Ο επί σειρά ετών πρώην πρωθυπουργός της Ολλανδίας και νυν γ.γ. του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε δεν έκρουσε απλώς τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά σήμανε γενικό συναγερμό για την Ευρώπη την περασμένη εβδομάδα, λίγο διάστημα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του: «Η Συμμαχία δεν είναι έτοιμη για τις απειλές που θα αντιμετωπίσει από τη Ρωσία τα επόμενα χρόνια και ήρθε η ώρα να στραφεί σε πολεμική στάση». Αυτά ακριβώς ήταν τα λόγια του: «πολεμική στάση». Και όταν αναφέρεται στη «Συμμαχία» και στους κινδύνους μιλάει προδήλως για το ευρωπαϊκό της σκέλος. Τι θα πετύχει με τη δραματική έκκλησή του, που προσδιόρισε μάλιστα τον κίνδυνο πολέμου με τη Ρωσία στα τέλη της επόμενης πενταετίας; Κατά πάσα πιθανότητα, επί της ουσίας, απολύτως τίποτα.

Την ώρα που ο Ρούτε παρακαλεί, όπως και οι προκάτοχοί του, τα μέλη του ΝΑΤΟ να εκπληρώσουν αν μη τι άλλο την καταστατική τους υποχρέωση για στρατιωτικές δαπάνες ύψους 2% του ΑΕΠ τους, ο μέσος όρος φέτος φτάνει με τα χίλια ζόρια στο 1,9% – η Ελλάδα είναι από τους πρωταγωνιστές με σχεδόν 2,9%. Αυτό το 1,9% όμως, τι σημαίνει σε απόλυτους αριθμούς; Γύρω στα 326 δισ. ευρώ, για μία τεράστια σε έκταση και πληθυσμό συμμαχία κρατών. Ακούγεται ίσως μεγάλο, όμως, σε σχέση με τον διεθνή ανταγωνισμό και τις ανάγκες που θα όφειλε να καλύψει, είναι περίπου ανύπαρκτο. Και μάλιστα, καθώς αυτό το ποσό δεν αποτυπώνει σε καμία περίπτωση ούτε καν έναν πραγματικό αμυντικό προϋπολογισμό: περιλαμβάνει επενδύσεις που γίνονται με αποκλειστικά εξαγωγικούς σκοπούς, εθνικούς σχεδιασμούς που ουδεμία μεταξύ τους συνάφεια έχουν και χαρακτηρίζονται από επικαλύψεις και τεράστια κενά ως προς την έννοια «κοινή άμυνα» η οποία είναι πρακτικά ανύπαρκτη.

Ολα αυτά συμβαίνουν βέβαια επειδή τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ, πλην της Μεγάλης Βρετανίας, θεωρούν, πολύ απλά, ότι ο «Θείος Σαμ» θα τους κάνει για πάντα τη σοβαρή δουλειά τζάμπα. Οπότε, γιατί να την κάνουν εκείνα; Και επίσης στο γεγονός ότι σύμμαχοι μεν, πλην όμως, επί της ουσίας, οι διαφορές πολιτικής που υπάρχουν μεταξύ τους είναι τεράστιες: πώς λοιπόν θα χτίσουν μία κοινή πολεμική μηχανή για τις τρομερές προκλήσεις του 21ου αιώνα;

Ο Ρούτε, που ασφαλώς τα γνωρίζει όλα αυτά, έσπευσε να πει ότι ακόμα και το 2% δεν αρκεί – που δεν έχει καν επιτευχθεί. Και μίλησε για 3%. Εκεί, δεν είπε την αλήθεια: ασφαλώς ούτε και αυτό θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει τις εγγυήσεις που απαιτούνται στο πρόβλημα που ο ίδιος περιέγραψε. Αλλά τι να πει; Το τι πρέπει να γίνει πραγματικά; Οτι τα κονδύλια θα έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερα και ο σχεδιασμός της άμυνας κοινός, αλλιώς θα πάνε τζάμπα ακόμα κι αν διατεθούν, που δεν θα συμβεί; Θα τον πάρουν με τις πέτρες και θα του θυμίσουν ότι πλέον είναι απλώς ένας διορισμένος παράγοντας – υψηλός μεν, αλλά ως εκεί…

Εδώ οι Ευρωπαίοι δεν ξυπνάνε ούτε με τις απειλές του Τραμπ ότι μπορεί οι ΗΠΑ να εγκαταλείψουν το ΝΑΤΟ αν αυτό έστω το 2% δεν εκπληρωθεί – απειλές που επανέλαβε εκ νέου μετά την επανεκλογή του. Θα τους πείσει ο… φίλος τους ο Μαρκ; Εκτός κι αν εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο Τραμπ είναι κάποιος ο οποίος λέει, αλλά δεν κάνει. Οτι είναι όλο λόγια, αλλά από ουσία τίποτα. Γιατί αν εξακολουθούν να το πιστεύουν αυτό, ακόμα και τώρα, με όλα όσα έχουν συμβεί, το επόμενο μεγάλο ευρωπαϊκό δράμα μπορεί να είναι ακόμα πιο κοντά και από ό,τι πιστεύει ο νέος γραμματέας.

Ειδικά όμως για την Ελλάδα, υπάρχει και μία δεύτερη πλάνη που πρέπει να ξεκαθαριστεί από νωρίς: ό,τι κι αν συμβεί στη λεγόμενη «ευρωπαϊκή άμυνα», είτε εντός ΝΑΤΟ, είτε εντός ΕΕ (δηλαδή τίποτα, αλλά απλώς θεωρητικά) δεν πρόκειται να αφορά τα ελληνοτουρκικά. Η «κοινή άμυνα» ουδεμία σχέση έχει με όλα αυτά μα και με την ασφάλεια της Κύπρου. Είναι εντελώς άλλο, μοναχικό θέμα. Οποιος θρέφει ελπίδες περί του αντιθέτου πλανάται οικτρά.