Κάποτε ήταν ταμπού για τους ηθοποιούς του λεγόμενου «σοβαρού» θεάτρου να παίξουν στην τηλεόραση, ακόμη και στον κινηματογράφο (μεγάλη κουβέντα βέβαια τι σημαίνει «σοβαρό» θέατρο αφού έχουμε δει πολλές σοβαροφανείς «πατάτες» και πολλά «ελαφρά» αριστουργήματα – η τέχνη και το συναίσθημα ανθούν και στο «ευτελές»). Είναι γνωστό ότι όποιος ηθοποιός ή μαθητής του Κάρολου Κουν παρασπονδούσε, έβλεπε, με συνοπτικές διαδικασίες, την πόρτα της εξόδου.
Ευτυχώς, αυτό το ταμπού ξεπεράστηκε. Εδώ και πολλά χρόνια έχουν ενδώσει στην τηλεόραση εξαιρετικοί ηθοποιοί. Και έτσι, ένα μεγάλο μέρος του κοινού, ειδικά της περιφέρειας, που δεν πάει στο θέατρο, έμαθε τι σημαίνει καλή ερμηνεία που, οπωσδήποτε, δεν είναι ο στόμφος στο ύφος, οι «άχνες» στη φωνή και οι παύσεις στον λόγο στα οποία κατέφευγαν οι «τηλεοπτικοί» ηθοποιοί και έμοιαζαν με πλάσματα της ΑΙ πολύ πριν μας απασχολήσει αυτή η «κυρία». Εντάξει, υπάρχουν και κάποιες ιδιαιτερότητες. Ηθοποιοί πολύ καλοί στο θέατρο παίζουν «φάλτσα σε όλα» στην τηλεόραση. Ενώ κάποιους που έχουν δώσει εξαιρετικά δείγματα τηλεοπτικής παρουσίας, τους «καταπίνει» η σκηνή άμα τη εμφανίσει. Συμβαίνουν αυτά. Ενοχλητικό είναι όταν κάποιοι με αναγνωρισμένο ταλέντο «ξεπετάνε» τις τηλεοπτικές τους εμφανίσεις, για τις οποίες μάλιστα πληρώνονται αδρά. Είναι σαν να φτύνουν στα μούτρα το τηλεοπτικό κοινό και να μην τιμούν τις αμοιβές τους.
Ενα άλλο θέμα ήταν οι διαφημίσεις. Κάποτε, ήταν είδηση να κάνει ένας ηθοποιός διαφήμιση, παρόλο που κάποιες ήταν πολύ καλές παραγωγές υψηλού κόστους. Κι αυτό βέβαια με κάποιο μέτρο (ακούς συγκεκριμένο ηθοποιό στο θέατρο και, ό,τι και να παίζει, νομίζεις ότι σου μιλάει για τράπεζα). Tέλος πάντων, το να «ανοίγεσαι» επαγγελματικά για να αυξήσεις το εισόδημά σου και να ανεβάσεις το βιοτικό σου επίπεδο, καλώς το κάνεις.
Και μετά μπήκαν στη ζωή μας το Instagram και το TikTok. Οι ηθοποιοί έγιναν κάτι σαν ινφλουένσερ. Υιοθετούν ρόλους που «ανοίγουν» πόρτες για την προβολή προϊόντων, έναντι αμοιβής, εννοείται. Παίζουν κακογραμμένα κείμενα, υποδύονται εξωφρενικές περσόνες κρατώντας το τάδε αναψυκτικό, τον δείνα χυμό, αυτά τα κουλουράκια, εκείνα τα ψωμάκια. Απορώ πώς μια ηθοποιός που απέκτησε δημοφιλία παρουσιάζοντας διάφορους τύπους μαμάδων δεν έχει προκαλέσει την αντίδραση γυναικείων συλλόγων αφού «παίζει» όλες τις μαμάδες ως υστερικές ή ψωνάρες. Απορώ επίσης με άλλη ηθοποιό, πολύ της ποιότητας και πολύ δύσκολη στις συνεντεύξεις της, που έγινε πρόσφατα μητέρα, δεν φωτογραφίζεται με το παιδί της αλλά ανεβάζει βίντεο όπου – με φλου πλάνα του μωρού – διαφημίζει παιδικά καλλυντικά. Πουλάει, δηλαδή, όχι την αναγνωρισιμότητά της αλλά τη μητρική της ιδιότητα.
Κυρίως όμως απορώ με κάποιους διαφημιστές. Πιστεύουν δηλαδή ότι θα πεισθώ να αγοράσω ένα προϊόν επειδή το κρατά ανέμελα, σε ένα κάκιστο βίντεο, μια ηθοποιός; Είναι σαν να πυροβολούν τα πόδια τους και να προβοκάρουν τη δουλειά τους που είναι σπουδαία τέχνη.
Παράλληλα σύμπαντα
Ο Γιάννης Μόσχος είναι ο απερχόμενος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Είχε υποβάλει υποψηφιότητα, προκρίθηκε από τη σχετική επιτροπή και το υπουργείο Πολιτισμού ενέκρινε την τοποθέτησή του. Ολα αυτά το 2021. Επί Νέας Δημοκρατίας.
Πριν από λίγες ημέρες ο κύριος Μόσχος έκανε μια δημόσια ανάρτηση στον λογαριασμό του στο Facebook περί «κουλτούρας της σιωπής». Οτι δημοσιογράφοι και συνάδελφοί του του λένε ότι μιλάει πολύ στα σόσιαλ μίντια. Και, επειδή ζούμε σε μια εποχή που «πληρώνεις» τις απόψεις σου, προεξοφλεί ότι, στη δική του περίπτωση, πολιτιστικοί οργανισμοί και ιδιώτες παραγωγοί που έχουν σχέση με την πολιτιστική ηγεσία (που επί των ημερών της, υπενθυμίζω, ανέλαβε το Εθνικό) θα αποφύγουν να συνεργαστούν μαζί του. Ενώ οι δημοσιογράφοι δεν θα προβάλουν τη δουλειά του επειδή «ζούμε σε μια εποχή που ο σκοταδισμός επελαύνει με φόρα». Και κλείνει γράφοντας ότι του έχουν ομολογήσει ευθαρσώς πως παρακολουθούνται όσοι κάνουν like στις αναρτήσεις του.
Να παρακάμψω το ρεσιτάλ αυτοηρωοποίησης. Αλλά μου κάνει εντύπωση γιατί ο κύριος Μόσχος δεν είχε καταγγείλει όλα αυτά όταν τα αντιλήφθηκε. Ή μάλλον δεν μου κάνει καμία εντύπωση.