Κάθε ηθοποιός είναι ένας φορέας φωτός. Aλλοτε εκτυφλωτικού, άλλοτε υποδόριου, άλλοτε αμυδρού, σχεδόν αθέατου αλλά πάντοτε παρόντος. Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος είναι από εκείνους τους καλλιτέχνες που δεν διστάζουν να εξερευνήσουν σκιές, να βαδίσουν στο μεταίχμιο μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας, αφήνοντας κάθε ρόλο να τον μεταμορφώσει. Στη νέα σειρά της ΕΡΤ «Απαραίτητο φως», η οποία βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο της Ντορίνας Παπαλιού, το ιστορικό παρελθόν της Κατοχής γίνεται σκηνικό για μια ιστορία γεμάτη μυστήριο, αντιθέσεις και συναισθηματική ένταση. Με αφορμή τη συμμετοχή του στη συγκεκριμένη παραγωγή που φέρει την υπογραφή στο σενάριο των Μιρέλλας Παπαοικονόμου και Κάτιας Κισσονέργη και στη σκηνοθεσία του Λάμπη Ζαρουτιάδη, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος μίλησε στα «Πρόσωπα».
Πες μας λίγα λόγια για τη σειρά και τον ρόλο σου.
Η σειρά εκτυλίσσεται σε δύο εποχές, στο 1941 και στο 2006. Είναι κατά βάση δραματική, μυστηρίου. Πρωταγωνίστρια είναι η Μαριάννα Πουρέγκα, η οποία υποδύεται δύο ηρωίδες, τη Λουίζ και τη Λουίζα, που είναι γιαγιά και εγγονή σε δύο διαφορετικές εποχές. Η Λουίζα στο τώρα προσπαθεί να λύσει τον μυστήριο τρόπο με τον οποίο πέθανε η γιαγιά της, χρησιμοποιώντας έναν πίνακα και ψάχνοντας τα ίχνη του. Εγώ βρίσκομαι στην παλιά εποχή και υποδύομαι τον σύζυγο της Λουίζ. Παίζω έναν χαρακτήρα στον οποίο ο Λάμπης (Ζαρουτιάδης) με φαντάστηκε και με ιντρίγκαρε πολύ ο τρόπος που μου τον παρουσίασε. Είναι ένας αρκετά σύνθετος χαρακτήρας. Ο Αλέξης Λασκαράτος είναι ένας δικηγόρος εύπορος, ο οποίος προσπαθεί να βοηθάει όσο μπορεί οικογένειες να σωθούν από τα παρανοϊκά δικαστήρια που έστηναν οι Γερμανοί και η χάρτινη κυβέρνηση της Κατοχής. Ερωτεύεται βαθιά τη Λουίζ και προσπαθεί να κάνει τα πάντα για να την προστατεύσει. Η Λουίζ όμως είναι πιο ριψοκίνδυνη και μπαίνει στην Αντίσταση. Προσπαθεί να την προστατεύσει, αλλά ταυτόχρονα να την περιορίσει. Ως άντρας της εποχής και φοβισμένος αρκετά για το τι θα γίνει, αυτό κάνει αρκετά σύνθετη τη σχέση τους. Η καμπύλη του χαρακτήρα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα για μένα γιατί έχει και φως και σκοτάδι αρκετά έντονα και παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στα γεγονότα και το μυστήριο αυτό.
Στη σειρά το παρελθόν και το παρόν μπλέκονται. Εσύ πιστεύεις ότι το παρελθόν καθορίζει απόλυτα το ποιοι είμαστε στο παρόν ή μπορούμε να του ξεφύγουμε;
Με τη λογική ότι είμαστε οι πράξεις μας και όχι οι σκέψεις μας. Γιατί πολλές φορές οι ενοχές μάς κατακλύζουν για πράγματα που απλώς σκεπτόμαστε κι είναι μια πολύ σημαντική διαφοροποίηση που πρέπει να έχουμε μέσα μας όταν κάνουμε μια αποτίμηση των πράξεών μας και όχι των σκέψεών μας. Φυσικά και σε καθορίζει το παρελθόν αν θεωρήσουμε ότι οι πράξεις που έχουμε κάνει τότε χτίζουν τη ζωή μας. Ομως πιστεύω πολύ στις δεύτερες ευκαιρίες και πολλοί άνθρωποι έχουν καταφέρει να αλλάξουν τον ρου της ζωής τους δραματικά. Δεν είναι ότι φυσικά κάποιες πράξεις μπορούν να γυρίζουν πίσω. Ομως για τα καθημερινά που οι περισσότεροι άνθρωποι ζούμε, πιστεύω ότι, ναι, πρέπει να κοιτάμε μπροστά και να μην κολλάμε στο παρελθόν κι απλά να βάζουμε μια ταφόπλακα πάνω μας, για τις αμαρτίες ή τα τραύματα του παρελθόντος. Η ζωή πάει μόνο μπροστά.
