Σε μια διαδικασία επιλογών που φαίνεται να χλευάζει την απεύθυνση της προεκλογικής εκστρατείας του προς τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης, ο Ντόναλντ Τραμο επέλεξε απροκάλυπτα μια σειρά μεγαλοπλούσιων υποστηρικτών για θέσεις-κλειδιά.

Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, θα έχουν τη δύναμη να περικόψουν δαπάνες για δημόσιες υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από τους πιο φτωχούς και ευάλωτους.

Τουλάχιστον 11 επιλογές για στρατηγικές θέσεις μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο είτε είναι δισεκατομμυριούχοι, είτε έχουν συζύγους δισεκατομμυριούχους είτε βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από αυτό.

Το αποτέλεσμα είναι ότι πρόκειται για την πλουσιότερη κυβέρνηση στην ιστορία των ΗΠΑ με συνολική αξία 340 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον Guardian.

Τμήμα κυβερνητικής αποτελεσματικότητας

Ο πλουσιότερος – και πιο επιφανής – της τάξης του Τραμπ για το 2024 είναι ο Έλον Μασκ, ο επιχειρηματίας της Tesla και της SpaceX, ο οποίος είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο.

Μαζί με τον Βίβεκ Ραμασουάμι, έναν άλλο επιχειρηματία τεχνολογίας που λέγεται ότι αξίζει τουλάχιστον 1 δισ. δολάρια, ο Μασκ έχει επιλεγεί να ηγηθεί ενός νεοσύστατου τμήματος κυβερνητικής αποτελεσματικότητας, ήδη γνωστού με το ακρωνύμιο Doge, αποστολή του οποίου είναι να περιορίσει τη σπατάλη από τις δημόσιες δαπάνες.

Ο Μασκ έχει δεσμευτεί να περικόψει 2 δισ. δολάρια από τον κρατικό προϋπολογισμό. Δεν έχει εξηγήσει πώς και σε ποιο χρονικό διάστημα, αν και έχει προειδοποιήσει ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται «προσωρινές οικονομικές δυσκολίες».

Ούτε ο Μασκ ούτε ο Ραμασουάμι θα χρειαστούν επιβεβαίωση από τη Γερουσία, καθώς το Doge δεν είναι επίσημο κυβερνητικό τμήμα ή υπηρεσία.

Ωστόσο, ο Τραμπ δεν έχει αποφύγει να διορίσει δισεκατομμυριούχους μέλη του υπουργικού συμβουλίου, οι οποίοι θα πρέπει να υποβληθούν σε δημόσιες ακροάσεις στη Γερουσία, κατά τις οποίες ο πλούτος τους μπορεί να γίνει θέμα.

Το υπουργικό συμβούλιο των δισεκατομμυριούχων

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η Λίντα ΜακΜάχον, η υποψήφια υπουργός Παιδείας -και πρώην στέλεχος της World Wrestling Entertainment- της οποίας ο σύζυγος, Βινς ΜακΜάχον, εκτιμάται ότι αξίζει 3 δισ. δολάρια- ο κυβερνήτης της Βόρειας Ντακότα και πρώην επιχειρηματίας Νταγκ Μπέργκαμ, που έχει οριστεί για υπουργός Εσωτερικών, ο Χάουαρντ Λούτνικ, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Cantor Fitzgerald, ο οποίος έχει προταθεί ως υπουργός Εμπορίου- και ο Σκοτ Μπέσεντ, διαχειριστής hedge-fund και πρώην εταίρος της Soros Investment Management, ο οποίος έχει προταθεί ως υπουργός Οικονομικών.

Μόνο η συλλογική τους περιουσία ανέρχεται σε 10,7 δισ. δολάρια – 4,5 δισ. δολάρια περισσότερα από το πρώτο υπουργικό συμβούλιο του Τραμπ.

Άλλοι που πρέπει να επικυρωθούν από τη Γερουσία είναι ο Τσαρλς Κούσνερ – μεγιστάνας των ακινήτων και πατέρας του γαμπρού του Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ – ο υποψήφιος πρεσβευτής στο Παρίσι- ο Γουόρεν Στίβενς, επικεφαλής μιας επενδυτικής τράπεζας και επιλεγμένος ως πρεσβευτής στο Λονδίνο, ο Τζάρεντ Άιζακμαν, εμπορικός αστροναύτης και επιχειρηματίας που έχει προταθεί για επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Αεροναυτικής και Διαστήματος (Nasa)- και η Κέλι Λόεφλερ, πρώην γερουσιαστής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και κοινή επικεφαλής της επιτροπής ορκωμοσίας του Τραμπ, η οποία τώρα είναι η επιλογή του για επικεφαλής της Υπηρεσίας Μικρών Επιχειρήσεων.

