Η είδηση της απόδοσης της ελληνικής ιθαγένειας σε μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον ιστορικού χαρακτήρα, δεδομένης της παλαιότερης άρνησής τους να δεχτούν τις προϋποθέσεις του νόμου του 1994. Ενώ έχει κι ένα κάποιο ενδιαφέρον στο πλαίσιο της κοινωνικής κριτικής. Του αγνού κι ανόθευτου κουτσομπολιού.

Η υπόθεση κατά τα λοιπά είναι τόσο ασήμαντη που οφείλουμε να χαιρετίζουμε την ασημαντότητά της. Για τον μέσο άνθρωπο εκεί έξω και ειδικά για τους νεότερους, εφόσον οι κύριοι και κύριες της οικογένειας τηρούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις ενός δίκαιου (και ουδόλως αυστηρού σε αυτό το ζήτημα) νόμου, ορθώς θα πάρουν τα έγγραφα που επιθυμούν, τα διαβατήρια, τις ληξιαρχικές πράξεις, τις οικογενειακες μερίδες και όλα αυτά τα εξόχως βαρετά. Πολύ περισσότερο θα έπρεπε να μας απασχολούν οι αντίστοιχες διαδικασίες για ανθρώπους που ζουν και εργάζονται ένα σωρό χρόνια στην πατρίδα μας χωρίς χαρτιά, κολλημένοι στη συντήρηση, τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά και την ατέρμονη υποκρισία ενός κράτους που έχει απόλυτη ανάγκη τη μετανάστευση (για εργατικά χέρια, εισφορές κ.λπ.) αλλά χαϊδεύει την ακροδεξιά ρητορική κατά του ξένου.

Από την άλλη, η μόνη, ίσως, αδικία στην υπόθεση των τέως είναι ότι, εξαιτίας της ρητής πρόβλεψης για εγγραφή στο ληξιαρχείο Αθηνών, χάσαμε τη μοναδική ευκαιρία να έχουμε τουλάχιστον έναν «πρίγκιπα» Μενιδίου (δήμο όπου ανήκει το Τατόι). Μια εξέλιξη που, αν μη τι άλλο, θα υπογράμμιζε τον υπεράνω πολιτικής και τάξεων ρόλο που φιλοδοξούν να έχουν στην Ελλάδα οι κύριοι Παύλος και Νικόλαος Ντε Γκρες.

Διότι για να αποκτήσει πραγματική πολιτική διάσταση το θέμα, θα πρέπει να το θέλουν πολλοί παραπάνω από τα τέως πριγκιπόπουλα (που πρέπει να τους αναγνωριστεί, ωστόσο, ότι έχουν διαψεύσει τέτοιες βλέψεις). Αλλά και από τους δημοσίως δηλωμένους νοσταλγούς εκείνου του πρώην πολιτεύματος, που τους αναγκάσαμε χθες να απαρνηθούν με υπογραφή και στρογγυλή σφραγίδα ελληνικού Δημοσίου.

Την πολιτική διάσταση τη δίνουν όσοι θέλουν να τσιγκλήσουν, για τους δικούς τους λόγους, παλιακά ένστικτα περί δήθεν αριστοκρατίας και κάτι νοσταλγικά εθνικά αφηγήματα με στέμματα και σταυρούς, φθαρμένα σαν παλιά πορτρέτα που ξέμειναν χρόνια να τα βαράει ο ήλιος σε βιτρίνα παλαιοπωλείου. Που, εντάξει, χαριτωμένα είναι ως ρετρό κειμήλια. Αλλά δεν θα τα βάλουμε και στο σπίτι μας.