Η υπέρβαση του επιτελικού κράτους με την πρόταση του Χρήστου Τριαντόπουλου να δικαστεί απευθείας από τον φυσικό του δικαστή – καταργώντας στην πράξη την Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής – φανερώνει ένα εξελισσόμενο αδιέξοδο. Κι αυτό δεν έχει απλώς και μόνο να κάνει με τις ενστάσεις διαπρεπών συνταγματολόγων για το γεγονός πως η Βουλή θα κληθεί να ασκήσει δίωξη χωρίς προδικασία. Και παρά τη χθεσινή έστω τυπική αμφίσημη στάση της ΝΔ τελικά να καλέσει τον κ. Τριαντόπουλο. Το αδιέξοδο είναι του ίδιου του Πρωθυπουργού για την υπόθεση του δυστυχήματος των Τεμπών. Από τη μία έχει δεσμευτεί ο ίδιος κατά τη συνέντευξή του στον συνάδελφο Αντώνη Σρόιτερ πως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επαναληφθεί μια εξεταστική επιτροπή όπως η προηγούμενη.

Και υπό αυτή την έννοια έδωσε το πράσινο φως ο ίδιος ότι θα πρέπει η διερεύνηση να είναι απόλυτη και συνολική.

Το τελευταίο προφανώς το πράττει σωστά για να ξορκίσει τους όρους συγκάλυψης που εκ των πραγμάτων τού έχουν αποδοθεί όχι μόνον από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης αλλά από ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας των πολιτών. Και βεβαίως της πλειοψηφίας της ίδιας της εκλογικής δεξαμενής της Νέας Δημοκρατίας.

Από την άλλη όχι μόνο θα πρέπει, για να μπορέσει να εξομαλυνθεί η όλη πολιτική κατάσταση, να εφαρμοστούν οι όροι διερεύνησης και διαλεύκανσης του δυστυχήματος των Τεμπών αλλά και να αποδοθούν οι αντίστοιχες πολιτικές ευθύνες. Εδώ στο στενά πολιτικό επίπεδο ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να τα καταφέρει.

Υπάρχει όμως η κοινωνική δυναμική που έχει διαμορφωθεί όλο το τελευταίο διάστημα, με το κίνημα των Τεμπών δηλαδή, και εδώ τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά.

Ο Πρωθυπουργός έχει να αντιμετωπίσει από τη μια την καλώς εννοούμενη αμφισβήτηση των θεσμών ή, αν θέλετε, την απόλυτα δικαιολογημένη στη σημερινή συγκυρία.

Από την άλλη, ιδιότυπες πολιτικές δυνάμεις που επιχειρούν με αφορμή τα Τέμπη να θέσουν σε αμφισβήτηση συνολικότερα διακυβεύματα. Το τελευταίο δεν αφορά προφανώς τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.

Η λεπτή αυτή ισορροπία το βέβαιο είναι πως θα συνεχίσει να υπάρχει όσο τα Τέμπη είναι ενεργά. Και για όσους θεωρούν πως η ιστορία της τραγωδίας οριοθετεί μονοθεματικά την ατζέντα, ας θυμίσουμε ότι προφανώς αποτελεί πύκνωση που από κάτω κρύβει και εγγράφει επιμέρους ατζέντες. Αρα τα Τέμπη είναι η αφορμή αλλά από κάτω υπάρχουν μεγάλες κοινωνικές διεργασίες και πολλά μηνύματα προς τη σημερινή κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα.

Κερδίζει πολιτικό χρόνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Και ο ίδιος καταλαβαίνει πως υπάρχει μια αντίστροφη πορεία στην οποία θα πρέπει γρήγορα, από έξι εβδομάδες έως έξι μήνες, να επιβάλει όρους ανάταξης. Ο πολιτικός χρόνος τρέχει πολύ. Και αν η κυβέρνηση σήμερα θεωρεί τον εαυτό της πόλο σταθερότητας, πολύ εύκολα μπορεί στη συνείδηση ενός κόσμου να ταυτιστεί ή να συνδυαστεί ως δύναμη αποσταθεροποίησης. Οι όροι επισφάλειας της καθημερινής ζωής είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας πάνω στον οποίο κάθε κυβέρνηση οφείλει να επενδύσει αλλά και πάνω στον οποίο μια κυβέρνηση μπορεί και να την πατήσει. Το ζούμε πιθανώς σήμερα.

Το επιχείρημα ότι «δεν υπάρχει αντιπολίτευση» δεν σημαίνει ότι ο κόσμος θα θέλει και την υπάρχουσα κυβέρνηση.

Το απέδειξαν όλες οι πρόσφατες μετρήσεις. Ακόμα και πρόωρες εκλογές ζητά ή σκέφτεται ένα μεγάλο μέρος του κόσμου και πολύ μεγαλύτερο από παλιά. Μια ιδιότυπη κλεψύδρα πολιτική έχει γυρίσει ανάποδα. Το θέμα είναι ποιον δεν θα πλακώσει η άμμος της.