Η χρονιά που φεύγει υπήρξε πολιτικά πυκνή και δημοκρατικά καταθλιπτική. Χωρίς τίποτα να αποκλείεται, το χειρότερο αναμένεται.
Μέσα στον μεγάλο και απλωμένο σε κάθε γωνιά της γης εκλογικό κύκλο του 2024, δύο ήταν τα γεγονότα που ξεχώρισαν: η επανεκλογή του Τραμπ τον Νοέμβριο και το κύμα απόρριψης των κρατούντων σχεδόν παντού. Το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών αποτελεί κόλαφο για την παγκόσμια δημοκρατία και την παγκόσμια κοινότητα και είναι πιθανό να ασκήσει τη μεγαλύτερη επιρροή στις εξελίξεις του άμεσου μέλλοντος: η έκταση της νίκης, οι ακρότητες του προσώπου και τα πρώτα δείγματα γραφής εν όψει της νέας θητείας προοιωνίζονται κυριαρχία μιας αντισυμβατικότητας στα όρια της παλαβομάρας, ενός ρεβανσισμού στα όρια της ψύχωσης και των φίλιων επιχειρηματικών επί κάθε άλλου είδους συμφερόντων. Μια δυστοπία, την οποία η θέση των ΗΠΑ καθιστά παγκόσμια.
Από την άλλη, το «άδειασμα» από τους εκλογείς εκείνων που ασκούσαν την εξουσία εικονογραφεί μια γενικότερη αλλά μάλλον απροσδιόριστη και χωρίς διεξόδους απογοήτευση από την πολιτική και τις δυνατότητές της. «Μάθημα» πήραν οι κυβερνώντες και στην Ινδία και στη Νότια Αφρική και στην Ιαπωνία, αλλά συνεχίζουν να κυβερνούν. Στο Ιράν έχασε ο εκπρόσωπος των «σκληρών», αλλά ο νέος Πρόεδρος αποδεικνύεται, μέσα στο καμίνι της περιοχής, σχεδόν το ίδιο άκαμπτος. Οι αλλαγές κυβερνήσεων στην Ολλανδία, την Αυστρία, τη Σλοβακία, την Πορτογαλία έφεραν στο προσκήνιο πιο ακραίες δυνάμεις, ενώ κι εκεί που είχαμε «μια από τα ίδια» -Μεξικό, Βουλγαρία, με έβδομες, εξίσου ατελέσφορες, εκλογές σε τρία χρόνια, Ιρλανδία, λόγω καλής οικονομικής κατάστασης – η γκρίνια είναι ισχυρότερη από την αισιοδοξία.
Βασικοί «νικητές» αναδείχθηκαν οι απανταχού αυταρχικοί, είτε μέσα από σημαδεμένες εκλογές – Ρωσία, Αίγυπτος, Αλγερία – είτε διατηρούμενοι στην εξουσία παρά τη λαϊκή αποδοκιμασία -Βενεζουέλα, Λευκορωσία, Ιράν, χώρες πρώην «αραβικής άνοιξης» και με κίνδυνο και στη Συρία η απελευθερωτική αλλαγή να οδηγήσει σε σκοτεινότερο μέλλον. Αυξήθηκαν οι απόπειρες πραξικοπημάτων, κατάλυσης του πολιτεύματος, νόθευσης του εκλογικού αποτελέσματος – Νότια Κορέα, Βολιβία, Ισημερινός, Ινδονησία, αλλά και Γεωργία, Ρουμανία -, καθώς και η στα όρια του εμφυλίου πολέμου βία, ιδίως σε χώρες της Αφρικής – Κονγκό, Σουδάν, Αιθιοπία, Νιγηρία, Ουγκάντα, Σενεγάλη. Στη Μαύρη Ηπειρο πάνω από 900 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε χώρες που ξοδεύουν περισσότερο για την εξυπηρέτηση του χρέους τους από ό,τι για υγεία και παιδεία. Η δημοκρατία υποχωρεί αριθμητικά και ποιοτικά και κάποιες σποραδικές νίκες των «καλών» – Ηνωμένο Βασίλειο, Ταϊβάν, Εκρέμογλου στην Κωνσταντινούπολη – δεν αλλάζουν την τάση – πόσο μάλλον όταν, όπως στην περίπτωση του Στάρμερ, οι «καλοί» γρήγορα αποδεικνύονται «λίγοι».
