Υπάρχουν εβδομάδες στον πολιτικό χρόνο που περνάνε χωρίς να επιδρούν καθόλου στον ίδιο τον συσχετισμό δυνάμεων. Υπάρχουν και μέρες ή στιγμές που επιδρούν τόσο βαθιά και όχι πάντα άμεσα και που συμβάλλουν σε μία ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού. Τα Τέμπη ως ιεράρχηση στις νέες γενιές ήταν ενεργά πολύ πριν από τα συλλαλητήρια. Κάτι που είχε καταδείξει και μία μεγάλη έρευνα του Eteron («TikTok & Νέα Γενιά») όπου ανάμεσα σε θέματα που έβαζε υψηλότερα ήταν τα Τέμπη και η ακρίβεια. Τα Τέμπη λοιπόν ήταν ενεργά για ένα μεγάλο μέρος του κόσμου και αυτό δεν θα άλλαζε ούτε από τις εκλογές του 2023 ούτε από τα διάφορα κοινοβουλευτικά μπρα ντε φερ που ασφαλώς δεν αφορούσαν τόσο την κοινωνία. Δεν άργησε να φανεί ήδη από τα πρώτα μεγάλα συλλαλητήρια της 26ης Γενάρη. Προφανώς επιβεβαιώθηκε στο μαζικό πανελλαδικό ποτάμι που είχαμε στις 28 Φλεβάρη και στα δύο χρόνια από την επέτειο του τρομερού δυστυχήματος.
Και το θέμα όχι μόνον είναι ένα εδώ ενεργό, αλλά συνεχίζει να ενδιαφέρει την κοινωνία των πολιτών με αιχμή τους συγγενείς των θυμάτων και προφανώς με ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: ότι κανένας πολιτικός φορέας δεν μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην υποδοχή αυτής της νέας και πρωτότυπης δυσαρέσκειας που προφανώς αθροίζει κι άλλες επιμέρους δυσαρέσκειες στο εσωτερικό της και για την κυβέρνηση και για τους θεσμούς. Ωριμες είναι εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που όχι μόνο θα κατορθώσουν να ακούσουν τι ακριβώς θέλει και τι λέει ο κόσμος, αλλά θα συγχρονιστούν με έναν τρόπο σεμνό με αυτά τα οποία αυτή τη στιγμή διεκδικεί. Ισχύει προφανώς πρώτα απ’ όλα για την κυβέρνηση που διά στόματος του Πρωθυπουργού χθες δεν νομίζω ότι κατάφερε να αποδείξει ότι έχει καταλάβει το τι έχει συμβεί στην κοινωνία τον τελευταίο χρόνο. Προφανώς το ίδιο ισχύει για την αντιπολίτευση η οποία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να νομίζει ότι θα εκτρέψει αυτή τη μαζική διαμαρτυρία σε μία δική της αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, που με τη σειρά της θα εκφραστεί κάποια στιγμή και εκλογικά. Καμία μα καμία σχέση.
Το μεγάλο πρόβλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ότι δεν έχει αντιπολίτευση.
Είναι πως έχει απέναντί του την κοινωνία, έχει απέναντί του μία διαχυμένη δυσαρέσκεια που μπορεί να εκφραστεί, να οργανωθεί και να κλιμακωθεί με πολλούς τρόπους. Πλέον από την άλλη το πρόβλημα της αντιπολίτευσης είναι πως μοιάζει να έχει μείνει σε ένα παλαιότερο αφήγημα προμνημονίου – μνημονίου – μεταμνημονίου. Πάλι καμία σχέση. Και η κοινωνία έχει αλλάξει και οι ανάγκες της και οι απαιτήσεις της, ακόμα και η ίδια της η σύνθεση έχει μεταβληθεί. Τίποτα δεν είναι το ίδιο με πριν.