Ηταν αρχές του 2018 όταν οι αστυνομικοί στάθηκαν γύρω από το κρεβάτι της μητέρας του Ανταμ Γουέλσλι καθώς την αποχαιρετούσε.
Δύο μήνες νωρίτερα, η 83χρονη είχε διαγνωστεί με καρκίνο των οστών.
Εκείνη τη μέρα
Μην μπορώντας να αντέξει τον πόνο, είχε αυτοκτονήσει νωρίτερα εκείνη την ημέρα.
Μέσα σε λίγες ώρες από τον θάνατό της, ο Γουέλσλι και η αδελφή του ενημερώθηκαν ότι ήταν υπό έρευνα επειδή βοήθησαν τη μητέρα τους να αυτοκτονήσει.
Tελικά, η έρευνα για τα αδέλφια Γουέλσλι δεν προχώρησε και τώρα τα πράγματα φαίνεται να αλλάζουν ριζικά στη Μεγάλη Βρετανία, ανοίγοντας συζήτηση σε όλη την Ευρώπη.
Στο τέλος Νοεμβρίου, έπειτα από μια παθιασμένη συζήτηση, το βρετανικό κοινοβούλιο υπερψήφισε καταρχήν ένα νέο νομοσχέδιο για τη νομιμοποίηση του υποβοηθούμενου θανάτου με ψήφους 330 υπέρ και 275 κατά.
Διαβουλεύσεις
Θα ακολουθήσουν και άλλες ψηφοφορίες και δημόσιες διαβουλεύσεις τους επόμενους έξι μήνες.
Οι ειδικοί θεωρούν σίγουρο ότι το τελικό νομοσχέδιο θα έχει αρκετές αλλαγές σε σύγκριση με αυτό που εγκρίθηκε χθες. Ομως ο δρόμος έχει ανοίξει.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχει φουντώσει στο Ηνωμένο Βασίλειο η συζήτηση για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, καθώς το κυβερνών Εργατικό Κόμμα ετοίμασε το νομοσχέδιο με προτάσεις για να παραχωρηθεί σε ενήλικες με ανίατη ασθένεια που πλησιάζουν στο τέλος της ζωής τους, το δικαίωμα να αποφασίσουν να πεθάνουν.
Οι πολίτες το στηρίζουν. Δημοσκόπηση της εταιρείας Opinium διαπίστωσε ότι το 75% των ερωτηθέντων τάχθηκε υπέρ του υποβοηθούμενου θανάτου.
Ηδη επιτρέπεται σε χώρες όπως η Ελβετία, η Ολλανδία και το Βέλγιο, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία καθώς και σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ.
Τα κριτήρια
Τα κριτήρια για υποβοηθούμενο θάνατο ποικίλλουν από χώρα σε χώρα.
Οι πιο αυστηροί νόμοι απαιτούν μια τελική διάγνωση ότι ένα άτομο έχει περιορισμένο χρόνο ζωής. Αλλες έχουν ευρύτερα κριτήρια, όπως η αφόρητη ταλαιπωρία, η οποία μπορεί να οριστεί όχι μόνο σε σχέση με τον σωματικό πόνο, αλλά και με τις συνθήκες ψυχικής υγείας.
Ανίατη ασθένεια
Στη Βρετανία αφορά περιπτώσεις ανίατης ασθένειας, όταν ο ασθενής έχει πρόγνωση επιβίωσης από έξι μήνες έως ένα έτος.
Προβλέπεται να μπορεί να τερματίσει τη ζωή του μέσω της αυτοχορήγησης θανατηφόρου φαρμάκου που συνταγογραφείται από τον γιατρό. Δύο γιατροί θα πρέπει να συμφωνήσουν σχετικά με την πρόγνωση και τη διανοητική ικανότητα του ασθενούς να λάβει μια τέτοια απόφαση, ενώ προβλέπεται και ένα τρίτο επίπεδο νομικής εποπτείας, όπως η άδεια δικαστή οικογενειακού δικαστηρίου.