Στην Ευρώπη, το 2024 έφερε τρεις κρίσιμες επιδεινώσεις. Ο συσχετισμός δυνάμεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο άλλαξε υπέρ της Ακροδεξιάς και οι «δυνάμεις της λογικής» όχι μόνο αποδυναμώθηκαν αλλά αναγκάστηκαν να συνασπιστούν εκ νέου γύρω από μια ομάδα εξουσίας, με επικεφαλής την κυρία Φον ντερ Λάιεν, που δεν εκφράζει τίποτα το αναζωογονητικό. Τα «μεγάλα ζητήματα» -πόλεμοι κοντά στην Ευρώπη, πρωτοπορία στην κλιματική αλλαγή, ενεργειακή απεξάρτηση, οικονομική ανάκαμψη – ξεπερνούν τις δυνάμεις αλλά και τη βούληση μιας «ένωσης» όλο και πιο διχασμένης και φοβικής, στην οποία προστέθηκε η διπλή «κρίση των ατμομηχανών», Γερμανίας και Γαλλίας. Η κρίση αυτή, παρότι δεν έχει κοινή αιτία – πολιτική αφροσύνη στη Γαλλία, αποσάθρωση οικονομικού μοντέλου στη Γερμανία -, λειτουργεί καταλυτικά και πολλαπλασιαστικά, έτσι ώστε τα λιμνάζοντα ύδατα να εμφανίζονται ως η «καλύτερη» εκδοχή για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Σε βαθμό που η Ελλάδα να μοιάζει φάρος σταθερότητας και δημοκρατικής προβλεψιμότητας, παρά τα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες που βγήκαν στην επιφάνεια με την ευκαιρία της 50ής επετείου της Μεταπολίτευσης: απουσία δομικών βελτιώσεων, υποχώρηση του κράτους δικαίου, ατομοκεντρισμός, ατυπία, έλλειψη υπευθυνότητας και συνείδησης κοινού σκοπού. Η κυβέρνηση αντέχει παρά τη φθορά και την απώλεια ηθικού ερείσματος, τα δύο βασικά αντιπολιτευτικά κόμματα έκαναν εσωτερικές εκλογές και άλλαξαν κοινοβουλευτική θέση, η μακροοικονομική κατάσταση βελτιώνεται αλλά η ανέχεια διατηρείται σε απαράδεκτα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα επίπεδα.
Μέσα από τη γενική εικόνα διαγράφονται οι 4+ 1 κοινωνικές και δημοκρατικές προκλήσεις της ανθρωπότητας, που είναι συγχρόνως και (σχεδόν θανάσιμοι) κίνδυνοι. Πρώτον, το φάσμα ενός διόλου «ψυχρού», μόνιμου και σε πολλά αλλησυνδεόμενα πεδία εκτυλισσόμενου πολέμου, που μπορεί να συνεχίσουμε να μην τον αποκαλούμε «παγκόσμιο», αποτελεί όμως τη μορφή του στον 21ο αιώνα: με μέτωπα που δεν κλείνουν, με τα όπλα διαρκώς παρά πόδα, με διπλωματία που δεν λειτουργεί, με την πυρηνική απειλή παρούσα, με «υβριδική», αλλά και κλασική, προπαγάνδα και παραπληροφόρηση. Δεύτερον, η ενίσχυση των αυταρχικών καθεστώτων αλλά και των αυταρχικών τάσεων εντός θεωρητικά δημοκρατικών καθεστώτων: υπερβολική, στα όρια της βίας, πόλωση, αδιαφορία για κανόνες, διαπραγματεύσεις, κατακτήσεις, επίλυση των διαφορών βάσει ισχύος, ιδιωτικοποίηση όχι μόνο δημόσιων αγαθών αλλά και της ίδιας της έννοιας του δημοσίου συμφέροντος – οι ΗΠΑ του Τραμπ, αλλά και η Κίνα του Σι αποτελούν, η καθεμία με τον τρόπο της, τα καλύτερα παραδείγματα. Τρίτον, η απώλεια του ελέγχου σε σχέση με την τεχνολογία και ειδικά την τεχνητή νοημοσύνη, ιδίως τώρα που εκχωρήθηκαν επισήμως οι σχετικές επιλογές σε ανθρώπους σαν τον Μασκ. Τέταρτον, η τροπή της οικονομίας σε εργαλείο όχι ισόρροπης ανάπτυξης και ευημερίας, αλλά εθνικισμού, ανισοτήτων και πιθανώς ενός νέου κραχ: η Αμερική ξεκινά, με πρωτοβουλία του εκλεγμένου Προέδρου της, μια πορεία προς τη χρεοκοπία, την ίδια ώρα που μπλοκάρεται το διεθνές εμπόριο και σταθεροποιείται η πρωτοκαθεδρία της Κίνας στην παγκόσμια παραγωγή. Η πέμπτη πρόκληση έχει ήδη χαθεί: πρόκειται για την κλιματική αλλαγή, που είναι πλέον αδύνατο να τιθασευθεί στα επίπεδα που είχαν καθορίσει οι διεθνείς συμφωνίες και που ζητούν απεγνωσμένα οι επιστήμονες – ας ελπίσουμε να κάνουν λάθος, αν και αυτή η «ελπίδα» αρμόζει περισσότερο στους αναμφισβήτητους νικητές του 2024, τον Τραμπ και τους οπαδούς του.
Πέρα από τα πολιτικά γεγονότα και εξελίξεις, η χρονιά που φεύγει σημαδεύτηκε, ίσως ακόμα πιο καθοριστικά, από δύο ιστορίες με παγκόσμια εμβέλεια: τη «δίκη της Αμιέν» στη Γαλλία και τη «δολοφονία του ασφαλιστή» στις ΗΠΑ. Μια γυναίκα που προσέδωσε αξιοπρέπεια και κατέστησε επίκεντρο οικουμενικής συνειδητοποίησης, και αγώνα, τον συστηματικό βιασμό της από αγνώστους με πρωτοβουλία του συζύγου της. Κι ένας νέος άνθρωπος που πήρε τον νόμο στα χέρια του και κατέστη, με τρόπο χαρακτηριστικό για την εποχή αλλά και έξω από κάθε μέτρο, «ήρωας» του Διαδικτύου, δηλαδή του χαμένου στο Διάστημα πλανητικού χωριού μας. Ελλειψη πυξίδας, ακόμα περισσότερο κι από έλλειψη ελπίδας, να τι αφήνει πίσω της μια γεμάτη από γεγονότα και σκότος χρονιά.