Αν εμπιστευτούμε τα στοιχεία της μεταποίησης – και δεν έχουμε λόγο να μην το κάνουμε – τότε το 2025 μπήκε πολύ πιο καλά απ’ ό,τι περιμέναμε. Απρόσμενα καλά και μάλιστα κόντρα στο ευρωπαϊκό ρεύμα. Ο αγιοβασιλιάτικος δείκτης PMI, που καταγράφει την τάση της μεταποιητικής βιομηχανίας και θεωρείται ο πιο σημαντικός πρόδρομος δείκτης για μια οικονομία, κατέγραψε τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, του τελευταίου εξαμήνου. Με το όριο που χωρίζει την ανάπτυξη από την ύφεση να είναι το 50, ο δείκτης έκλεισε τον Δεκέμβριο στις 53,2 μονάδες, από τις 50,9 που είχε υποχωρήσει τον Νοέμβριο.

Η άνοδος στηρίχθηκε με μεγάλες αυξήσεις της παραγωγής και των νέων παραγγελιών και αύξηση του ενδιαφέροντος από πελάτες του εξωτερικού, δηλαδή αύξηση των εξαγωγών. Δηλαδή όλα τα καλά που θέλουμε να συμβαίνουν στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας και μάλιστα με ισχυρή διαφοροποίηση καθώς μεγάλη ζήτηση καταγράφεται από όλες τις μεγάλες αγορές. Από πελάτες των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Ασία και τη Μέση Ανατολή. Πρακτικά αυτό μεταφράστηκε στη δημιουργία των περισσότερων νέων θέσεων εργασίας που έχουν καταγραφεί τους τελευταίους πέντε μήνες. Μόνη ένσταση ότι όλα αυτά συνοδεύτηκαν και από αύξηση του κόστους παραγωγής, που με βεβαιότητα αναμένεται να επηρεάσουν προς τα πάνω τις τιμές των προϊόντων.

Προσοχή, δεν πρόκειται για μια πανευρωπαϊκή τάση. Η Ελλάδα και κάποιες λίγες ακόμα χώρες πάνε καλά. Ολοι οι άλλοι και κυρίως οι μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης βρίσκονται σε περιβάλλον στασιμότητας ή ύφεσης. Οπως έδειξαν τα στοιχεία της μεταποίησης, η πρόβλεψη που υπάρχει είναι ότι θα παραμείνουν σε αυτή την κατάσταση τουλάχιστον για τους πρώτους μήνες του έτους.

Στον ίδιο δείκτη που η Ελλάδα σαρώνει, στη Γερμανία, η επίδοσή της μειώθηκε στις 42,5 μονάδες από 43 τον Οκτώβριο. Κάτι που σημαίνει έντονες μειώσεις στην παραγωγή και στις νέες παραγγελίες, δείχνοντας το βάθος της οικονομικής κρίσης στη χώρα. Στη Γαλλία πάνε ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Ο γαλλικός PMI υποχώρησε στις 41,9 μονάδες από 43,1 τον Νοέμβριο, που είναι η χαμηλότερη επίδοση από τον Μάιο του 2020, δηλαδή από την πανδημία.

Χωρίς να υποτιμάται η επίδραση που πιθανόν να έχει στην ελληνική οικονομία η κρίση που διέρχονται βασικοί εμπορικοί εταίροι της όπως η Γερμανία και η Γαλλία, το μέγεθος της ελληνικής διαφοροποίησης δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Δείχνει με σαφήνεια ότι μια νέα γενιά δυναμικών ελλήνων επιχειρηματιών αντιμετωπίζουν με αισιοδοξία το μέλλον, βασιζόμενοι στις δυνάμεις τους. Διεκδικούν τη θέση που τους ανήκει στις διεθνείς αγορές, παρά τις αντιξοότητες. Εκμεταλλεύονται τα κενά που αφήνουν άλλοι που αποχωρούν και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μεγαλύτερη και ποιοτικότερη παραγωγή. Και κυρίως – αυτό είναι το σημαντικότερο – δημιουργούν περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας εδώ στη χώρα μας. Πρόκειται ίσως για την πρώτη καλή είδηση της νέας χρονιάς.