Είναι γνωστή η σχέση σας, λόγω των υψηλών θέσεων που είχατε καταλάβει κατά τη διάρκεια των πολλών χρόνων παραμονής σας στη Γαλλία, με πολλούς προέδρους της Γαλλικής Δημοκρατίας. Με ποιον όμως είχατε τη μεγαλύτερη και διαρκέστερη επικοινωνία;
Τον Ντε Γκολ τον συνάντησα για πρώτη φορά όταν ήρθε στη Γαλλία ο Πάπας. Για μένα, Πάπας και Ντε Γκολ ήταν ακριβώς η ετερότητα, οι κορφές οι ανέγγιχτες. Αλλο αν υπάρχει ένα ανέκδοτο για τον Πάπα που λέει «ποιος είναι αυτός με τα άσπρα». Πιάνοντας όμως τα πράγματα από την αρχή, θα πω ότι αυτός που γνώρισα πιο παλαιά ήταν ο Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν. Ημουνα τότε πρόεδρος της Σορβόννης, αυτό που εσείς τώρα λέτε «πρύτανης», κι έτυχε να τον βλέπω συχνά, τα καλοκαίρια, στο Πόρτο Χέλι, ενώ ήταν καλεσμένος της Μαριάννας Βαρδινογιάννη, όπως ήμουν κι εγώ επίσης. Τον ρωτώ μια μέρα: «Κύριε πρόεδρε, πιστεύετε ότι θα μείνετε ως πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας ή ως ο συντάκτης του Ευρωπαϊκού Συντάγματος;» (όπως είναι γνωστό, ο Ντ’ Εστέν συνέταξε το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και το παρέδωσε στην Ελλάδα στον Κώστα Σημίτη). Μου απάντησε: «Ούτε για το ένα ούτε για το άλλο». Είχε πολύ χιούμορ. Οταν σε μιαν άλλη συνάντησή μας τον ρώτησα «Ποιο θα χαρακτηρίζατε ως το σπουδαίο για σας πράγμα;», μου απάντησε «Ακούστε, είμαι πάρα πολύ Ευρωπαίος. Βρισκόμουνα συχνά με τον Γερμανό Χέλμουτ Σμιτ και κουβεντιάζαμε, με παρούσα πάντα μαζί μας μια μεταφράστρια. Κάποια στιγμή, της ζήτησα να φύγει και άρχισα να συζητώ με τον Σμιτ στα εγγλέζικα. Μόνο από τότε προχώρησε η Ευρώπη παραπέρα, οι δυο μας με τον Σμιτ, ο ένας απέναντι στον άλλον, λέγαμε αυτό ακριβώς που θέλαμε». Ερχόταν ο Ντ’ Εστέν στη Σορβόννη και θυμάμαι μια φορά που πρότεινε τη δημιουργία ενός βραβείου, που να δίνεται όμως σε άγνωστους ανθρώπους. Ετσι έγινε ο δημιουργός ενός βραβείου για την καλύτερη γαλλική κουζίνα. Ενα βραβείο που συνεχίζει να υπάρχει ως σήμερα και να το παίρνει ένας μάγειρας που θεωρείται ότι υπήρξε ο καλύτερος στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την απονομή του στον προηγούμενο μάγειρα.
Ας μιλήσουμε για τον Φρανσουά Μιτεράν, καθώς η επαφή σας μαζί του υπήρξε ενδεχομένως η πιο έντονη και διαρκής.
