Μου σύστησε ο αγαπημένος μου Βασίλης Καρατζάς – τι ωραίο οι φίλοι να σου διευρύνουν τους ορίζοντες! – να ακούσω σε πόντκαστ μια μεγάλη συνέντευξη της Πέγκι Νούναν.

Στα εβδομήντα τέσσερά της η Πέγκι Νούναν είναι προσωπικότητα στην Αμερική. Λογογράφος του προέδρου Ρέιγκαν στα νιάτα της – της αποδίδονται ορισμένες από τις σημαντικότερες ομιλίες του – αλλά και του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Αρθρογράφος στη «Wall Street Journal», συνεργάτης στα τηλεοπτικά δίκτυα NBC και ABC, σύμβουλος σεναρίου στην περίφημη σειρά «The West Wing». Κάτοχος βραβείου Πούλιτζερ. Αποτελεί η Πέγκι Νούναν χαρακτηριστική περίπτωση συντηρητικής που όταν ενέσκηψε ο τυφώνας Ντόναλντ Τραμπ και σάρωσε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έμεινε άστεγη. Τον πολέμησε παθιασμένα, του επιδαψίλευσε βαρύτατους χαρακτηρισμούς, έκρουσε στη διαπασών τον κώδωνα κινδύνου… Ματαίως. Ο Τραμπ κυριάρχησε και η Νούναν μπήκε σε μια φάση αναστοχασμού ολόκληρης της πορείας της.

Μη φανταστείτε μια γυναίκα πικραμένη, χολερική όπως καταντούν πολλοί δικοί μας οσάκις χάνουν το ιδεολογικό έδαφος κάτω από τα πόδια τους, αμ επειδή κατέρρευσε – παλιότερα – ο «υπαρκτός σοσιαλισμός», αμ επειδή απέστη ο Αλέξης Τσίπρας από το ήθος της Αριστεράς, αμ διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστριψε το τιμόνι προς το Κέντρο, αγνόησε το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» της παραδοσιακής εθνικοφροσύνης.

Η Νούναν παραμένει γελαστή και παιγνιώδης. Ομολογεί ότι ο Τραμπ – όταν επιτέλους καταδέχθηκε να τον συναντήσει – ξεδίπλωσε μπροστά της ένα αφοπλιστικό επικοινωνιακό χάρισμα. Σχεδόν τη γοήτευσε. «Δεν είναι Σατανάς» παραδέχεται. «Απλώς νοιάζεται αποκλειστικά για την πάρτη του. Μετά μάλιστα τον πρόσφατο θρίαμβό του, τον έχει πλημμυρίσει ευδαιμονία. Νιώθει ελεύθερος να κάνει ό,τι σχεδόν του κατέβει!» Προφανώς. Αλλιώς δεν θα διόριζε υπουργό Υγείας τον αντιεμβολιαστή Κένεντι και πρέσβειρα εδώ την παρ’ ολίγον νύφη του, ως δωράκι – γράφουν – παρηγοριάς… «Οι Δημοκρατικοί» συμπληρώνει η Πέγκι «εκπέμπουν, εδώ και χρόνια, θολό μήνυμα. Διαβάστε μια ομιλία του Ομπάμα. Πανέμορφες διατυπώσεις, συγκινητικές αποστροφές, στην ουσία όμως τι; Ο ψηφοφόρος αποζητά το «ένα κι ένα ίσον δύο»…».

Εκείνο που κυρίως με εντυπωσίασε στη συνέντευξη της Νούναν ήταν πως η αισιοδοξία της, η πίστη της στο μέλλον της Αμερικής δεν την έχει διόλου εγκαταλείψει. «Περνάμε φάσεις. Τα πάνω και τα κάτω μας… Οταν τείνω να απελπιστώ, ξέρετε ποια σκέφτομαι; Μια αγαπημένη θείτσα μου. Που μετανάστευσε παιδί από την Ιρλανδία, έγινε παραδουλεύτρα, σφουγγάριζε ξένα πατώματα, γυάλιζε πόμολα και έφτιαξε με ιδρώτα τη ζωή της. Κέρδισε μια θέση στον ήλιο. Εφόσον τα κατάφερε η θείτσα μου, έχουμε εμείς δικαιολογία να αποτύχουμε;»

Το αμερικάνικο «μεγάλο αφήγημα» συγκροτείται από μυριάδες τέτοιες μικρές ιστορίες. Η εθνική τους περηφάνια δεν πηγάζει τόσο από κοσμοϊστορικούς θριάμβους – το ταξίδι στη Σελήνη, τη νίκη στον Ψυχρό Πόλεμο –, όσο από το έπος των απλών ανθρώπων που πήραν στα χέρια τη μοίρα τους, ξεπλύθηκαν από τη λάσπη, έλαμψαν σαν διαμάντια. Ο,τι ακριβώς προβάλλει ο «χιλμπίλης» Τζέι Ντι Βανς, που προαλείφεται για διάδοχος του Τραμπ.

Δεν γίνεται να μη ζηλέψω. Να μη το συγκρίνω με τη διαγενεακή ρωμαίική μας δυσθυμία. Με το ανεξίτηλο πένθος μας για χαμένες ευκαιρίες, χαμένες πατρίδες, επαναστάσεις που ηττήθηκαν ή ευτελίστηκαν, «πού είσαι νιότη που ‘λεγες πως θα γινόμουν άλλος…», «τόσο μεγάλη ήταν η φόρα, τόσο το πήδημα μικρό…».

Είναι στο κύτταρό μας να αυτοοικτιρόμαστε; Πρόκειται για γεροντική ασθένεια ενός πανάρχαιου λαού, που αρνείται να συμφιλιωθεί με το σημερινό – περιορισμένο λόγω έκτασης και πληθυσμού – βεληνεκές του και αναπολεί εμμονικά τα περασμένα μεγαλεία;

Αφού απήλαυσα τη Νούναν, έπεσα – σερφάροντας στο Διαδίκτυο – σε μια παλιά δική μας σταρ που θυμόταν τον Νίκο Ρίζο. «Ο Ρίζος» έλεγε «εκτός από σπουδαίος κωμικός και θιασάρχης ήταν και ασύγκριτος εραστής. Μάλιστα! Αυτός ο κοντοστούπης είχε τέτοια μαγκιά και τέτοια γλύκα, που άμα σε έπαιρνε στην αγκαλιά του, έβλεπες αστράκια! Μετριέται το σεξαπίλ με τη μεζούρα;»

Λίγη από την αυτοπεποίθηση της Πέγκι Νούναν και του Νίκου Ρίζου ας μας έφερνε φέτος ο Αϊ-Βασίλης…