Τα εγκαίνια του μετρό της Θεσσαλονίκης εξελίχθηκαν σε θρίαμβο της κυβέρνησης, που προφανώς καρπώθηκε τη θετική δημοσιότητα από τη νέα υποδομή της πόλης. Εστω και από μακριά, λόγω της εγγύτητας με την οποία μπορείς να συμμετέχεις στα δρώμενα μέσω του Διαδικτύου, μπορούσες να δεις τον ενθουσιασμό και τη χαρά των Θεσσαλονικέων. Η πόλη χρειαζόταν πιο γρήγορη και ασφαλή πρόσβαση στο κέντρο, την οποία απέκτησε.

Από όλη αυτή τη συλλογική ευφορία απείχε μια μειοψηφία. Κυρίως, απείχε η Αριστερά, το κομμάτι της θεσσαλονικιώτικης κοινωνίας που είχε ανεχτεί το σόου του Αλέξη Τσίπρα με τα ψεύτικα εγκαίνια της 29ης Δεκεμβρίου 2018, εκείνη τη διαβόητη τελετή κατά την οποία ο άλλοτε πρωθυπουργός της καρδιάς μας είχε βγάλει λόγο μπροστά στα ψεύτικα εκδοτήρια από μουσαμάδες. «Tο πιο γνωστό ανέκδοτο για την πόλη της Θεσσαλονίκης παύει να είναι πια ανέκδοτο και γίνεται πραγματικότητα», είχε πει στην ομιλία του μπροστά στα ψεύτικα εκδοτήρια ο Τσίπρας, συμπληρώνοντας ότι η βασική γραμμή (αυτή που άνοιξε προχτές) θα λειτουργούσε τον Φεβρουάριο του 2020! Ο Τσίπρας είχε πει ακόμα ότι το έργο ήταν έτοιμο κατά 95% (ενώ δεν ήταν) ενώ το βασικό σύνθημά του ήταν «και αρχαία και μετρό», κάτι που αργότερα ο ΣΥΡΙΖΑ ξέχασε, στηρίζοντας τη διαμαρτυρία για τον σταθμό Βενιζέλου, που έφερε νέα μεγάλη κωλυσιεργία.

Το μετρό δεν άργησε μόνο εξαιτίας της οχύρωσης της πολιτιστικής νομενκλατούρας της Αριστεράς πίσω από τα αρχαία, παρεμποδίζοντας όσο μπορούσαν την πρόοδό του. Η τελευταία αυτή κωλυσιεργία όμως αποκάλυψε τον ρόλο που παίζουν δυνάμεις στο όνομα της προόδου, οι οποίες συστηματικά αντιτάσσονται σε έργα το οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα των οποίων θα προσμετρηθεί στη γενική ευημερία. Είναι η πολιτική της άρνησης, η πολιτική που ταυτίζει τις επενδύσεις με «καθεδρικές της ερήμου» (σύμφωνα με έναν χαρακτηρισμό της πρώιμης Μεταπολίτευσης): στο όνομα της απάντησης της Αριστεράς στην υποτιθέμενη καταστροφή της φύσης, του πολιτισμού, της ηρεμίας και δεν ξέρω τι άλλο, μόνιμος στόχος είναι η παρεμπόδιση σπουδαίων υποδομών, δημόσιων είτε ιδιωτικών. Είναι η στρατηγική της αποβιομηχάνισης που έπληξε καθοριστικά την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης: μια στρατηγική που απέτρεψε την πρώιμη δημιουργία αεροδρομίου στα Σπάτα, αμφισβήτησε τη χρησιμότητα του μετρό της Αθήνας, έβαλε στο στόχαστρο σημαντικές βιομηχανικές επενδύσεις στην περιφέρεια, και πιο πρόσφατα πολέμησε το Κόστα-Ναβαρίνο στη Μεσσηνία, το έργο εξόρυξης χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής, τον εκσυγχρονισμό των αεροδρομίων της επαρχίας, την ανάπλαση στο Ελληνικό, τις ανεμογεννήτριες σε διάφορα βουνά της Ελλάδας και, βέβαια, το μετρό της Θεσσαλονίκης. Η ίδια που διαμαρτύρεται για τον υπερτουρισμό – την πιο σημαντική πηγή εσόδων σήμερα για τη χώρα.