Στη σειρά επίσης το απαραίτητο φως της αλήθειας συγκρούεται με το σκοτάδι των μυστικών. Θεωρείς ότι υπάρχουν αλήθειες που καλύτερα είναι να μην έρχονται ποτέ στο φως;
Μπορώ να δεχθώ το κάπως συμφωνημένο σκοτάδι. Kάποιες αλήθειες μπορεί να πονέσουν τον άλλον, αλλά δεν τον αφορούν ή δεν έχουν νόημα γι’ αυτόν. Ξέρω ότι πολλοί άνθρωποι το κάνουν αυτό και πολλά ζευγάρια, και τους βοηθάει στην επιβίωσή τους. Ομως υπάρχουν αλήθειες οι οποίες δεν μπορούν να μένουν στο σκοτάδι και δεν πρέπει να μένουν στο σκοτάδι. Ανθρωποι που τραυματίζουν ανεπανόρθωτα ο ένας τον άλλον, που έχουν χρησιμοποιήσει την εξουσία τους για να το κάνουν. Αυτά τα πράγματα πρέπει να βγαίνουν στο φως. Είναι απαραίτητο να βγαίνουν στο φως. Με όλα τα κινήματα που πολλές φορές φάλτσα, αλλά παρ’ όλα αυτά δικαίως βγήκαν τα τελευταία χρόνια μπροστά, αυτός είναι ο στόχος. Να μη μένουν πράγματα τέτοια στο σκοτάδι. Παρ’ όλα αυτά, ταυτόχρονα ζούμε σε τρομερά σκοτεινούς καιρούς, όπου με την προκάλυψη της ευθύτητας και μιας αγενούς ειλικρίνειας πολλά πράγματα περνάνε και για μένα είναι τρομερά φασιστικά.
Και ο ήρωάς σου στο θεατρικό έργο «Festen», όπου επίσης παίζεις, βγάζει τα πάντα στο φως.
Ω, ναι! Ο ήρωάς μου στο «Festen» έρχεται σε μια οικογενειακή γιορτή, τα γενέθλια του πατέρα του, του πατριάρχη της οικογένειας, για να φέρει στο φως την αλήθεια τη δική του και της αδελφής του. Το τραύμα του είναι τόσο μεγάλο που δεν θα το έκανε αν η αδελφή του δεν πέθαινε τρεις μήνες νωρίτερα. Αυτό τον έσπρωξε να αποκαλύψει την αλήθεια και να διεκδικήσει μια δικαίωση την οποία επιλέγει να κάνει δημόσια, πιθανά γιατί δεν μπορεί ιδιωτικά. Σίγουρα η έκθεση της αλήθειας δημόσια έχει άλλη αξία. Είναι ένα έργο που αγαπάω πάρα πολύ, ήθελα χρόνια να το κάνω κι εγώ κι ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος που το σκηνοθετεί, και είναι μια πολύ ευτυχής συγκυρία το ότι καταφέραμε να το κάνουμε με τους όρους που θέλαμε, με μια πρωτοτυπία και με μεγάλα ρίσκα, με μια αναζήτηση της αλήθειας πολύ μεγάλη. Είναι πολύ όμορφη συγκυρία το ότι κατάφερε αυτό να βρει ανταπόκριση τόσο μεγάλη στον κόσμο.
