι η ΝΔ βλέπει τον στόχο της αυτοδυναμίας όποτε γίνουν εκλογές να απομακρύνεται, γεγονός που σημαίνει ότι η πρωτοκαθεδρία της δεν είναι πια κυριαρχία, αλλά αντίθετα αρχίζει να αποκτά έναν χαρακτήρα αβεβαιότητας. Το ενισχυμένο ΠΑΣΟΚ είναι και δημοσκοπικά αξιωματική αντιπολίτευση, με σημαντικά υψηλότερα ποσοστά από τα εκλογικά του, αλλά και πάλι υπολείπεται του να αποτελέσει τον βασικό αντιπολιτευτικό πόλο. Την ίδια ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώνεται στον ρόλο ενός σχετικά μικρού αριστερόστροφου κόμματος και το κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη αναζητά ακροατήριο και επιρροή. Από την άλλη, η ακροδεξιά δείχνει να παγιώνεται ως ισχυρός πολιτικός πόλος, αν και ακόμη ως άθροισμα διαφορετικών κόμμάτων. Όσο για το ΚΚΕ ενισχύεται ως ένα βαθμό από την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, όμως συνειδητά μένει εκτός της συζήτησης για λύσεις διακυβέρνησης.
Και όλα αυτά στο έδαφος μιας κοινωνικής κρίσης, με αιχμή την ακρίβεια, που ανάγεται στον βασικό λόγο δυσαρέσκειας, φθοράς της κυβέρνησης αλλά και συνολικότερης δυσπιστίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα (εξ ου και η πρωτιά του Κανένα σε σχέση με την καταλλήλότητα για την πρωθυπουργία).
Κοντολογίς, πλευρές ενός νέου τοπίου, σε μεγάλο βαθμό αχαρτογράφητου.