Εχω χάσει πολλούς φίλους τα τελευταία δέκα χρόνια. Θα πει κάποιος «εντάξει, όλοι θα πεθάνουμε…» αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Εμένα μου στοίχισε η απώλεια του Πάνου Θεοδωρίδη. Γιατί δεν είναι σύνηθες να γνωρίζεις και να έχεις φίλους, αναγεννησιακούς ανθρώπους. Ανθρώπους που γράφουν βιβλία, που γράφουν ποιήματα, που γράφουν δοκίμια, μυθιστορήματα, που ζωγραφίζουν, δημιουργούν ντοκιμαντέρ, κάνουν σινεμά, που σου αποκαλύπτουν την ομορφιά των χαμένων πόλεων, που ξέρουν απέξω κι ανακατωτά διαφορετικές εποχές ή που οι διηγήσεις τους σε μεταφέρουν στην Ιστορία, λες και είσαι μοναδικός παρατηρητής.

Αυτός ήταν ο Πάνος. Με χιλιάδες βιβλία, ντοσιέ, σημειώσεις, χάρτες, σχέδια. Πριν από πολλά χρόνια όταν αρχίσαμε να κάνουμε παρέα τον είχα ρωτήσει πώς διάολο χωρούν τόσες γνώσεις στο κεφάλι του. Ο Πάνος μου είπε στα σοβαρά, πως πρόκειται για μία «παραξενιά» του εγκεφάλου του… Τι «παραξενιά» τον ρωτάω και τότε μου αποκάλυψε, πως μπορεί να γράφει ταυτόχρονα και σε αντίθετη κατεύθυνση στο χαρτί ένα κείμενο χωρίς λάθη, χρησιμοποιώντας και τα δυο του χέρια. Μου έκανε επίδειξη και είχα πάθει πλάκα.

Αλλά πέρα από την ευφυΐα του μυαλού, η όλη του ζωή θα μπορούσε να γίνει μια θαυμάσια ταινία στη τελευταία σκηνή της οποίας ο πρωταγωνιστής (ο Πάνος δηλαδή) θα έκαιγε την κόπια της. Γιατί άρεσε στον Πάνο να είναι διαρκώς αυτοκαταστροφικός.

Ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για την υγεία του, την ασφάλειά του, τα ένσημά του. Στη φάση της ζωής του, που αποφάσισε να ζήσει στο χωριό, στην Αγροσυκιά, είχε ξεκόψει από τους φίλους του. Εγώ όμως πήγαινα και τον έβλεπα. Αισθανόμουν όμορφα στο σπίτι του.

Στην αυλή γυρνούσε ο Αρης το κριάρι του, ένα πουλάρι, κότες, πάπιες, γάτες κι ένας υπέροχος μικρός σκυλάκος. Σε μια γούρνα είχε κόκκινα ψαράκια και τότε… βρισκόταν σε ένδεια ο Πάνος.

Το κεφάλι του στροφάριζε με απίστευτη ταχύτητα και το απέδειξε με μια σειρά εκπληκτικών ντοκιμαντέρ στην ΕΡΤ3 και ελπίζω πως θα βρεθούν υπεύθυνοι που θα εντάξουν ξανά στο πρόγραμμα του Τρίτου Καναλιού τις ιστορίες του Πάνου για τον πλούτο της μακεδονικής γης αλλά και όλων των Βαλκανίων.

Γνώριζε τα Βαλκάνια όσο ελάχιστοι. Στη διάρκεια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας φιλοξενήσαμε στη Θεσσαλονίκη σπουδαίους συγγραφείς και ποιητές χάρη στον Πάνο.

Γνωρίσαμε τον Ισμαήλ Κανταρέ τον μεγάλο αλβανό συγγραφέα, τον σέρβο σπουδαίο ποιητή Ιβάν Γκαζάνσκι, τους βορειομακεδόνες ποιητές Ζόραν Αντσέφσκι και Ντράγκι Μιχαΐλοβιτς, φέραμε στην πόλη και απήγγειλε ποιήματά του ο μεγάλος ρώσος ποιητής Αντρέι Βοζνιεσένσκι, δημιουργήσαμε το «άσυλο της ποίησης» στις Πρέσπες, κάναμε Φαντασιακό Συνέδριο Λογοτεχνίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, φτιάξαμε το πρόγραμμα «Λογοτεχνία ή Θάνατος» και τόσες άλλες πρωτοποριακές εκδηλώσεις… που βεβαίως η εγχώρια μιζέρια τις πολέμησε μετά μανίας.

Τι το ξεχωριστό έχει αυτή η προσωπικότητα σε σχέση με άλλους υπηρέτες των Τεχνών ή της Ιστορίας; Αυτό ακριβώς που έχει είναι ότι δεν μοιάζει με κανέναν. Διότι όταν τελείωνε μια δουλειά προχωρούσε στην επόμενη χωρίς να κάνει την παραμικρή αναφορά στις επιτυχίες του παρελθόντος του…

Ολα για τον Πάνο ήταν ένα παρελθόν που υπεισέρχεται λάθρα στον τωρινό και μελλοντικό χρόνο.

Ανθρωπος πολλαπλών ταχυτήτων και με ένα δυσεύρετο χιούμορ…

Να βλέπεις κοριτσόπουλα που κάθονταν όλο αγωνία μπροστά του «να τους ρίξει τα χαρτιά» να τους μιλάει για το «κοσμικό κάρμα» και την υπαρκτή μετάβαση σε άλλες εποχές… να παριστάνει τον καθυστερημένο, τον χαζό του χωριού, να μιλάει το ίδιο σοβαρά με τον σάλο έφηβο Γώγο στην Αγροσυκιά αλλά και με τον έλληνα επίτροπο στην Κομισιόν.

Οταν λέμε Ανατολή και Δύση και τι σημαίνει για τη χώρα μας η δική μας θέση αυτός ο άνθρωπος έρχεται στο μυαλό μου. Στην Κωνσταντινούπολη μπαίναμε σε ένα ζαχαροπλαστείο και κοίταζε με βλοσυρό ύφος, γλυκά και το προσωπικό… που του έκανε ρεβεράντσες… (ενδεχομένως πίστευαν πως ήταν ιερωμένος της θρησκείας τους) με το υποβλητικό του υπογένειο και το τεράστιο καμιλό παλτό του.

Επίσης γνώριζε σε ποιον αριθμό θα ποντάρουμε στη ρουλέτα ενός ακριβού ξενοδοχείου αλλά ποτέ με κέρδη άνω των εκατό δολαρίων.

Αυτά όλα που «χαρακτηρίζουν» την προσωπικότητα του Πάνου Θεοδωρίδη ενδεχομένως δεν θα τα λάβει υπόψη του ένας ερευνητής της λογοτεχνίας μας ή της κουλτούρας του σήμερα.

Δεν πειράζει όμως γιατί πάντα υπάρχει η δυνατότητα να μη χάνεται ο δημιουργός – άνθρωπος στο πέρασμα του χρόνου.

Ο Ηλίας Κουτσούκος είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας