Την πρώτη τηλεφωνική τους επικοινωνία έπειτα από εκείνη την καταστροφική συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο, στις 28 Φεβρουαρίου, είχαν χθες ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, λιγότερο από ένα 24ωρο μετά την τηλεφωνική επικοινωνία του αμερικανού προέδρου με τον ρώσο ομόλογό του, κατά την οποία ο Πούτιν συμφώνησε μόνο σε μία περιορισμένη κατάπαυση πυρός, διάρκειας 30 ημερών, στις «ενεργειακές υποδομές» – και όχι στην «ενέργεια και τις υποδομές», όπως υποστήριξε η αμερικανική πλευρά. «Πολύ καλή και παραγωγική» είχε χαρακτηρίσει ο Τραμπ τη συνομιλία του με τον Πούτιν, που διήρκεσε περισσότερες από δύο ώρες, «πολύ καλή», χαρακτήρισε χθες και τη συνομιλία του με τον Ζελένσκι, λέγοντας ότι προσπάθησε να «ευθυγραμμίσει τόσο τη Ρωσία όσο και την Ουκρανία όσον αφορά τα αιτήματα και τις ανάγκες τους». «Θετική, πολύ ουσιαστική και ειλικρινή» χαρακτήρισε από την πλευρά του τη συζήτηση με τον Τραμπ ο ουκρανός πρόεδρος, εκφράζοντας την πεποίθηση πως «υπό την αμερικανική ηγεσία, μπορεί να επιτευχθεί φέτος μια βιώσιμη ειρήνη». Επί της ουσίας, όμως, το μόνο που απέδειξε η συνομιλία του αμερικανού προέδρου με τον Πούτιν είναι πως ο Τραμπ δεν κατέχει την «τέχνη του ντιλ» (τίτλος και ενός παλαιότερου βιβλίου του) τόσο καλά όσο αρέσκεται να λέει.
Ψευδοπαραχωρήσεις
«Ο Πούτιν προσφέρει μερικές ψευδοπαραχωρήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά στη «Monde» η Τατιάνα Καστουέβα-Ζαν, διευθύντρια του Κέντρου Ρωσίας-Ευρασίας στο Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (IFRI), «όπως η παύση των επιθέσεων στις ενεργειακές δομές, που είναι λιγότερο σημαντικές καθώς ξεκινάει η άνοιξη και επιστρέφουν ηπιότερες θερμοκρασίες, ή η ανταλλαγή αιχμαλώτων πολέμου, που είναι αξιέπαινη από ανθρωπιστική άποψη, αλλά δεν έχει στρατηγικές συνέπειες. Αυτό υποκρύπτει μια αποτυχία του Τραμπ, ο οποίος δεν πέτυχε την πλήρη παύση των εχθροπραξιών για τριάντα ημέρες, μια πρόταση που διατυπώθηκε στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας και έγινε δεκτή από τους Ουκρανούς, ούτε την αναστολή των ναυτικών επιχειρήσεων στη Μαύρη Θάλασσα, όπου ο ρωσικός στόλος δοκιμάζεται από ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη». Πράγματι, όπως είχε προαναγγελθεί προχθές, Ρωσία και Ουκρανία προχώρησαν χθες σε ανταλλαγή συνολικά 350 αιχμαλώτων πολέμου, με τη Μόσχα να παραδίδει επίσης επιπλέον 22 βαριά τραυματίες ουκρανούς κρατουμένους, που χρήζουν επείγουσας ιατρικής περίθαλψης, σε αυτό που περιέγραψε ως χειρονομία καλής θέλησης.