Όλοι εμπίπτουν στην κατηγορία των δισεκατομμυριούχων είτε ατομικά είτε μέσω συζυγικών ή οικογενειακών δεσμών, σύμφωνα με το Forbes.

Το ίδιο ισχύει και για τον Στιβ Γουίτκοφ, έναν άλλο μεγιστάνα των ακινήτων και συνεργάτη του Τραμπ στο γκολφ, ο οποίος τον επέλεξε ως απεσταλμένο του στη Μέση Ανατολή. Η καθαρή αξία του  έχει εκτιμηθεί σε 1 δισ. δολάρια.

Έπειτα, υπάρχει και ο Φρανκ Μπισινιάνο, που προτάθηκε ως επικεφαλής της Διοίκησης Κοινωνικής Ασφάλισης, όπου θα είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση των συντάξεων και των παροχών των συνταξιούχων της χώρας.

Ο πρόεδρος της Fiserv Inc, μιας εταιρείας χρηματοοικονομικής τεχνολογίας με έδρα το Ουισκόνσιν, η τρέχουσα περιουσία του εκτιμάται σε περίπου 974 εκατ. δολάρια.

Ο εκλεγμένος πρόεδρος φέρεται να έχει προσφέρει τη θέση του αναπληρωτή υπουργού Άμυνας σε έναν ακόμη δισεκατομμυριούχο, τον Στίβεν Φάινμπεργκ, επενδυτή ιδιωτικών κεφαλαίων και συμπρόεδρο της Cerberus Capital Management, η προσωπική περιουσία του οποίου τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους εκτιμάται σε 4,8 δισ. δολάρια. Δεν είναι γνωστό αν ο Φάινμπεργκ έχει αποδεχθεί.

Η υποστήριξη της εργατικής τάξης

Το χάσμα μεταξύ της προτίμησης του Τραμπ για τους πλούσιους και της λαϊκίστικης ρητορικής του για τον καθημερινό άνθρωπο δεν έχει περάσει απαρατήρητο.

«Σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας, οι πραγματικοί μισθοί των Αμερικανών της εργατικής τάξης έχουν μείνει στάσιμοι ή έχουν μειωθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ιδίως καθώς οι βιομηχανίες μετέφεραν θέσεις εργασίας στο εξωτερικό», έγραψε ο Μάθιου Κινγκ, συνεργάτης του German Marshall Fund, σε ανάρτηση στο blog.

«Αυτό μπορεί να συμβάλει στην εξήγηση της απήχησης του Τραμπ στην εργατική τάξη».

Ο Τραμπ, υποστήριξε ο Κινγκ, μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις ανησυχίες της εργατικής τάξης επειδή «ήξερε ότι η υπερηφάνεια για τον Θεό, την οικογένεια και την πατρίδα θα είχε απήχηση με τρόπο που δεν είχαν τα προοδευτικά μηνύματα άλλων υποψηφίων».

Ο Ντέιβιντ Κας, εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης Americans for Tax Fairness, δήλωσε ότι ο στόχος αυτού που αποκάλεσε «κυβέρνηση από τους δισεκατομμυριούχους για τους δισεκατομμυριούχους» του Τραμπ ήταν οι τεράστιες φορολογικές μειώσεις για τους υπερπλούσιους.

Αυτές θα επιτευχθούν με κόστος την περικοπή υπηρεσιών όπως η εκπαίδευση, η κοινωνική ασφάλιση και η υγειονομική περίθαλψη.

«Οι ψηφοφόροι ήθελαν μια αλλαγή», δήλωσε ο Κας.

«Νομίζω ότι αυτό που πρόκειται να συμβεί είναι ότι οι άνθρωποι θα πουν, ότι στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό που ήθελαν. Νομίζω ότι θα υπάρξει μια τεράστια κινητοποίηση εναντίον αυτής της μείωσης φόρων».

Αλλά ο Κινγκ προειδοποίησε ότι η συναισθηματική απήχηση του Τραμπ μπορεί να υπερκεράσει τον φθόνο των πλουσίων.

«Εξακολουθώ να πιστεύω ότι η απήχηση του Τραμπ στην εργατική τάξη θα συνεχίσει να του επιτρέπει να την εκμεταλλεύεται, ενώ παράλληλα θα διοχετεύει τα οφέλη στη νέα ολιγαρχία: τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους δισεκατομμυριούχους όπως ο Έλον Μασκ», έγραψε.