Τον Μιτεράν δεν τον γνώριζα καθόλου, άρχισα όμως να τον βλέπω, και συχνά μπορώ να πω, όταν, μετά τη Σορβόννη, έγινα χάρη στον ίδιο πρύτανης της Ακαδημίας του Παρισιού, που σημαίνει υπεύθυνη για όλη την παιδεία, από το νηπιαγωγείο ως τη Γαλλική Ακαδημία. Τον είδα για πρώτη φορά όταν με κάλεσε να φάω μαζί του στο Ελιζέ. Στο τραπέζι ήταν ο Μιτεράν, η γυναίκα του Ντανιέλ βέβαια, ο βοηθός του Ρεζί Ντεμπρέ, η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, ο Ζακ Λανγκ και η αφεντιά μου. Θαύμασα τις γνώσεις του Μιτεράν για το Θέατρο Νο και το Θέατρο Καμπούκι. Μόλις είχε επιστρέψει η Γιουρσενάρ από την Ιαπωνία και μιλούσε μαζί της ως ίσος προς ίσον. Για μία ακόμη φορά κατάλαβα τι σημαίνει να είναι κανείς πραγματικά μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος, γιατί τόσο για τον Μιτεράν όσο και για τη Γιουρσενάρ το Νο και το Καμπούκι δεν ήταν μέσα στα ενδιαφέροντά τους. Ηταν η εποχή που είχαν αρχίσει οι διαδηλώσεις των φοιτητών εναντίον του καινούργιου εκπαιδευτικού νόμου. Με ρωτάει λοιπόν ο Μιτεράν αν ο εκπαιδευτικός αυτός νόμος είναι καλός. Αν και πρύτανης όλων των πανεπιστημίων, δεν τον ήξερα καθόλου. Του απαντώ όμως: «Κύριε πρόεδρε, ο νόμος είναι πολύ κακός». Οταν με ρώτησε «γιατί», του εξήγησα πως «επειδή τον έγραψε κάποιος που δεν είναι από τη μέση εκπαίδευση, αλλά από την ανώτατη. Δηλαδή έμοιαζε με τον τσαγκάρη που φτιάχνοντας παπούτσια, τα έκανε σαν σανδάλια, δεν τον ενδιέφερε παρά το ότι γίνεται από τη φτέρνα και πάνω». Τότε ο Μιτεράν μού λέει: «Εχω ανάγκη όχι από δεκαπέντε υπουργούς αλλά από δεκαπέντε Εγκαρφόρ» (ο Εγκαρφόρ ήταν ο υπουργός Παιδείας πριν από την προεδρική θητεία του Μιτεράν και είχε κάνει τον νόμο που ήθελε να αλλάξει ο υπουργός Παιδείας επί Μιτεράν). Οι επαφές μου πλέον με τον Μιτεράν έγιναν αντίστοιχες με τα προβλήματα που είχαμε συχνά πυκνά να αντιμετωπίσουμε.
Θυμάστε ένα περιστατικό όπου ήταν αποφασιστική η επέμβαση του Μιτεράν στην αντιμετώπισή του;
Είχα πάψει πια να είμαι πρύτανης και είχα γίνει πρόεδρος στο Μπομπούρ, το γνωστό πολιτιστικό κέντρο που είχε γίνει επί Ζορζ Πομπιντού και είχε ελεύθερη είσοδο σε όλες του τις εκδηλώσεις. Σκέφτηκα λοιπόν, αντί για ελεύθερη είσοδο, να βάλουμε ένα πολύ χαμηλού αντιτίμου εισιτήριο. Στο Μπομπούρ έμπαιναν 45.000 επισκέπτες την ημέρα και μόνο η μοκέτα που έπρεπε ν’ αλλάξει κάθε εβδομάδα στοίχιζε πολύ περισσότερο από τις εισπράξεις που θα απέδιδε η καθιέρωση αυτού του εισιτηρίου. Υπήρχε ένα μηχάνημα που κατέγραφε πόσοι έμπαιναν στο Μπομπούρ. Σκέφτηκα λοιπόν το εισιτήριο που θα βάζαμε να είναι αντίστοιχο με το εισιτήριο του μετρό. Το λέω στον διευθυντή του μετρό, μου λέει «έξοχη ιδέα, κυρία Αρβελέρ, εγώ θα σας εφοδιάσω με τα σχετικά μηχανήματα και λέγοντάς μου πόσοι μπήκανε θα σας δίνω τα αντίστοιχα χρήματα». Οταν επέστρεψα στο γραφείο μου και το είπα στον διευθυντή μου, μου λέει: «Προσέξτε, η κυρία Πομπιντού δεν θα δεχτεί ποτέ να υπάρξει εισιτήριο για το Κέντρο Πομπιντού, γιατί ο άνδρας της το έκανε για να μπαίνει η πόλη μέσα στο Κέντρο δωρεάν. Κι όταν θα το πει στον Μιτεράν, ο Μιτεράν αποκλείεται να μη συμφωνήσει μαζί της». «Αν είναι έτσι, θα πάω η ίδια να δω τον Μιτεράν πριν από την Πομπιντού», είπα