Πρόκειται για έναν άνθρωπο σε θρησκευτικό παραλήρημα, ο οποίος παίρνει τον νόμο στα χέρια του και υπερασπίζεται Χριστό και Αγίους από «βλάσφημους θολοκουλτουριάρηδες ψευτοκαλλιτέχνες»; Εάν συμβαίνει έτσι, ο ιατροβουλευτής της «Νίκης» χρήζει επειγόντως ψυχιατρικής υποστήριξης. Και όσοι έσπευσαν να τον σταυρώσουν – πόσο θα τον κολάκευε η λέξη! –, όσοι του έσουραν τα εξ αμάξης είναι απλώς άνιωθοι. Δεν συναισθάνονται, δεν σέβονται τον πόνο του άλλου. Ο ίδιος ο δημιουργός των επίμαχων έργων θα έπρεπε να του χαρίσει αντίγραφά τους για να τα καταστρέψει ο καημενούλης, να εκτονωθεί και να βρει μια προσωρινή έστω γαλήνη…
Αστειεύομαι; Προφανώς. Είχα γνωρίσει ωστόσο πριν από είκοσι πέντε χρόνια, σε μια πανέμορφη κωμόπολη, έναν έφηβο, δεκαοχτάρη, που μου συστήθηκε ως «ο νέος Μανώλης Γλέζος». «Ξέρεις τι έκανα τα χαράματα της Πρωτοχρονιάς του 2000, με την ανατολή της τρίτης χιλιετίας; Κατέβασα από το δημαρχείο την μπλε σημαία με τα κίτρινα αστέρια! Της έχυσα βενζίνη και της έβαλα φωτιά! Εστειλα μήνυμα αντίστασης των λαών ενάντια στους καπιταλιστές που κυβερνάνε την Ευρωπαϊκή Ενωση!». Το περιστατικό είχε πράγματι συμβεί. Παρέλειψε – φευ! – ο καινούργιος Γλέζος να μου αναφέρει πως ήταν γιος του δημάρχου, μιλάμε άρα για ανεξέλεγκτο οιδιπόδειο και λαχτάρα συμβολικής πατροκτονίας. Κι ότι αντί να τον συλλάβει η αστυνομία, τον περιέλαβαν κάτι κύριοι με άσπρα ρούχα και τον νοσήλευσαν για μερικές εβδομάδες.
Αφθονούν οι μιμητές του Ηρόστρατου. Του ανισόρροπου που πυρπόλησε το 356 π.Χ. τον ναό της Αρτέμιδος στην Εφεσο, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Και στην ανάκριση το είπε καθαρά και ξάστερα: «Το έκανα για να περάσω στην Ιστορία!». Κίνητρο αφοπλιστικά ειλικρινές, εάν το συγκρίνεις με τα ιδεολογικά φληναφήματα των σημερινών. Οι οποίοι για να κερδίσουν ένα ξεροκόμματο διασημότητας, για να ξεφύγουν προσωρινά από την αφάνεια που τους προξενεί ασφυξία, κομάντος αυτοκτονίας είναι ικανοί να καταντήσουν. Πυρ να ανοίξουν στα τυφλά σε αγορές και σε σχολεία. Ή απλώς να σταθούν υπομονετικά στην ουρά για να τους υπογράψει η χήρα του πρωθυπουργού το βιβλίο της και μόλις βρεθούν μπροστά της να της αστράψουν δύο φούσκους. Δήμητρα Λιάνη λεγόταν η μεν. Νατάσσα Αθήνη η δε, η επικαλούμενη και εθνική μας χαστουκίστρια.
Παρόμοιες συμπεριφορές στις μέρες έχουν εκχυδαϊστεί έτι περισσότερο. Κάτω από την τρέλα διακρίνεται πλέον η υποκρισία. Η επικοινωνιακή, για να το θέσω πιο κομψά, στρατηγική.
Δεν αμφιβάλλω ότι ο ιατροβουλευτής Παπαδόπουλος είναι θρησκόληπτος. Εμμονικά προσκολημμένος όχι στο πνεύμα μα στο γράμμα του χριστιανισμού. Στοιχηματίζω όμως πως την εισβολή του στην Εθνική Πινακοθήκη την αποφάσισε με γνώμονα και το προσωπικό συμφέρον του. «Σαρώνονται στις δημοσκοπήσεις τα φαύλα κόμματα, καλπάζει ο αντισυστημισμός. Μα η δική μου, η “Νίκη”, κινδυνεύει να μείνει εκτός Βουλής. Κάτι θεαματικό πρέπει να κάνω, έστω για τον εαυτό μου…».
Καθένας έχει ή ψάχνει εναγωνίως το κοινό του. Κάποιοι στα κατηχητικά και στις παραεκκλησιαστικές οργανώσεις. Αλλοι στην προοδευτική μερίδα της κοινωνίας. Το τι δεκάρικους ακούσαμε και διαβάσαμε για το αλογόκριτο της έκφρασης, για το δικαίωμα του δημιουργού να σπάει τα ταμπού, να αψηφά τους θεούς, να είναι πιστός μόνον στον δαίμονα της έμπνευσής του… Διαφωνώ; Κάθε άλλο. Προσυπογράφω όλα τα παραπάνω. Εχω απλώς την αίσθηση ότι αρκετοί που ξεσπάθωναν σε τηλεοράσεις και σε ραδιόφωνα, κυρίως δε στα σόσιαλ μίντια, μάλλον τα φώτα λαχταρούσαν να τραβήξουν ναρκισσιστικά επάνω τους παρά να διατρανώσουν τα ιδανικά τους. Ποτέ δεν έχω δει τέτοιους καφενειορήτορες να υπερασπίζονται την ελευθερία κάποιου με τον οποίον διαφωνούν αισθητικά. Ιδεολογικά. Πολιτικά.
Εχουμε μπει πλησίστιοι, παγκοσμίως, σε μια εποχή παράνοιας. Ισχυρισμοί εξωφρενικοί, καμώματα γελοία, συμπεριφορές που παλιότερα τις λέγαμε «του γιατρού» γνωρίζουν πλέον τρομακτική απήχηση. Αποδίδουν τεράστια κέρδη. Λεφτά και ψήφους – το ένα φέρνει το άλλο, εάν είσαι κυνικός. Το πιο ανήθικο από όλα; Να εμπορεύεσαι την τρέλα. Τη δική σου. Ή των άλλων