Από την άλλη πλευρά, μόλις λίγη ώρα αφότου ολοκληρώθηκε, το βράδυ της Τετάρτης, η τηλεφωνική επικοινωνία του Τραμπ με τον Πούτιν, 40 ρωσικά drones εισέβαλαν στον ουκρανικό εναέριο χώρο, πλήττοντας πολιτικούς στόχους, ανάμεσά τους ένα νοσοκομείο στην πόλη Σούμι, στη βορειοανατολική Ουκρανία, και ένας υποσταθμός ενέργειας στο Σλοβιάνσκ, στην περιοχή του Ντονέτσκ. Σύμφωνα με το Κίεβο, η Ρωσία εξαπέλυσε στη διάρκεια της νύχτας έξι πυραύλους και συνολικά 145 drones, στοχεύοντας και ενεργειακές υποδομές. «Τα λόγια του Πούτιν είναι πολύ διαφορετικά από την πραγματικότητα» δήλωσε χαρακτηριστικά από το Ελσίνκι, όπου συναντήθηκε χθες με τον φινλανδό πρόεδρο Αλεξάντερ Στουμπ, ο Ζελένσκι. «Πρέπει να θυμόμαστε πως η Ουκρανία έχει εγκρίνει την εκεχειρία χωρίς κανενός είδους όρο, και η [προ]χθεσινή συνομιλία απέδειξε πως ο Πούτιν δεν είναι πρόθυμος να το κάνει αυτό. Η δική του εκεχειρία είναι μερική» πρόσθεσε, εκφράζοντας την ελπίδα να συνεχίσουν ο Τραμπ και οι ΗΠΑ «να ασκούν πίεση στη Ρωσία». Ολα αυτά, πριν μιλήσει ο ίδιος τηλεφωνικά με τον Τραμπ. Γιατί η ανακοίνωση που εξέδωσε στη συνέχεια η ουκρανική προεδρία ήταν σαφώς πιο ενθουσιώδης, με πολλές «ευχαριστίες» στον αμερικανό πρόεδρο για τις προσπάθειές του.
Ενας από τους λόγους για αυτό, ίσως να είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου, ο Ζελένσκι «ζήτησε πρόσθετα συστήματα αεράμυνας για την προστασία των πολιτών του, ιδίως πυραυλικά συστήματα Patriot» και ο Τραμπ «συμφώνησε να συνεργαστεί μαζί του για να βρει τι είναι διαθέσιμο, ιδίως στην Ευρώπη». Οποιος τυχόν δεν «αναγνωρίζει» τον Τραμπ σε αυτό, θα τον αναγνωρίσει αναμφίβολα στη σημείωση πως στη διάρκεια της τηλεφωνικής τους επικοινωνίας είπε στον Ζελένσκι πως μια αμερικανική ιδιοκτησία των ουκρανικών σταθμών ηλεκτροδότησης και πυρηνικής ενέργειας «θα μπορούσε να είναι πολύ χρήσιμη για τη λειτουργία αυτών των σταθμών» και «να είναι η καλύτερη προστασία» για αυτές τις κρίσιμες υποδομές.
«Δεν μιλήσαμε για βοήθεια»
Το επόμενο βήμα, σε κάθε περίπτωση, θα είναι η έναρξη αμερικανορωσικών διαπραγματεύσεων στην Τζέντα, αρχής γενομένης από την Κυριακή, σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων, «για την εφαρμογή εκεχειρίας στη Μαύρη Θάλασσα, [με απώτερο στόχο] την οριστική κατάπαυση του πυρός και τη διαρκή ειρήνη». Ο Ζελένσκι προανήγγειλε και συναντήσεις «ουκρανικών και αμερικανικών ομάδων» στην ίδια πόλη. Ο Πούτιν, βέβαια, έθεσε (όπως επιβεβαιώνει η σχετική ανακοίνωση του Κρεμλίνου) διάφορους μαξιμαλιστικούς όρους για αυτό, συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού κάθε ξένης στρατιωτικής βοήθειας και παροχής πληροφοριών στο Κίεβο – ο βασικός λόγος για τον οποίο πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες υποδέχθηκαν με μεγάλη επιφύλαξη τη «μερική» εκεχειρία στις ενεργειακές υποδομές. Οταν ρωτήθηκε πάντως σχετικά από το Fox News, ο Τραμπ υποστήριξε πως το θέμα αυτό δεν συζητήθηκε, «δεν μιλήσαμε καθόλου για βοήθεια», δήλωσε. Κατόπιν αυτών, δεν είναι να απορεί κανείς με τον τίτλο που είχε χθες το άρθρο γνώμης του Τόμας Φρίντμαν στους «New York Times»: «Δεν πιστεύω ούτε λέξη από αυτά που λένε ο Τραμπ και ο Πούτιν για την Ουκρανία».