Στις 6 Δεκεμβρίου ο οίκος δημοπρασιών Ketterer Kunst στο Βερολίνο δημοπράτησε έναν πίνακα του αμερικανού αφαιρετικού ζωγράφου Ρόμπερτ Ράιμαν. Το έργο «General 52» x 52»» της δεκαετίας του 1970 συνοψίζει την ουσία του έργου ζωής του Ράιμαν: λευκό, τετραγωνισμένο και βασισμένο σε μια υπολογισμένη ιδέα. Ο Ράιμαν, ο οποίος απεβίωσε το 2019, αφού εργάστηκε ως φύλακας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, συνέχισε ως αυτοδίδακτος καλλιτέχνης και έργα του παρουσιάστηκαν στο Μουσείο Γκουγκενχάιμ της Νέας Υόρκης, στο Στέντελικ του Αμστερνταμ και συμμετείχε στις διεθνείς διοργανώσεις τέχνης documenta στο Κάσελ το 1972 και Μπιενάλε της Βενετίας το 1978.
Το λευκό τετράγωνο του Ράιμαν μπορεί να φαίνεται ότι είναι ένας απλός λευκός καμβάς, αλλά δεν είναι καθόλου συνηθισμένος. Ζωγραφισμένο με λευκό σμάλτο και βαφές που χρησιμοποιούνται για μεταλλικές επιφάνειες είναι τόσο αισθησιακό όσο και ευάλωτο σε φθορές που η απλότητά του απαιτεί βαθύτερο προβληματισμό. «Δεν είναι ποτέ τόσο σημαντικό τι ζωγραφίζεις, αλλά πώς το κάνεις. Και αυτό είναι υποθέτω η ουσία της ζωγραφικής» είχε δηλώσει ο καλλιτέχνης.
Το «General 52» x 52»» πουλήθηκε στο Βερολίνο 1.258.000 ευρώ και η αντίδραση των εγχώριων πρωινών ειδησεογραφικών και απογευματινών ψυχαγωγικών τηλεοπτικών εκπομπών μας ήταν ενδεικτική του μεγέθους της ευρύτερης πολιτιστικής άγνοιας που χαρακτηρίζει την πλειονότητα των εργαζομένων στα ηλεκτρονικά μέσα.
Είναι συνηθισμένη η χιουμοριστική απαξίωση με την οποία το ευρύ κοινό προσεγγίζει τη σύγχρονη τέχνη, ήδη από την εποχή που μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι μινιμαλιστές καλλιτέχνες προκαλούσαν τους θεατές τους με τη λιτότητα, τα κενά, τις παύσεις των έργων τους. Αυτή η ανεξήγητη ενόχληση ενός λευκού τετράγωνου πίνακα που η αξία του ξεπέρασε το 1 εκατ. ευρώ ήταν η συνέχεια από τον μιντιακό διασυρμό του έργου «Comedian» του Μαουρίτσιο Κατελάν που λίγες μέρες νωρίτερα είχε πουληθεί για 6,2 εκατ. δολάρια στην Art Basel του Μαϊάμι. Ο αγοραστής του «Comedian» – ένας επιχειρηματίας κρυπτονομισμάτων – έφαγε επιδεικτικά την μπανάνα λίγο μετά την αγορά του έργου, επιδεικνύοντας με κομπασμό τι μπορεί να κάνει για την τέχνη όποιος σήμερα είναι υπερβολικά πλούσιος (και υπερβολικά αμόρφωτος).