Σε μια εποχή που όλα συζητιούνται πιο ανοιχτά, γιατί το «Festen» παραμένει τόσο σοκαριστικό για το κοινό;
Δεν συζητιούνται όλα πιο ανοιχτά. Αυτό είναι επιφανειακό κατά τη γνώμη μου. Οπως όλες οι πολύ γρήγορες λύσεις στα πράγματα, όλα τα πολύ φωναχτά συνήθως παραμένουν επιφανειακά. Δεν εννοώ ότι δεν είναι απαραίτητα για να πάμε μπροστά. Κινήματα όπως το #MeToo ήταν απαραίτητο να συμβούν και καλό θα ήταν να συνεχιστούν. Αλλά την ίδια στιγμή βιώνουμε έναν νεοσυντηρητισμό τεράστιο, που έχει δύο κεφάλια αυτή τη στιγμή. Είναι πολύ χαρακτηριστικός στην Αμερική που φέρνει τα πράγματα στον υπόλοιπο κόσμο, ο ακραίος συντηρητισμός, ο οποίος αυτή τη στιγμή κερδίζει και είναι εξουσία και μπορεί απροκάλυπτα να δείχνει τα δόντια του σε όποιον δεν τον βολεύει και δεν του αρέσει. Ταυτόχρονα μπορείς να δεις στην Καλιφόρνια, στην Ανατολική Ακτή, που είναι υποτίθεται πιο προοδευτική, ότι πάμε σε μια πολιτική ορθότητα η οποία είναι νεοσυντηρητική. Δεν μπορούν οι άνθρωποι ούτε να κάνουν χιούμορ με πράγματα. Δεν ξέρουν πώς να μιλήσουν. Ξέρω ανθρώπους που ζούσαν στην Αμερική και μετακομίζουν πίσω στην Ευρώπη γιατί δεν αντέχουν άλλο αυτή την καταπίεση. Λένε πως είτε θα τους σκοτώσει στον δρόμο κανένας ακροδεξιός είτε θα τους κάνει cancel κάποιος προοδευτικός. Οπότε δεν θεωρώ ότι είναι τα πράγματα ακριβώς το φως. Εγώ βλέπω πολύ μεγάλο ζόφο γενικά γύρω μας. Τέτοια μυστικά υπάρχουν σε πάρα πολλές οικογένειες δυστυχώς. Το έχω διαπιστώσει παίζοντας στο «Festen» από ανθρώπους που έχουν έρθει και μου έχουν μιλήσει ή που απλά τους έχω δει να σπάνε και να διαλύονται και με κοιτάνε με έναν τρόπο που είναι σαν να μου λένε ότι ξέρουν τι περνάει ο ήρωάς μου. Πάντα έχει νόημα ένα τέτοιο έργο, πόσο μάλλον όταν μιλάει ταυτόχρονα για ταξικά θέματα, ρατσιστικά, φυλετικά, για την πατριαρχία. Μιλάει για πράγματα δηλαδή που μας απασχολούν συνεχώς. Δεν έχουν καθόλου λυθεί και είμαστε αρκετά μακριά από το να λυθούν, πιστεύω.
Στην τηλεόραση τι είναι πιο δύσκολο; Να κάνεις τον κόσμο να γελάσει ή να συγκινηθεί;
Δεν ξέρω. Το δύσκολο είναι να βρεις ωραίες ιστορίες, ωραία σενάρια. Με ωραίους διαλόγους, με αληθινούς τρισδιάστατους χαρακτήρες. Αλλά αυτό ισχύει και για το δράμα και για την κωμωδία. Υπάρχει σαφέστατα ένας κορεσμός αυτή τη στιγμή, γιατί οι πλατφόρμες έχουν δημιουργήσει τέτοια πληθώρα σειρών μικρών και μεγάλων που κυριαρχεί η αίσθηση ότι όλες οι ιστορίες έχουν ειπωθεί, και σε μεγάλο βαθμό ισχύει. Υπάρχει μια φθορά. Ομως, οι βασικοί μύθοι μπορούν να ειπώνονται ξανά και ξανά με άπειρες παραλλαγές και πάντα να ενδιαφέρουν τον κόσμο, αρκεί οι άνθρωποι που τις γράφουν να καταθέτουν κάτι αληθινό, κάτι που γνωρίζουν, νιώθουν πραγματικά, έχουν βιώσει με έναν τρόπο συμβολικό. Να υπάρχει μια βασική ουσία, μια απαραίτητη προαπαιτούμενη σύνδεση με κάποια πράγματα προσωπική, για να μπορείς να μιλήσεις για κάτι που να αφορά τους άλλους πραγματικά. Οπότε όσο προσεγγίζουμε τα πράγματα κοιτώντας μόνο έναν απώτερο σκοπό, την επιτυχία για παράδειγμα, κι όχι την ανάγκη να πεις μια ιστορία που μας αφορά, νομίζω ότι θα πέφτουμε συνέχεια στη λούμπα κακών σεναρίων και ιστοριών. Φυσικά, για αυτό έχουν τεράστια ευθύνη οι άνθρωποι που αποφασίζουν τα προγράμματα στην τηλεόραση, γιατί πρέπει να εκπαιδεύουν τον κόσμο σε καλύτερα πράγματα. Κι εμείς με τη σειρά μας σαν ηθοποιοί δεν μπορούμε να δικαιώνουμε πάντα πράγματα που δεν μιλιούνται και χαρακτήρες που δεν υπάρχουν κι απλά να τους δίνουμε ζωή λες και είμαστε θεοί. Μπορεί να φτάσει μέχρι ένα επίπεδο αυτό το πράγμα. Κάπου όμως τελειώνει και αρκετά ρηχά κατά τη γνώμη μου.