Γράφτηκαν πολλά εκθειαστικά σχόλια για τον Κώστα Σημίτη. Τίποτα όμως δεν είναι πιο κολακευτικό για εκείνον από τα λόγια των πολεμίων και των υβριστών του. Η ποιότητα όσων επιχείρησαν να τον κοντύνουν ανέδειξε το πολιτικό ανάστημα του ανθρώπου που άλλαξε την εικόνα της χώρας. «Να είσαι στο εξωτερικό, να λες ότι προέρχεσαι από την Ελλάδα και να σε σέβονται. Αυτό θέλω να κάνω». Και το έκανε. Στον βαθμό που του επέτρεψε η εποχή στην οποία κυβέρνησε και το κόμμα του οποίου ηγήθηκε, χωρίς ποτέ να καταφέρει γίνει πραγματικός του ηγέτης. Ηγεμόνευσε όμως σε ένα ευρύτερο ρεύμα, το οποίο υπό την άτυπη ηγεσία του κατάφερε να το κάνει πλειοψηφικό. Εισήγαγε στον δημόσιο διάλογο τις έννοιες εκσυγχρονισμός, τεχνοκρατική, φιλομεταρρυθμιστική πολιτική, όροι που εφαρμόστηκαν στην περίοδο της διακυβέρνησής του σε ένα πολιτικό περιβάλλον απολύτως εχθρικό, σε μια Ελλάδα της σπατάλης και του λαϊκισμού, με εμπεδωμένη τη νοοτροπία του «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα».

Ο «λογιστής», ο «καθηγητής με το μπλοκάκι», που στα νιάτα του έβαζε βόμβες εναντίον της δικτατορίας και δραπέτευσε με πλαστό διαβατήριο, διαμόρφωσε μια σύγχρονη χώρα, ισχυρή, με τιτάνια έργα ευρωπαϊκών προδιαγραφών, σε έκταση που δεν επετεύχθη ποτέ ξανά στη μεταπολιτευτική ιστορία. Σεμνός, εργατικός, χαμηλών τόνων, με απαράμιλλη πολιτική ευπρέπεια, φημιζόταν για τη διακριτικότητα του οικογενειακού του βίου (τα παιδιά του όχι μόνο δεν εξαργύρωσαν το πολιτικό του κεφάλαιο, αλλά δεν ξέραμε καν τα ονόματά τους) και προσωπική ηθική την οποία, όπως έγραψε κάποτε ο Γιώργος Βέλτσος, «δεν είχε πρόθεση να την επιδείξει ως ηθική, την ενσωμάτωνε στην κανονικότητά του». Ναι, κυβέρνησε και με διεφθαρμένους. Στην εποχή όμως της αφθονίας, σε περιβάλλον στρεβλής λειτουργίας μηχανισμών, που – κακώς – δεν ήλεγχε, σε ένα κόμμα που – δυστυχώς – δεν είχε. Και, ναι, υπήρξαν και ήττες, όπως στο περίφημο ασφαλιστικό Γιαννίτση. Είχε όμως απέναντι όλον τον κρατικοδίαιτο συνδικαλισμό και το πελατειακό σύστημα που αντιστέκονται σθεναρά σε κάθε μεταρρύθμιση που απειλεί τα προνόμιά τους. «Δεν ήταν πάντα εύκολο, στις αλλαγές υπάρχουν αντιστάσεις» είπε πέρυσι σε ομιλία του. Υπήρξαν όμως και κάποιες που υπερέβη, όπως οι αλλοπρόσαλλες των ταυτοτήτων. Ηταν ο μοναδικός πρωθυπουργός που όχι μόνο τόλμησε να τα βάλει με την Εκκλησία, αλλά και νίκησε. Οταν κάποιοι έφτιαχναν κωμικές λίστες με υπογραφές, ο Σημίτης διεμήνυε ανυποχώρητος «δεν έχει κανέναν λόγο η Εκκλησία στις ταυτότητες, αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους».

Συνέδεσε το όνομά του με την Ελλάδα της αισιοδοξίας, των μεγάλων εθνικών στόχων και το «διαρκές αίτημα» του εκσυγχρονισμού. Στην περίπτωση του Κώστα Σημίτη η Ιστορία έχει ήδη αποφανθεί.