Γύρω από ένα πραγματικό γεγονός, συντονίζονταν μαξιμαλισμοί, ηθικές κατηγορίες, κλασικά κλισέ (όπως π.χ. ο καπιταλισμός ή «τα κέρδη των αφεντικών»), η απειλή της καταστροφής του περιβάλλοντος… Εσχάτως, η Αριστερά, που έχει αντιταχθεί στην ιδέα της ιστορικής συνέχειας της νεότερης Ελλάδας από την αρχαιότητα, στον Παπαρρηγόπουλο δηλαδή, τον οποίο θεωρεί εισηγητή της νεότερης εθνικιστικής ιδεολογίας, αγάπησε τις αρχαιότητες και τη φετιχιστική τους λατρεία.

Κάπως έτσι, ο γνωστός καθηγητής Μυλόπουλος, η Ελενα Ακρίτα, διάφοροι συριζαίοι και πολλοί κρυφοσυριζαίοι, το μέτωπο της μιζέριας, έκλαιγαν με μαύρο δάκρυ που επιτέλους λειτούργησε το μετρό της Θεσσαλονίκης. Ας ηρεμήσουν και ας δουν τι λένε οι άνθρωποι που θα το χρησιμοποιούν. Καλή απόλαυση, που λένε και στα εστιατόρια.

Η τέχνη της αντιπολίτευσης

Η αντικατάσταση του σπαραγμένου ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση προφανώς ανανέωσε την προσδοκία του αντιμητσοτακικού στρατοπέδου. Νέα πρόσωπα, ευκαιρίες για την αποκαθήλωση ενός σχήματος που, προφανώς, έχει πολιτικές αντιπάθειες. Τα πρώτα δείγματα γραφής του ΠΑΣΟΚ, όμως, δεν δείχνουν αλλαγή αντιπολιτευτικού τρόπου. Και η νέα αξιωματική αντιπολίτευση, όπως και η παλιά, ασκείται στην γκρίνια και στην υπερβολή – κι όταν πρέπει να μιλήσει για την πραγματικότητα, βάζει μπροστά τα κλισέ της διαμαρτυρίας. Λες και η εξουσία αλλάζει με αφηρημένες έννοιες, με πλειοδοσία προοδευτισμού, με καταγγελιομανία και οργή.

Ακούω ότι το ΠΑΣΟΚ θα είναι καλύτερη αντιπολίτευση από τον ΣΥΡΙΖΑ. Οτι θα είναι πιο αποτελεσματική η αντιπολίτευσή του, πιο κατεδαφιστική. Πολύ ωραία, μόνο που οι κοινωνίες δεν έχουν πρόβλημα με τις αντιπολιτεύσεις αλλά με τις κυβερνήσεις. Από τη στιγμή που μια κυβέρνηση έχει μεταρρυθμιστική κατεύθυνση, εργάζεται για την πρόοδο και σέβεται τους θεσμούς, η αντιπολίτευση δεν είναι φλέγον θέμα αλλά αναγκαίο συστατικό της δημοκρατικής λειτουργίας.

Το βασικό πρόβλημα της αντιπολίτευσης, δηλαδή, μείζονος και ελάσσονος, είναι ότι συνωστίζεται γύρω από τα κυβερνητικά πεπραγμένα και απλώς γκρινιάζει γι’ αυτά. Αντί να προβάλλει τη δική της εναλλακτική πρόταση και, ιδίως, τα πρόσωπα που θα την εφαρμόσουν, λέει συνθήματα. Και μετά αναρωτιούνται γιατί σέρνονται – πολιτικά και δημοσκοπικά.