Τώρα που ολοκληρώθηκαν οι εορτασμοί και τα αφιερώματα για τα πενήντα χρόνια της Μεταπολίτευσης σκέφτομαι να συνοψίσουμε την κουβέντα και να ξεκαθαρίσουμε τα βασικά για να ξέρουμε τι λέμε.
Αλλωστε, αν τα πρώτα πενήντα χρόνια είναι τα δύσκολα, τότε τα υπόλοιπα θα κυλήσουν νεράκι.
—-Πρώτο. Με τον όρο «Μεταπολίτευση» δεν εννοούμε φυσικά μόνο τα γεγονότα του 1974, ούτε ότι «μεταπολιτευόμαστε» ακατάπαυστα και σε μόνιμη βάση επί πενήντα χρόνια.
Εννοούμε τη δημοκρατία που προέκυψε από τη Μεταπολίτευση του 1974. Και η οποία έκτοτε βάδισε τον δρόμο της, κατά κανόνα, επιτυχώς.
Οπως συνέβη με την «Ενδοξη Επανάσταση» στην Αγγλία του 18ου αιώνα ή την «Παλινόρθωση» στη Γαλλία του 19ου, τα ιστορικά γεγονότα διαμόρφωσαν ένα καθεστώς στο οποίο έδωσαν το όνομά τους.
Τα ίδια τα γεγονότα προφανώς έχουν και περιεχόμενο και τέλος και αρχή. Δεν είναι άυλα ούτε άχρονα.
Κι αυτό από μόνο του αποτελεί μια απάντηση στο ηλίθιο σύνθημα «η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Τελείωσε. Αλλά το 1974.
—-Δεύτερο. Με τη Μεταπολίτευση του 1974, η χώρα άλλαξε πολιτικό και πολιτειακό καθεστώς. Δεν άλλαξε κοινωνικό σύστημα ούτε γεωπολιτική ταυτότητα.
Με το Σύνταγμα του 1975 διαμορφώθηκε μια «Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία» (άρθρο 1,1). Η οποία σε γενικές γραμμές και πλην κάποιων αναθεωρήσεων διατηρείται έως σήμερα ακέραιη στα πλαίσια των δημοκρατιών που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Τελικά και σε αντίθεση με μια φαντασιακή ιδεολογική ανάγνωση, αποδείχτηκε ότι η ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ δεν ήταν «το ίδιο συνδικάτο», ότι στην Ελλάδα δεν εγκαθιδρύθηκε «λαοκρατία» και ούτε γίναμε Σοβιέτ.
Ακόμη κι αν «η Ελλάδα ανήκε στους Ελληνες», ανήκει και στη Δύση.
Ευτυχώς. Ο «σοβιετικός κόσμος» κατέρρευσε με πάταγο δεκαπέντε χρόνια μετά την ελληνική δικτατορία.
—-Τρίτο. Η ίδια η Μεταπολίτευση δεν ήταν προφανώς επανάσταση. Δεν υπηρετούσε καμία επαναστατική επαγγελία, ούτε επιδιώχτηκε κάτι τέτοιο από κάποια πλευρά.
Αλλωστε κι η λεγόμενη «Γενιά του Πολυτεχνείου» ελάχιστη ουσιαστική συμμετοχή είχε τελικά στη συγκρότηση της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.
Στα χέρια μιας προδικτατορικής (αλλά όχι μόνο…) πολιτικής τάξης, η Μεταπολίτευση διαμόρφωσε ένα σύγχρονο αλλά μετριοπαθές πλαίσιο, χωρίς εξαλλοσύνες και ακρότητες, το οποίο διασφάλισε την ομαλή μετάβαση στη δημοκρατία και την ανάπτυξή της.
Αυτό το οφείλει πρωτίστως στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος δεν επέτρεψε γελοίες υπερβολές και κυρίως «λαοκρατικές» διαδικασίες. Ακόμη κι όταν υπό πίεση έκανε λάθη, όπως αποδείχτηκε η έξοδος από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Το βέβαιο είναι ότι η μετριοπάθεια των πρωταγωνιστών σφράγισε όλη την πορεία της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.
Ακόμη και τις πιο ακραίες ή αμφιλεγόμενες στιγμές, όπως το παραληρηματικό 2015, ο εκτροχιασμός αποδείχθηκε ελεγχόμενος. Και πάντως ελέγχθηκε.
—-Τέταρτο. Η αναγνώριση της νόμιμης δράσης της Αριστεράς, κυρίως των κομμουνιστικών κομμάτων και οργανώσεων, συνιστούσε αποκατάσταση μιας εύρυθμης δημοκρατικής λειτουργίας και όχι προφανώς δικαίωση των ηττημένων του Εμφυλίου.