μέσα μου. Ζητάω ραντεβού από τον γραμματέα του, τον Αταλί, που με ρωτάει: «Τι ακριβώς τον θέλετε;». Θυμώνω, «δεν σας νοιάζει», του λέω. Hμουν τότε πρόεδρος της fondation της Ντανιέλ Μιτεράν που λεγόταν France – Liberté. Τηλεφωνώ στην Ντανιέλ και της ζητώ να μου κλείσει ραντεβού με τον άνδρα της. Τον είδα την επομένη. Φτάνοντας στο γραφείο του, έπρεπε να περάσω από το γραφείο του Αταλί που, βλέποντάς τον, του έβγαλα τη γλώσσα μου. Οταν είπα στον Μιτεράν όλη την ιστορία, έβαλε το κεφάλι του πάνω στο χέρι του και μου λέει: «Σας παρακαλώ, θυμίστε μου το όνομα του προέδρου του Κέντρου Πομπιντού» (εννοούσε δηλαδή το δικό μου όνομα). Του λέω: «Πρόεδρε, κατάλαβα πολύ καλά» (η απόφαση, δηλαδή, για το εισιτήριο εξαρτάτο από μένα). Αυτός ήταν ο Μιτεράν, ούτε «ναι» ούτε «όχι», είτε συμφωνούσε είτε διαφωνούσε. Την επομένη έρχεται στο γραφείο μου ο Ζοσπέν που ήταν τότε γενικός γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Μου λέει: «Κυρία Αρβελέρ, αποκλείεται να βάλετε εισιτήριο στο Μπομπούρ γιατί δεν πρόκειται να ξαναβγεί πια ποτέ κανείς βουλευτής Σοσιαλιστής στο Παρίσι». Ετσι έβαλα εισιτήριο για το θέατρο, για το σινεμά, για τις εκθέσεις, δεν έβαλα για τη βιβλιοθήκη και για τις ελεύθερες συζητήσεις που γίνονταν στην είσοδο του Μπομπούρ.
Λίγο πριν από την εποχή που περιγράφετε, έχει προηγηθεί το «σκάνδαλο» με τη νόθα κόρη του Μιτεράν. Ο αντίκτυπος εξακολουθούσε να παραμένει ζωηρός στη Γαλλία;
Ολοι ξέρουν πια για τη νόθα κόρη του Μιτεράν, την περίφημη Μαζαρίν, που την έχει ήδη αναγνωρίσει. Είμαι πρύτανης της Ακαδημίας και μου λένε πως θέλει να με δει ο διευθυντής του Henri IV, του μεγαλύτερου λυκείου του Παρισιού. Μου λέει: «Κυρία πρύτανη, με καλέσανε στο Ελιζέ και μου ζήτησαν να γράψω στο σχολείο μου την κόρη του προέδρου». Καθώς δεν είχα την παραμικρή ιδέα, του λέω «λέτε ψέματα». «Στον λόγο της τιμής μου», μου απαντά. «Κι εσείς τι τους είπατε;», τον ρωτώ. «Τους είπα πως είναι κάτι που εξαρτάται από την πρύτανη, από σας δηλαδή, και όχι από μένα, γιατί στο Παρίσι δεν μπορεί να γραφεί κανείς παρά μόνο στο σχολείο της περιοχής του». Μαζεύω γραμματείς και φαρισαίους και τους λέω: «Παιδιά, ό,τι κι αν ζητήσουν από το Ελιζέ, η απάντηση είναι “όχι”». Σχεδόν την ίδια μέρα, τηλεφωνεί η γραμματέας του Μιτεράν: «Ξέρετε, θα ήθελα να γράψετε την εγγονή μου». «Οχι». Τηλεφωνεί μια κυρία από την υπηρεσία επικοινωνίας του Ελιζέ: «Θα ήθελα να γράψετε την κόρη μου». «Οχι». Κάποια στιγμή βλέπω μια συνεργάτιδά μου που έχει αρχίσει να χαμογελάει. Οταν τη ρώτησα «γιατί», μου απάντησε: «Κυρία πρύτανη, την κόρη του Μιτεράν την έχετε γράψει εδώ και μήνες στο Henri IV. Θυμάστε όταν η φίλη σας, η κυρία Ναντεντέρ, σας έδωσε ένα γράμμα με την παράκληση μιας φίλης της να γράψετε την κόρη της στο Henri IV κι εσείς μου το δώσατε και μου είπατε να το κάνω αμέσως;». «Και τώρα τι θέλουν;», ρωτώ. Απλούστατα, η μικρή Μαζαρίν ήθελε να γράψει στο Henri IV και τις φίλες της. Την είχανε πει «Μαζαρίν» γιατί ο πατέρας της, ο Μιτεράν, συναντούσε τη μητέρα της στη βιβλιοθήκη Μαζαρίν όταν ήταν και οι δυο τους πολύ νέοι. Πάντως η Μαζαρίν δεν με συμπάθησε ποτέ λόγω της σθεναρής άρνησής μου να εγγραφούν στο Henri IV οι φίλες της.