Η συζήτηση που έχει προκληθεί είναι μεγάλη, καθώς δεν λείπουν εκείνοι που φοβούνται πως μόλις εγκριθεί ο νόμος, η χρήση του θα επεκταθεί.
Θα αυξηθεί η πίεση
Οι επικριτές θεωρούν ότι θα μπορούσε να διολισθήσει γρήγορα σε λιγότερους περιορισμούς και προειδοποιούν ότι θα αυξήσει την πίεση στους ηλικιωμένους και στα άτομα με ειδικές ανάγκες να βάλουν τέλος στη ζωή τους, εν μέσω φόβων ότι έχουν γίνει βάρος στις οικογένειές τους.
Υπάρχει ακόμα το θέμα του κόστους και εάν θα το αναλάβει το Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά υπάρχουν και σημαντικά ηθικά ζητήματα.
«Είναι η παρηγορητική φροντίδα σε αυτή τη χώρα αρκετά καλή ώστε αυτή η επιλογή να αποτελεί μια πραγματική επιλογή ή οι άνθρωποι θα τελειώσουν τη ζωή τους νωρίτερα από όσο θα ήθελαν, επειδή η παρηγορητική φροντίδα και η φροντίδα στο τέλος της ζωής δεν είναι τόσο καλή όσο θα μπορούσε να είναι;» ήταν το σημαντικό ερώτημα του υπουργού Υγείας Γουές Στρίτινγκ στο BBC.
Η διαδικασία
Ενα άλλο ζήτημα αφορά τη διαδικασία – θα γίνεται κατά μόνας ή με βοήθεια;
Πρόσφατη δημοσκόπηση από το King’s College του Λονδίνου δείχνει ότι οι άνθρωποι θα ήθελαν να τελειώσουν τη ζωή τους στο σπίτι τους, αλλά έχοντας έναν επαγγελματία υγείας μαζί τους. «Είναι κάτι που μπορούμε πραγματικά να καλύψουμε δεδομένων των πιέσεων στις υπηρεσίες υγείας;» ρωτά ο Στρίτινγκ.
Επίσης, τι γίνεται με τους οικείους του ανθρώπου που θέλει να τερματίσει τη ζωή του;
«Στην πραγματικότητα, βλέπουμε ότι είναι οι οικογένειες που πρέπει να συμβιβαστούν με την απόφαση ενός μέλους της να πεθάνει», εξηγεί η Εμιλι Τζάκσον από το London School of Economics. Και ακόμα: σε ποιο βαθμό τα δικαστήρια θα μπορούν να επηρεάζουν την απόφαση του ασθενούς;
Ερωτήματα
Ολα αυτά είναι ερωτήματα που καλούνται να απαντήσουν οι σύγχρονες κοινωνίες.
Εκείνο που είναι ξεκάθαρο είναι ότι αρκετοί άνθρωποι αναζητούν απεγνωσμένα κάποιου είδους λύση – όπως η μητέρα του Γουέλσλι.
Κάθε χρόνο στην πολιτεία του Ορεγκον συντάσσεται έκθεση που αναφέρει τον αριθμό των υποβοηθούμενων θανάτων και τους λόγους που έδωσαν οι ασθενείς για να βάλουν τέλος στη ζωή τους: «απώλεια αυτονομίας, μείωση της ικανότητας συμμετοχής σε δραστηριότητες που έκαναν τη ζωή ευχάριστη και απώλεια αξιοπρέπειας».
«Η μητέρα μου δεν φοβόταν να πεθάνει», λέει ο Γουέλσλι. «Αλλά φοβόταν το πώς θα πέθαινε. Αγαπούσε τη ζωή της και ήθελε απλώς να έχει τον έλεγχο όσο καλύτερα μπορούσε μέχρι το τέλος της».