Οι περισσότεροι κάτοικοι της Αθήνας, όσοι τουλάχιστον δεν είναι σε θέση να μετακινηθούν με ΙΧ ή δεν έχουν την τύχη να δραστηριοποιούνται κοντά στα σπίτια τους, αναγκάζονται κάποια στιγμή να πάρουν τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ).

Περιμένοντας λοιπόν το πρωινό λεωφορείο, κοιτάζοντας το κινητό τους ή φορώντας τα ακουστικά και παίζοντας στο τέρμα μουσική για να πνίξουν τους ήχους της πόλης, περνάνε από το μυαλό τους πολλές σκέψεις.

Κάποιες από αυτές είναι «ελπίζω να μην αργήσει πάλι το λεωφορείο», «ελπίζω να βρω να κάτσω», «ελπίζω να μην είναι τίγκα» ή «πόσο να πάει ένα ταξί;».

Αλλά ακόμα κι όταν έρθει το λεωφορείο, πολύ συχνά με καθυστέρηση ή με δρομολόγια τόσο αραιά που είναι αδύνατον να μην είναι οι επιβάτες στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες, άλλες σκέψεις μπορεί να περιλαμβάνουν «γιατί πάει τόσο αργά;», «γιατί κάθεται τόσο κοντά μου αυτός;», «ελπίζω να μην μπει ελεγκτής» και πολύ συχνά…«μισώ τα ΜΜΜ».

Και όλη αυτή η δυσφορία, η καθυστέρηση και η έλλειψη άνεσης έρχονται συχνά να προστεθούν στα νεύρα και την κακή διάθεση της καθημερινότητας.

Είτε πρόκειται για οργή με τους ανθρώπους που δεν κατεβαίνουν αρκετά γρήγορα από το μετρό, είτε άτομα που καταλαμβάνουνε τη διπλανή θέση με την τσάντα τους, είτε για άντρες που κάνουν «manspreading» αδιαφορώντας για τον προσωπικό μας χώρο, φαίνεται ότι πολύ συχνά στα ΜΜΜ η ανοχή πάει περίπατο.

Μέσα Μαζικής Μεταφοράς: Γιατί όμως τόσοι πολλοί από εμάς αισθανόμαστε έτσι;

Η απάντηση, όπως φαίνεται, βρίσκεται βαθιά στην ψυχολογία μας, σε μια συμπεριφορά που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «μη κοινωνική παροδική συμπεριφορά».

«Τα μέσα μαζικής μεταφοράς μπορούν να βγάλουν τον χειρότερο εαυτό μας, καθώς συχνά έχουμε να κάνουμε με συνθήκες αιχμής γεμάτα λεωφορεία ή τρένα και ουρές ανθρώπων. Αυτό είναι αγχωτικό – ειδικά αν έχουμε αργήσει», λέει η Δρ Sarah Brewer, ιατρική διευθύντρια του Healthspan.

«Οι ψυχολόγοι έχουν αναφερθεί σε αυτό ως ‘μη κοινωνική παροδική συμπεριφορά’ – είμαστε περιτριγυρισμένοι από αγνώστους που δεν χρειάζεται να εντυπωσιάσουμε και πιθανώς δεν θα ξαναδούμε ποτέ, οπότε η φυσική μας απογοήτευση από τον συνωστισμό και τον κλειστό χώρο βγαίνει προς τα έξω».

Συνεχίζει: «Αποσυντονιζόμαστε κοινωνικά και μπορούμε να ενεργήσουμε με τρόπους που δεν θα διανοούμασταν να κάνουμε σε άλλες καταστάσεις, σπρώχνοντας και στριμώχνοντας για να ξεφύγουμε από το πλήθος και να βρούμε λίγο προσωπικό χώρο. Αυτό μας οδηγεί επίσης στο να προσπαθούμε να ‘καπαρώσουμε’ τη θέση δίπλα μας στο λεωφορείο ή το τρένο και να λαμβάνουμε μέτρα για να εμποδίσουμε κάποιον άλλο να καθίσει εκεί».

Ο Dr. Mark Winwood, διευθυντής ψυχολογικών υπηρεσιών στην Axa PPP Healthcare, συμφωνεί, αναφερόμενος σε μια άλλη έννοια που ονομάζεται «αποϊδρυματοποίηση», η οποία μας κάνει να χάνουμε την αίσθηση του εαυτού μας.

«Η αντίδρασή μας στο στρες συνδέεται συχνά με την εμπειρία της απειλής – και η φυσική μας αντίδραση στην απειλή μπορεί να σημαίνει ότι μπορούμε να γίνουμε πιο επιθετικοί σε αυτές τις καταστάσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς», εξηγεί.

«Από ψυχολογικής άποψης, σε αυτές τις καταστάσεις συνήθως περιβάλλεστε από αγνώστους, και έτσι υπάρχει μια αίσθηση ανωνυμίας. Η λεγόμενη αποϊδρυματοποίηση αναφέρεται στην απώλεια της αυτογνωσίας και, μαζί με αυτήν, της ατομικής υπευθυνότητας. Γεννιέται από την αντίληψη ότι είσαι υπεράνω πάσης μομφής, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε πιο επιθετική συμπεριφορά».

Πρόβλημα αποξένωσης;

Εν τέλει εκείνη τι στιγμή δεν νοιώθουμε καμία αίσθηση ευθύνης και δεν θεωρούμε ότι είμαστε υπόλογοι απέναντι στα άτομα που μας περιτριγυρίζουν.

Αυτό συνδυάζεται τέλεια με την αλλοτριωμένη και αστικοποιημένη νοοτροπία και τις κακής ποιότητας υποδομές που προκαλούν εκνευρισμό και δυσανασχέτηση.

Οπότε απ’ ότι φαίνεται το πρόβλημα είναι πού βαθύτερο.

Έτσι όταν κάποιος μας πατήσει το πόδι στο λεωφορείο καλύτερα ας πάρουμε μία βαθιά ανάσα, και ας κρατήσουμε την ενέργεια μας για να αντιμετωπίσουμε τα πιο σοβαρά προβλήματα της καθημερινότητας.