Από τα επικά συμφωνικά του έργα μέχρι τα τραγούδια που έγιναν λαϊκή προσευχή, το έργο του Μίκη Θεοδωράκη παραμένει ζωντανό, ανθεκτικό στον χρόνο, πάντα έτοιμο να φωτιστεί από νέες ερμηνείες.

Ο διενθώς αναγνωρισμένος πιανίστας και συνθέτης  Στέφανος Κορκολής,  φέρνει τη μουσική του ανυπέρβλητου Μίκη στο σήμερα, απογυμνωμένη από περιττές ενορχηστρώσεις, με μόνο ένα πιάνο και μια φωνή. Μαζί με τη χαρισματική Σοφία Μανουσάκη, ανεβαίνει στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά σήμερα και αυριο, σε ένα ρεσιτάλ αφιερωμένο στη μεγαλειώδη κληρονομιά του μεγάλου Έλληνα συνθέτη.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει συμφωνικά έργα σε μεταγραφές για πιάνο, αλλά και τραγούδια που χαράχτηκαν στη συλλογική μνήμη, όπως και ανέκδοτα κομμάτια από την περίοδο 1980-2000, που ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Όλα με έναν σκοπό: να ακουστεί η μουσική του Θεοδωράκη όπως τη νιώθει ο Κορκολής – από την καρδιά προς την καρδιά.

Ο σημαντικός σολίστας και συνθέετης μιλά για το πώς γεννήθηκε η σχέση του με τον Μίκη και πώς αισθάνεται ως “πρεσβευτής” του έργου του .

“Ασχολήθηκα με το συμφωνικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη και μετέτρεψα τα τραγούδια του σε συμφωνικό άκουσμα γιατί ο ίδιος το ήθελε. Η σχέση μου μαζί του ήταν βαθιά και ουσιαστική, διήρκεσε περίπου δέκα χρόνια και θα έλεγα πως ήταν μια σχέση αγάπης, δασκάλου και μαθητή. Του άρεσε ο τρόπος που επενέβαινα στα τραγούδια του, που τους έδινα μια πιο κλασική φόρμα.

Το συμφωνικό έργο του Μίκη δεν το γνώριζα. Το ανακάλυψα τυχαία, όταν, στο μέσο μιας παγκόσμιας περιοδείας, βρέθηκα για λίγες μέρες στην Ελλάδα. Τότε είδα στην ΕΡΤ μια συναυλία στο Ηρώδειο, όπου παρουσιάστηκε ένα έργο του για πιάνο και ορχήστρα, το οποίο δεν γνώριζα. Εκείνη τη στιγμή αντιλήφθηκα ότι, πέρα από τα υπέροχα τραγούδια και τα μεγαλειώδη έργα του, ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ένας συγκλονιστικός συνθέτης συμφωνικής μουσικής. Από τότε άρχισα να ακούω ολόκληρο τον συμφωνικό του θησαυρό. Χάρηκα, με την έννοια του μουσικού που ανακαλύπτει κάτι καινούργιο, και – επιτρέψτε μου την έκφραση – έπεσα με τα μούτρα για να εξερευνήσω αυτόν τον μαγικό κόσμο. Διαπίστωσα ότι υπήρχαν πολλά έργα για πιάνο και ορχήστρα, συμφωνικά έργα, όπερες και άλλα. Ήταν σαν να βρισκόμουν μπροστά σε έναν ανεκτίμητο θησαυρό.

Καρμικά, δύο μήνες αργότερα, μου τηλεφώνησε ο σκηνοθέτης Αστέρης Κούτουλας, ο οποίος είχε ασχοληθεί με το έργο του Μίκη μέσω των ντοκιμαντέρ του. Εκείνη την περίοδο – πριν από δέκα χρόνια – ετοίμαζε το ντοκιμαντέρ Ανακυκλώνοντας τη Μήδεια και μου ζήτησε, στην παρουσίασή του, να κάνω ένα ρεσιτάλ με έργα του Μίκη, όπως εγώ τα αντιλαμβανόμουν. Του ήμουν απόλυτα ειλικρινής: μόλις είχα αρχίσει να μελετώ το συμφωνικό κομμάτι του συνθέτη. Μου τόνισε, όμως, πως ήταν επιθυμία του ίδιου του Θεοδωράκη να με ακούσει να παίζω τα έργα του. Φυσικά, δέχτηκα.

