Από τον επόμενο χρόνο θα έχουμε, λένε, kids wallet. Μια εφαρμογή που θα απαγορεύει, θα περιορίζει, θα ελέγχει, θα ντύνει, θα στολίζει και θα νοικοκυρεύει την πρόσβαση των παιδιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ωστε να τα προστατεύσουν λένε. Διότι τα παιδιά και οι έφηβοι απειλούνται από το Διαδίκτυο λένε. Και σε αυτό οφείλονται οι ακραίες συμπεριφορές τους και η βία μεταξύ ανηλίκων λένε. Συμφωνούν δε και τα ίδια τα παιδιά όπως διάβαζα χθες στο θέμα του Κώστα Ντελέζου. Πάνω από τέσσερα στα πέντε θεωρούν ότι η διαδικτυακή βία είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για τους ανηλίκους και σχεδόν ένα στα δύο την έχει υποστεί λένε. Μωρέ μια χαρά τα λένε. Απλώς, η γνώμη μου είναι ότι τα λόγια είναι εντελώς ανίσχυρα και απολύτως θεωρητικά σε μια πραγματικότητα που «λέει» άλλα.

Ζούμε στην εποχή της διαδικτυακής διασύνδεσης. Εφαρμογές, πλατφόρμες, snapchat, viber και πολλά άλλα που δεν τα ξέρω και νομίζω ότι δεν προλαβαίνω να τα μάθω. Οι έφηβοι αλλά και τα παιδιά είναι «καλωδιωμένα» μέσα σε αυτά, είναι η πραγματικότητά τους, τρεις στους τέσσερις μαθητές του Δημοτικού έχουν προφίλ στα σόσιαλ μίντια και, όπως επεσήμανε χθες στη στήλη του ο Κώστας Γιαννακίδης, ακόμη και με τους επικείμενους περιορισμούς δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρουν τρόπο να μπουν μέσα σε αυτό το σύμπαν. Και έχω την εντύπωση ότι η απαγόρευση θα έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Θα γίνουν ακόμη περισσότερο τσακάλια ως προς το πώς μπορούν να μπαινοβγαίνουν σε αυτή τη «γειτονιά» που, κακά τα ψέματα, είναι το υποκατάστατο της παλιάς γειτονιάς με τους χωμάτινους δρόμους.

Και ύστερα ποιοι είναι αυτοί που θα το περιορίσουν ή θα το απαγορεύσουν; Οι γονείς τους; Ούτε καν οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους λέω εγώ. Με τι θράσος; Οι ίδιοι σκρολάρουν όλη την ημέρα πάνω από ένα κινητό, βγάζουν φωτογραφίες, βάζουν φίλτρα που τους κάνουν να φαίνονται πιο αρυτίδωτοι και αρυτίδωτες από τα παιδιά τους. Και πολλοί, ευτυχώς όχι όλοι, τα «ανεβάζουν» από μωρά, ως τρόπαια στο Διαδίκτυο. Να το πάω παρακάτω; Θα το πάω γιατί, ούτως ή άλλως, με πάει από μόνο του. Βγάζουν χρήματα από την έκθεση των παιδιών τους στο Διαδίκτυο. Ή μάλλον, για να το πω ακριβώς, εξασφαλίζουν οικογενειακές προμήθειες ή δωρεάν διαμονές και παροχές υπηρεσιών. Κάνουν τα πιτσιρίκια ινφλουένσερ με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τα έχουν αναγάγει σε λιλιπούτεια σελέμπριτι ικανοποιώντας, προφανώς, τη δική τους ματαιοδοξία.

Για να το πάρουμε λοιπόν από την αρχή, το Διαδίκτυο είναι η σύγχρονη πραγματικότητα. Και οι πραγματικότητες δύσκολα περιορίζονται από «κόφτες». Δέχομαι ότι το συγκεκριμένο μέτρο δημιουργεί καλές εντυπώσεις αλλά είναι στο χέρι των γονιών όχι να ακυρώσουν αλλά να εξυγιάνουν τη σχέση των παιδιών με το Διαδίκτυο. Και θεωρώ ότι θα πρέπει να περιοριστεί, με κάποιες διατάξεις, η «χρήση» των παιδιών για εμπορικούς σκοπούς. Νισάφι πια με τα «ονειρεμένα γενέθλια του γιου μου» και σε πρώτο πλάνο να βλέπω, αντί για παιδικές φατσούλες, προϊόντα εταιρειών και καταστημάτων που, προφανώς, δόθηκαν τζαμπουίτα.

Για τον Κώστα

Δεν μου αρέσουν, όταν φεύγει ένας διάσημος από τη ζωή, οι αναφορές στην προσωπική σχέση που είχε κάποιος μαζί του. Ομως, στην περίπτωση του Κώστα Χαρδαβέλλα, είναι πολύ δύσκολο να το αποφύγω καθώς είναι ένας από αυτούς που τους χρωστάω τη δουλειά μου, που με ενέπνευσαν να γίνω δημοσιογράφος.

Οταν ξεκίνησαν οι περίφημοι τηλεοπτικοί «Ρεπόρτερς» δούλευα στη δισκογραφική εταιρεία Lyra. Πάνω σε μια φιλική κουβέντα, με ρώτησαν αν μπορούσα να βρω ένα κομμάτι για μουσικό θέμα των τίτλων. Διάλεξα ένα του Ζαν Λικ Ποντί, με ηλεκτρονικό βιολί, ενθουσιάστηκαν και μου πρότειναν να αναλάβω τη μουσική επιμέλεια. Ετσι «πρωτομύρισα» αυτήν τη δουλειά. Κοντά σε ανθρώπους σαν τον Κώστα που ήταν μεν εξαιρετικός ρεπόρτερ αλλά και σπουδαίος μάγκας.