Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το γαλλικό πολιτικό και οικονομικό χάος των τελευταίων ημερών αποδυναμώνει ακόμα περισσότερο μια ήδη αδύναμη Ευρώπη. Συμβαίνει μάλιστα τη στιγμή που προσπαθεί να βρει μια απάντηση σε όλα όσα αλλάζουν γύρω της, την στιγμή που τα δικά της προβλήματα την πνίγουν.

Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία, ότι το γαλλικό πρόβλημα επανάφερε αιφνιδιαστικά στην ευρωπαϊκή επικαιρότητα τα όσα πέρασε η Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία. Θέματα που στην Ελλάδα σπανίως θέλουμε να θυμόμαστε. Οι συγκρίσεις, όμως και εδώ και μία εβδομάδα, δίνουν και παίρνουν. Ο τριαντατριάχρονος (ήταν 19 ετών το 2010)  γάλλος υπουργός Οικονομικών Aντουάν Αρμάντ μπήκε στη διαδικασία απευθείας σύγκρισης προκειμένου να πείσει ότι η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης, Γαλλία, βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι η Ελλάδα το 2010. Προφανώς δεν καταλαβαίνει ότι «παίζει με τη φωτιά». Το γαλλικό κόστος δανεισμού βρίσκεται ήδη υψηλότερα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας και έχει φτάσει το επίπεδο των ελληνικών δεκαετών ομολόγων, τα οποία υποχωρούν εδώ και καιρό, σημείο των καιρών ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει υπέρ των άλλοτε αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης.

Τα αλήστου μνήμης, από την ελληνική κρίση, ασφάλιστρα κινδύνου έχουν ανέβει στο υψηλότερο επίπεδο από το 2012. Το αδιέξοδο στη Γαλλία είναι τεράστιο, αλλά η συζήτηση θυμίζει σε πολλά σημεία κάτι από… Ελλάδα του 2010. Τη στιγμή που το έλλειμμα ξεπερνάει το 6%, σημείο τριβής μεταξύ των κομμάτων που συμμετέχουν στην κυβέρνηση Μπαρνιέ αποτελούν όχι οι περικοπές, αλλά αν οι συντάξεις θα… αυξηθούν περισσότερο ή λιγότερο από τον πληθωρισμό. Κάτι σαν το ελληνικό «λεφτά υπάρχουν» του 2009. Και η πολιτική φαγωμάρα συνεχίζεται και οι αγορές καραδοκούν.

Η Γαλλία καλείται να βρει από τις αγορές το 2025 περίπου 350 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να αντικαταστήσει τις λήξεις ομολόγων και άλλα 40 δισεκατομμύρια ευρώ για πληρωμές τόκων από τον προϋπολογισμό της.

Για να το καταφέρει, πρέπει πρώτα να ψηφίσει προϋπολογισμό, αλλά δεν έχει πολύ χρόνο στη διάθεσή της. Η κυβέρνηση Μπαρνιέ στοχεύει για το 2025 να μειώσει το έλλειμμα από το 6% στο 5%. Για να το πετύχει αυτό έχει συντάξει ένα σχέδιο αύξησης φόρων και μείωσης δαπανών που ξεπερνά τα 60 δισ. ευρώ. Με το συγκεκριμένο σχέδιο, το έλλειμμα θα επιστρέψει κάτω από το ευρωπαϊκό όριο του 3%, όχι νωρίτερα από το 2029.

Τα δεδομένα πλέον είναι τα εξής. Είτε αίρονται οι αντιρρήσεις Λεπέν και ψηφίζεται ο προϋπολογισμός, είτε δεν ψηφίζεται και πέφτει η κυβέρνηση Μπαρνιέ. Στο δεύτερο ενδεχόμενο, θα είχαμε το πρωτοφανές της συνέχισης εφαρμογής του προϋπολογισμού του 2024, διεύρυνση του ελλείμματος και του χρέους και προφανώς δύσκολο να προσδιοριστεί αστάθεια. Σε αυτή την περίπτωση, χωρίς την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με αγορές ομολόγων, όπως είχε κάνει την περίοδο 2010-2012, η κατάσταση δεν βγαίνει. Ακόμα και αν η κυβέρνηση Μπαρνιέ επιβιώσει και ψηφιστεί ο προϋπολογισμός, το γαλλικό χάος των τελευταίων ημερών έχει ήδη αποδυναμώσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα λίγες εβδομάδες προτού αναλάβει τα καθήκοντά του ο Ντόναλντ Τραμπ και ξεκινήσει να εφαρμόζει τα σχέδιά του με τους δασμούς…