Η παρουσίαση έγινε σε ένα θερινό σινεμά, παρουσία του Μίκη. Έπαιξα διάφορα έργα του και στο τέλος τον Ζορμπά. Τότε άκουσα ένα «μπράβο» από την χαρακτηριστική φωνή του. Την επόμενη μέρα πήγα στο σπίτι του και μου αποκάλυψε πως με είχε ακούσει να παίζω στο Παρίσι. Έτσι ξεκίνησε μια φιλία, μια σχέση αγάπης. Δίπλα του ξαναέμαθα μουσική. Και ζωή. Γι’ αυτό, όταν λέω ότι ο Μίκης ήταν δάσκαλός μου, το εννοώ 100%.

Η ενασχόλησή μου με το σπουδαίο έργο του ήρθε σε μια δύσκολη περίοδο για μένα, καθώς τότε αντιμετώπιζα την πρώτη σοβαρή περιπέτεια με την υγεία μου. Αυτή η ενασχόληση, αλλά και η σχέση που ανέπτυξα μαζί του, μου έδωσαν θάρρος, κουράγιο και δύναμη για να ξεπεράσω τις δυσκολίες που αντιμετώπιζα. Του το χρωστάω. Με τη φιλοσοφημένη σκέψη του και τις ουσιαστικές συζητήσεις μας – στις οποίες μιλούσε για το πώς εκείνος αντιμετώπισε τις τρομερές δυσκολίες της ζωής – μου άνοιξε πολλούς δρόμους. Έτσι, ο Μίκης έγινε μια αγκαλιά για μένα. Τον λάτρευα και θα τον λατρεύω για πάντα.

Έχω ταξιδέψει σχεδόν σε όλη την Ευρώπη και την Ελλάδα, ερμηνεύοντας Θεοδωράκη. Με τίμησε όταν έγραψε δημόσια σε μια επιστολή του ότι με θεωρούσε «ιδανικό ερμηνευτή και πρεσβευτή της μουσικής του». Το ελάχιστο που μπορούσα να κάνω ήταν να αφοσιωθώ στο έργο του, δίνοντάς του χαρά κάθε φορά που επισκεπτόμουν το σπίτι του ή του έστελνα βίντεο από τις συναυλίες μου, καθώς δεν μπορούσε πλέον να μετακινείται εύκολα.

Έτσι προέκυψαν και οι τρεις δίσκοι με το έργο του, τους οποίους ο κόσμος υποδέχθηκε με ενθουσιασμό, κάνοντάς τους χρυσούς. Ο πρώτος, με τη Σοφία Μανουσάκη, είχε τίτλο “Συνάντηση 1”. Ο δεύτερος αφορούσε τα «προδομένα» έργα του – όσα ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν είχαν την τύχη που τους άξιζε. Έπειτα, πάλι με δική του παραίνεση, έκανα τρία έργα του για πιάνο και φωνή: “Τα Επιφάνεια, Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν και τον Επιτάφιο”. Αυτό ήταν το τελευταίο του CD, στο οποίο έγραψε ένα σημείωμα με λόγια που έχουν χαραχτεί στην ψυχή μου.

Είχα την τύχη να έχω δίπλα μου έναν γίγαντα της μουσικής. Ο Μίκης Θεοδωράκης θα έπρεπε να διδάσκεται στα Ωδεία, γιατί είναι κρίμα αυτό το τεράστιο κεφάλαιο του πολιτισμού μας να αναδεικνύεται και να αξιοποιείται περισσότερο στο εξωτερικό παρά στον τόπο που το γέννησε”.

INFO

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ, Λεωφ. Ηρ. Πολυτεχνείου 32, Πειραιάς, τηλ. 2104143310, 17 και 18 Μαρτίου. Ρεσιτάλ για πιάνο και φωνή. Ο Στέφανος Κορκολής σε έργα Μίκη Θεοδωράκη. Ερμηνεία τραγουδιών: Σοφία Μανουσάκη