Η καταιγίδα που έρχεται στην Ευρώπη από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού έχει επισκιάσει σε κάποιο βαθμό το πραγματικό πρόβλημα της ηπείρου που είναι η ρωσική επιθετικότητα. Η συστηματική εξίσωση Ρωσίας – Ουκρανίας που καλλιεργείται για να πιεσθούν τα δύο μέρη να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις αποσκοπεί στο να υποβαθμίσει την έννοια θύτη και θύματος. Τις προηγούμενες μέρες στη συνάντηση ΗΠΑ – Ουκρανίας στη Σαουδική Αραβία, το Κίεβο αποδέχτηκε την κατάπαυση του πυρός διάρκειας 30 ημερών. Ας περιμένουμε και την απάντηση της Ρωσίας συνυπολογίζοντας ότι αυτό το διάστημα της προσφέρει χρόνο να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να προσέλθει – αν το κάνει – στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από θέση ισχύος. Η διαφαινόμενη σύνθεση αυτού του «τραπεζιού» είναι τριμερής: ΗΠΑ – Ρωσία – Ουκρανία. Η ΕΕ θα είναι απούσα καθώς και το ΝΑΤΟ. Είναι ωστόσο αυτοί οι δύο οργανισμοί επιφορτισμένοι με τη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη. Και για τον λόγο αυτό η απουσία τους δημιουργεί το κενό ασφαλείας που οι ευρωπαϊκές ηγεσίες με αγωνία επιχειρούν να καλύψουν με τις συζητήσεις για την ευρωπαϊκή άμυνα.
Για να μιλήσουμε πρακτικά: οι ευρωπαϊκές χώρες καλύπτονται μέχρι σήμερα από τις ΗΠΑ για τη διασφάλιση της λεγόμενης αποτροπής. Αν κάποιος έχει τη διάθεση να τους επιτεθεί, γνωρίζει ότι θα αντιμετωπίσει την ισχυρή αποτρεπτική δύναμη των ΗΠΑ, περιλαμβανομένων και των πυρηνικών. Αν αυτή η ομπρέλα πάψει να προσφέρεται από την Ουάσιγκτον, οι ευρωπαϊκές χώρες θα χρειασθούν τουλάχιστον μια δεκαετία για να την αντικαταστήσουν. Είναι για αυτό τόσο κρίσιμο τι θα συμβεί στην Ουκρανία.
Αν η λύση που δοθεί δικαιώσει τη ρωσική εισβολή, και όλα δείχνουν πως αυτό θα συμβεί, έχουμε εισέλθει στη σφαίρα του υπαρξιακού κινδύνου για την Ευρώπη. Γιατί να σταματήσει η Μόσχα αν η εισβολή στην Ουκρανία της απέφερε εδαφικά οφέλη; Θα την αποτρέψει η πυρηνική ομπρέλα που ο Μακρόν προσφέρει τώρα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες; Ακόμη και αν αυτό συμβεί, δεν θα είναι καθόλου δύσκολο να υποκινηθούν οι ρωσικές μειονότητες σε χώρες όπως η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία να ζητήσουν αυτοδιάθεση. Συνολικά ανέρχονται σε 887.000. Και αυτή η τάση υποδαύλισης μειονοτικών πληθυσμών θα σταματήσει στον Βορρά ή θα μεταφερθεί και στον ευρωπαϊκό Νότο;
Η Ευρώπη κινδυνεύει λοιπόν από ήπειρος σταθερότητας να μεταβληθεί σε κινούμενη άμμο. Υπάρχει και ακόμη ένας πολύ πιθανός κίνδυνος, η ριζοσπαστικοποίηση των δικών της πληθυσμών ως συνέπεια της κόπωσης από τον πόλεμο και της αύξησης των αμυντικών δαπανών. Η ριζοσπαστικοποίηση μπορεί να καλλιεργηθεί τόσο από τη Μόσχα όσο και από τον ευεργέτη της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού με τα μέσα που η τεχνολογία προσφέρει και συνιστούν υβριδικό πόλεμο. Θα μείνουν η Βρετανία, η Γαλλία ή ακόμη και η Ελλάδα ανεπηρέαστες από αυτή τη μορφή πολέμου που αποσκοπεί στην ανάδειξη πολιτικών ρευμάτων φιλικών προς το κυρίαρχο αμερικανικό ρεύμα;
Εχουμε δυστυχώς μόνο κακά σενάρια και οι λύσεις που κυοφορούνται τα ενισχύουν. Θα μπορούσε να τα αποτρέψει μια εξαιρετικά αποφασιστική στάση των χωρών της ΕΕ. Υπάρχει ακόμη η δυνατότητα και τα οικονομικά μέσα. Και το άθροισμα των αμυντικών τους δυνατοτήτων υπερβαίνει εκείνο της Ρωσίας. Αλλά η αντίστροφη μέτρηση πρέπει ν’ αρχίσει τώρα.
Η Ινώ Αφεντούλη είναι εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.