Τι θα είχε συμβεί άραγε αν η Ζιζέλ Πελικό δεν είχε αποφασίσει στις 2 Σεπτεμβρίου, κατά το ξεκίνημα της δίκης εις βάρος τού από 50ετία συζύγου της, του Ντομινίκ Πελικό, και 50 ακόμα ανδρών, να μη διεξαχθεί η διαδικασία κεκλεισμένων των θυρών, όπως είχε προτείνει ο προεδρεύων δικαστής; Θα είχαν καρφωθεί και πάλι επί τρεισήμισι μήνες τα βλέμματα του κόσμου ολόκληρου στο κακουργιοδικείο της Βοκλίζ; Θα είχε προκαλέσει και τότε η δίκη τόσο μεγάλες και χρήσιμες συζητήσεις γύρω από την «κουλτούρα του βιασμού», το ζήτημα της συναίνεσης, αλλά και αυτό που έχουν βαφτίσει στη Γαλλία «χημική υποταγή»; Θα είχε και έτσι «αλλάξει η ντροπή στρατόπεδο»; Το πιθανότερο, αν είχε διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, είναι πως η υπόθεση «των βιασμών της Μαζάν» δεν θα είχε εγγραφεί στον κατάλογο αυτών των σπουδαίων δικών που σημαδεύουν την ιστορία και χρησιμεύουν ως καταλύτες, επιταχύνοντας την εξέλιξη συνειδήσεων και νομοθετικών αλλαγών. Το πιθανότερο, επίσης, είναι πως δεν θα είχαν αισθανθεί την ανάγκη να σχολιάσουν, χθες, το κλείσιμο της δίκης, με την ανακοίνωση της δικαστικής ετυμηγορίας, ακόμα και ξένοι ηγέτες όπως ο Ολαφ Σολτς και ο Πέδρο Σάντσεθ. «Η ντροπή πρέπει να αλλάξει πλευρά. Σας ευχαριστούμε Ζιζέλ Πελικό!», έγραψε στο X ο γερμανός καγκελάριος. «Τι αξιοπρέπεια. Ευχαριστούμε, Ζιζέλ Πελικό», έγραψε ο ισπανός πρωθυπουργός. Αυτό ακριβώς φώναζε και το πλήθος έξω από το δικαστήριο: «Μερσί, Ζιζέλ!».
«Καλός οικογενειάρχης»
Επί 10 χρόνια, ο Ντομινίκ Πελικό, ένας κατά τα φαινόμενα «καλός οικογενειάρχης» – ως «υπέροχο άνδρα», καλοπροαίρετο και τρυφερό, τον περιέγραφε η πρώην, πλέον, σύζυγός του – χορηγούσε τακτικά στην τελευταία, τη Ζιζέλ Πελικό, ένα ισχυρό αγχολυτικό, το οποίο διέλυε μέσα στο βραδινό φαγητό της, και καλούσε αγνώστους, από ένα διαδικτυακό φόρουμ με τίτλο «Εν αγνοία της», στην κρεβατοκάμαρά τους, ώστε να τη βιάσουν ενώ ήταν αναίσθητη. Βιντεοσκοπούσε μάλιστα τα πάντα, για τη συλλογή του. Και ίσως να συνέχιζε το «έργο» του αν οι Αρχές δεν τον είχαν συλλάβει τον Σεπτέμβριο του 2020 επειδή βιντεοσκοπούσε και φωτογράφιζε, μέσω στιλό-κάμερας, γυναίκες κάτω από τη φούστα τους, στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς – κατάσχοντας τότε το κινητό, τον υπολογιστή και τους σκληρούς του δίσκους. Εντόπισαν περισσότερους από 200 καταγεγραμμένους βιασμούς, μέτρησαν συνολικά 83 βιαστές, κατάφεραν να ταυτοποιήσουν, πέραν του Πελικό, 50 ακόμη, άνδρες «της διπλανής πόρτας», ηλικίας 27-74 χρόνων. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Ντομινίκ Πελικό, αυτός ο «XXL διεστραμμένος» σύμφωνα με τους ψυχιάτρους, παραδέχθηκε την ενοχή του. Σχεδόν κανένας άλλος κατηγορούμενος, ωστόσο, δεν αναγνώρισε την πραγματικότητα των βιασμών, σχεδόν όλοι επιχείρησαν να κρυφτούν πίσω από μία υποτιθέμενη «έλλειψη πρόθεσης» ή ένα «σφάλμα».
Τους έκριναν όλους ενόχους
Το δικαστήριο τους έκρινε ένοχους όλους. Και καταδίκασε τον Πελικό σε 20 χρόνια κάθειρξη, όπως ακριβώς είχε ζητήσει η εισαγγελία. Στους υπόλοιπους κατηγορούμενους, ωστόσο, επέβαλε μικρότερες ποινές, 10-18 χρόνια είχε ζητήσει η εισαγγελία, από τρία χρόνια, το ένα άνευ αναστολής, μέχρι 15 χρόνια επέβαλαν οι πέντε δικαστές, που σημαίνει ότι έξι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ήδη ελεύθεροι, αφού είχαν ήδη εκτίσει ως προφυλακιστέοι την ποινή τους ή μπορεί να μετατρέψουν το υπόλοιπο σε κατ’ οίκον περιορισμό με βραχιολάκι. Το γεγονός αυτό προκάλεσε ενόχληση σε κάποια μέλη φεμινιστικών οργανώσεων, όπως και στα τρία παιδιά της Ζιζέλ Πελικό, που αναφέρονται πια στον πατέρα τους μόνο ως «γεννήτορα». Η ίδια, ωστόσο, δήλωσε πως σέβεται το δικαστήριο και την απόφαση – που τόσο η εισαγγελία όσο και οι κατηγορούμενοι, πάντως, έχουν δέκα ημέρες περιθώριο ώστε να εφεσιβάλουν.
Σύμβολο θάρρους και δύναμης ψυχής
Ο τελευταίος λόγος σε αυτή τη γυναίκα που έγινε, στα 72 της, σύμβολο θάρρους και δύναμης ψυχής: «Με βαθιά συγκίνηση σας μιλάω σήμερα. Αυτή η δίκη ήταν μια πολύ δύσκολη δοκιμασία και, αυτή τη στιγμή, σκέφτομαι πρώτα απ’ όλα τα τρία μου παιδιά. Σκέφτομαι επίσης τα εγγόνια μου, γιατί είναι το μέλλον, και είναι γι’ αυτά που έδωσα αυτή τη μάχη, καθώς και τις νύφες μου. Σκέφτομαι επίσης όλες τις άλλες οικογένειες που επλήγησαν από αυτή την τραγωδία. Σκέφτομαι τέλος τα μη αναγνωρισμένα θύματα, των οποίων οι ιστορίες συχνά παραμένουν στη σκιά. Θέλω να ξέρετε ότι μοιραζόμαστε τον ίδιο αγώνα», δήλωσε χθες προτού ευχαριστήσει όλους όσοι τη στήριξαν. «Οταν άνοιξα τις πόρτες αυτής της δίκης στις 2 Σεπτεμβρίου», συνέχισε, «ήθελα η κοινωνία να είναι σε θέση να αντιληφθεί τις συζητήσεις που έγιναν. Δεν μετάνιωσα ποτέ για την απόφασή μου αυτή. Τώρα έχω εμπιστοσύνη στη συλλογική μας ικανότητα να κατακτήσουμε συλλογικά ένα μέλλον στο οποίο όλοι, γυναίκες και άνδρες, θα μπορούν να ζουν αρμονικά, με αμοιβαίο σεβασμό και κατανόηση».