Παρόλο που πολλοί το εξέλαβαν ως παράδοση στις «αριστερές ιδέες» ή στερεότυπα που καλλιεργήθηκαν τις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80.
Είναι αλήθεια βεβαίως ότι σε μεγάλο βαθμό τέτοιες ιδέες κυριάρχησαν. Και μάλιστα σε μια εκδοχή συνήθως κακόγουστης και λαϊκότροπης χοντροκοπιάς.
Αλλά τα χρόνια εκείνα το φαινόμενο δεν ήταν μόνο ελληνικό. Ηταν τα σημεία και ταυτοχρόνως ο αέρας των καιρών.
Φυσικά δεν άκουγαν στην υπόλοιπη Ευρώπη «αντάρτικα», ούτε ανακάλυψαν όλοι έκθαμβοι τον Βελουχιώτη ή τον Μπελογιάννη προσπαθώντας να ξαναγράψουν την Ιστορία.
Ανάλογα φαινόμενα όμως παρατηρήθηκαν και στις άλλες δύο χώρες που την ίδια εποχή πέρασαν από τη δικτατορία στη δημοκρατία, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Ειδικά στην Ισπανία που είχε κι αυτή μια σκληρή εμφύλια αναμέτρηση στην πλάτη της.
Η Ιταλία άλλωστε ζούσε ήδη έναν πραγματικό «εμφύλιο χαμηλής έντασης» με τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και τα άλλα παιδιά. Ενώ η Γαλλία τσαλαβουτούσε (συνήθως φλυαρώντας) στα απόνερα του Μάη του ’68.
Ακόμη και η (τότε) Δυτική Γερμανία ανέπτυξε νησίδες «αριστερής αυτονομίας» συν μερικά κουμπούρια τύπου Μπάαντερ-Μάινχοφ.
Η Αριστερά δηλαδή των δεκαετιών ’70 και ίσως ’80 ήταν κάτι σαν μαγκιά. Κι η Ελλάδα φυσικά δεν θα μπορούσε να γλιτώσει, έστω κι αν το διόρθωσε στη συνέχεια.
—-Πέμπτο. Τελικά η Μεταπολίτευση δεν είχε πολιτικό πρόσημο κι αυτό ήταν ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία της.
Στα πενήντα χρόνια της δημοκρατίας, η ΝΔ κέρδισε έντεκα εκλογές, έβγαλε έξι πρωθυπουργούς, κυβέρνησε έως τώρα 22 χρόνια και συνεχίζει.
Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε έξι εκλογές, έβγαλε τρεις πρωθυπουργούς, κυβέρνησε 21 χρόνια και ελπίζει.
Οι υπόλοιποι τα υπόλοιπα, σε διάφορους συνδυασμούς. Ακόμη κι ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε δύο εκλογές, έβγαλε έναν πρωθυπουργό και κυβέρνησε μία ολόκληρη τετραετία.
Είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η Μεταπολίτευση δημιούργησε ένα ανοιχτό δημοκρατικό σύστημα κι όχι κάποιο αδιαπέραστο καθεστώς που άλλους ευνοούσε κι άλλους απέκλειε.
Είναι όμως και κάτι άλλο. Οτι στην πραγματικότητα η Μεταπολίτευση δημιουργήθηκε μετά τη Μεταπολίτευση. Μετά δηλαδή τις στιγμές της πολιτικής και πολιτειακής αλλαγής που τυπικά ολοκληρώνονται με το Σύνταγμα του 1975.
Δημιουργήθηκε σε βάθος χρόνου και με την έγνοια γενεών από πολίτες και πολιτικούς.
Μέσα από μια διαρκή διαδικασία ανίχνευσης και αναζήτησης, συγκρούσεων και συμπτώσεων.
Τίποτα δεν ήταν εξαρχής δεδομένο. Και τίποτα δεν ήταν εξ ορισμού αναπόφευκτο.
Ούτε καν η κρίση της περασμένης δεκαετίας. Η οποία επιβεβαίωσε στα μάτια όλων και στη συνείδηση πολλών ότι το δημιούργημα της Μεταπολίτευσης είναι στέρεο και ανθεκτικό κι ότι δεν πρόκειται να ανατραπεί στο πρώτο φύσημα.
Οτι προορίζεται δηλαδή να διαρκέσει και μετά τα πρώτα πενήντα χρόνια που «είναι τα δύσκολα».