Αν μπορώ να υπολογίζω σωστά, θα πρέπει να έχει έρθει η ώρα να μιλήσετε για τον Ζακ Σιράκ.
Είχε έρθει στη Γαλλία ο Χέλμουτ Κολ και ήθελε να δει πώς διδάσκονται τα γερμανικά στα σχολεία της. Το πιο κοντινό σχολείο ήταν το Henri IV και πήγαμε σ’ αυτό. Πρωθυπουργός ήταν ο Σιράκ, υποψήφιος ταυτόχρονα για την Προεδρία της Δημοκρατίας με συνυποψήφιο απέναντί του τον Μιτεράν. Γίνεται το μάθημα και βγαίνοντας από την αίθουσα ο Κολ, ο Σιράκ, ο Μιτεράν και εγώ, έχουν συγκεντρωθεί όλα τα παιδιά και φωνάζουν: «Μιτεράν, Μιτεράν, Μιτεράν». Τι είχε συμβεί; Η Μαζαρίν είχε μαζέψει τους συμμαθητές της και φώναζαν όλοι το όνομα του πατέρα της. Ο Σιράκ έχει γίνει έξω φρενών, αλλά προσπαθεί να μην το δείξει. Με ρωτάει αν έχω αυτοκίνητο κι όταν του απαντώ καταφατικά, μου λέει: «Σας παρακαλώ, ελάτε μαζί μου». Πηγαίνουμε και τρώμε οι τρεις μας με τον Κολ. Ο Σιράκ ήταν ο πιο ανοιχτόκαρδος απ’ όλους, ένας άνθρωπος που σου δημιουργούσε τη διάθεση να τον αγκαλιάσεις, να τον χτυπήσεις στον ώμο. Είχαμε στα πανεπιστήμια προσωπικότητες που δεν ήταν πανεπιστημιακές και ο Σιράκ ως δήμαρχος του Παρισιού, όχι ως πρωθυπουργός, ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Σορβόννης. Τον έβλεπα λοιπόν πολύ τακτικά και είχα μαζί του πολύ καλές σχέσεις, δεδομένου ότι η γυναίκα του είχε υπάρξει φοιτήτριά μου. Το 1995, μόλις είχε εκλεγεί πρόεδρος, έγινε η συνάντηση των αρχηγών της Ευρώπης στη Νίκαια, στην Κυανή Ακτή. Μου τηλεφωνεί από το γραφείο του ένας υπουργός, που είχε υπάρξει φοιτητής μου, και μου λέει: «Ο πρόεδρος δεν έχει να προτείνει κάτι για τον καλλιτεχνικό τομέα, μήπως έχετε κάτι έτοιμο;». Του απαντώ «έχω πανέτοιμη μια μελέτη για να γίνουν οι Δελφοί, όπου προήδρευα, Ακαδημία Ευρωπαϊκή», συμπληρώνοντας πόσο θα κοστίσει η όλη υπόθεση. Αφού μου λέει «μπράβο, μπράβο», μου ξανατηλεφωνεί για να μου πει πως «αφού πρόκειται για τους Δελφούς θα πρέπει να είναι ενήμεροι και οι Ελληνες και να πούνε και αυτοί κάτι». Στέλνω τη μελέτη, στα γαλλικά βέβαια, αφού προοριζόταν για τον Σιράκ, και στον Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν έγινε τίποτε. Ρώτησα τον τότε πρόεδρο της Γαλλικής Ακαδημίας «τι έγινε;» και μου απάντησε: «Αρχισε η κουβέντα, αλλά δεν υπήρξε καμία αντίδραση από πλευράς των Ελλήνων κι έτσι δεν μπορούσαμε να συνεχίσουμε».
