Οι διατυπώσεις του δεν άφησαν περιθώρια δεύτερων αναγνώσεων. Στην πρώτη ερώτηση απάντησε «πρωτοβουλία της κυβέρνησης για αλλαγή του εκλογικού νόμου δεν θα υπάρξει». Στη διευκρινιστική «δεν θα πάρετε εσείς τέτοια πρωτοβουλία;», το αρνήθηκε μονολεκτικά.
Μετά την τρίτη ανέπτυξε το σκεπτικό του, θυμίζοντας τις εισηγήσεις για τροποποίηση του εκλογικού συστήματος που δεχόταν πριν από τις περσινές εθνικές κάλπες και απέρριψε.
«Το πλαφόν εισόδου στη Βουλή είναι το 3%, το μπόνους καθορίζεται όπως καθορίζεται αυτή τη στιγμή, με αυτό το εκλογικό σύστημα θα πάμε στις εκλογές του 2027» είπε ο Μητσοτάκης προτού επισημάνει πως είναι – sic – ο τελευταίος ο οποίος, για να βελτιώσει ενδεχομένως τις πιθανότητες να κερδίσει μία εκλογή ακόμα, θα πειραματιστεί με αλλαγές στους κανόνες του παιχνιδιού.
Σύμφωνα με την επίσημη κυβερνητική γραμμή, ο πιο φορεμένος τακτικισμός της Μεταπολίτευσης δεν βρίσκεται πάνω στο τραπέζι των συνεδριάσεων του Μαξίμου επειδή αυτή η κυβέρνηση λειτουργεί θεσμικά και δεν παρασύρεται από τις δημοσκοπικές φωτογραφίες της στιγμής.
Οσοι πάνε το επιχείρημα ένα βήμα παραπέρα δηλώνουν και «φανατικοί οπαδοί της ιδέας ότι το αποτέλεσμα της δουλειάς μας, η εντατικοποίηση της δουλειάς είναι αυτά που θα φέρουν και τα εκλογικά αποτελέσματα».