«Ελένη μου, πες κάτι να γελάσουμε»
«Θυμάμαι όταν είχε έρθει ο Σαρτζετάκης στο Παρίσι και είχε βγάλει το βράδυ στο επίσημο δείπνο, το καθιερωμένο σ’ αυτές τις περιστάσεις λογύδριο, με τον Μιτεράν να εκφωνεί το αντίστοιχο, ως γάλλος πρόεδρος, λογύδριο», λέει η Ελένη Αρβελέρ. «Ο Σαρτζετάκης είπε ό,τι ήταν να πει και ολοκλήρωσε λέγοντας κάτι για τους Τούρκους, δεν θυμάμαι τι ακριβώς, όχι πάντως ευχάριστο. Με κάλεσε ο Μιτεράν και μου είπε: «Αύριο ο κύριος Σαρτζετάκης θα μιλήσει στο δημαρχείο, φροντίστε, σας παρακαλώ, μην πει πάλι κάτι αντίστοιχο, δεν είναι σωστό». Δήμαρχος ήταν ο Σιράκ, που με φώναξε κι αυτός και μου έδωσε να διαβάσω τον λόγο που θα εκφωνούσε. Ο Σιράκ δεν έλεγε τίποτε επιλήψιμο, έλεγε για δύο μεγάλους πολιτισμούς που είχαν αναπτυχθεί στις δύο πλευρές του Αιγαίου, τον νεοελληνικό και τον οθωμανικό. Τέλος πάντων, τα συνηθισμένα. Την επομένη, Δευτέρα μεσημέρι, είναι το επίσημο γεύμα στο Quai d’ Orsay. Βιάζομαι να φύγω γιατί έχω τα μαθήματά μου, όταν μου λέει ο θυρωρός «ο πρωθυπουργός σας παρακαλεί να μη φύγετε». Μένω, ο Σιράκ ήταν τότε και δήμαρχος και πρωθυπουργός. Ημασταν στο τραπέζι ο Σαρτζετάκης, η Μελίνα, ο Θόδωρος Πάγκαλος, ο Σιράκ, η κυρία Σιράκ κι εγώ. Μια ατμόσφαιρα τελείως παγωμένη. Λέει σε κάποια στιγμή ο Πάγκαλος «Μας είπατε, κύριε πρωθυπουργέ, ότι πρέπει να μαθαίνουν οι Ελληνες γαλλικά. Θα πρέπει όμως να ελέγξουμε πόσο κοστίζει αυτή η υπόθεση». Γυρίζει ο Σιράκ προς εμένα και μου λέει: «Πείτε πόσο κοστίζουν οι έλληνες φοιτητές στη Γαλλία, αφού σπουδάζουν τζάμπα γιατί όλα στη Γαλλία είναι τζάμπα». Καταλαβαίνετε την ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε. Άρχισε τότε να λέει ο Σαρτζετάκης ότι «στην Ελλάδα οι αρχαιολόγοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε γιατί όλο και κάποια πέτρα βρίσκεται και τους απαγορεύεται να συνεχίσουν». Τον κοιτάζω και του λέω «Μην τα λέτε αυτά γιατί η κυρία Σιράκ είναι αρχαιολόγος». Τότε μου ψιθυρίζει η Μελίνα «Ελένη μου, πες κάτι για να γελάσουμε». «Θα πω αλλά να μη θυμώσεις». Και απευθυνόμενη πια σε όλους, αρχίζω να αφηγούμαι μια ιστορία, πως όταν χώριζε ο Ντασέν με την πρώτη του γυναίκα και τη ρώτησαν οι δημοσιογράφοι «γιατί χωρίζει με τον άνδρα της», τους απάντησε λέγοντάς τους πως “ο Ζυλ είναι με τη Μελίνα ακόμα και την Κυριακή”. Κι έτσι ελάφρυνε κάπως η ατμόσφαιρα».