Μεταξύ 2010 και 2011 ο τότε αρχηγός της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς έτρεχε κάθε τόσο στο Ζάππειο για να θεμελιώσει τον αντιμνημονιακό αγώνα μπερδεύοντας το φάρμακο (δηλαδή το μνημόνιο) με την ασθένεια (δηλαδή τη χρεοκοπία). Το 2025 ο Νίκος Ανδρουλάκης αποφάσισε ότι το ένα και μοναδικό ζήτημα της χώρας είναι η απόδοση δικαιοσύνης για το δυστύχημα των Τεμπών, αυτό που ο ίδιος δέχτηκε πως αποτελεί «έγκλημα στο οποίο υπήρξε συγκάλυψη». Ο Σαμαράς άνοιξε τον δρόμο στον Αλέξη Τσίπρα και στον ΣΥΡΙΖΑ: έγινε πρωθυπουργός, έχοντας πάρει στις εκλογές του 2012 το μικρότερο ποσοστό στην ιστορία της ΝΔ (18,85%), αλλά οι κυβερνήσεις του αποδείχτηκαν θνησιγενείς παρά την πατριωτική στήριξη του ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου. Ο Ανδρουλάκης από την πλευρά του βοήθησε στη δημοσκοπική άνοδο της Ζωής Κωνσταντοπούλου υιοθετώντας τη ρητορική της: όσοι το έγκλημα θέλουν να τιμωρήσουν την προτιμούν, καθώς αυτή μίλησε για αυτό πρώτη. Η ομοιότητα του Σαμαρά και του Ανδρουλάκη είναι ότι όταν υιοθέτησαν ατζέντες που ταίριαζαν σε άλλους, ήταν αρχηγοί της αντιπολίτευσης. Η διαφορά είναι ότι ο Σαμαράς κατάφερε για λίγο να γίνει πρωθυπουργός (και με τον τίτλο του πρώην πρωθυπουργού πορεύεται και σήμερα), ενώ είναι κομμάτι αμφίβολο αν ο Νίκος Ανδρουλάκης θα καταφέρει, όχι να γίνει πρωθυπουργός, αλλά να δει το ΠΑΣΟΚ του μέλος ενός σχήματος εξουσίας. Η απάντηση στο γιατί αρχηγοί αντιπολίτευσης κάνουν τέτοια λάθη είναι απλή: η αντιπολίτευση, μετά το 2010, έχει γίνει δύσκολη.
Το 2010 είχαμε μαζί με τη χρεοκοπία και το τέλος του δικομματισμού. Στα χρόνια του δικομματισμού, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (είτε ήταν η ΝΔ, είτε το ΠΑΣΟΚ) έπρεπε απλά να περιμένει τη φυσιολογική φθορά όποιου κυβερνούσε. Οι δυο κομματικοί σχηματισμοί εκκινούσαν από ένα σταθερό 35% και απευθύνονταν σε ένα 10% μετακινούμενων ψηφοφόρων που άλλαζαν στάση ελπίζοντας σε μια καλύτερη διακυβέρνηση – σχεδόν πάντα πιο διαθέσιμη να μοιράσει χρήμα. Από το 2010 δεν υπάρχει χρήμα για μοίρασμα. Η αντιπολίτευση απλά προσπαθεί να καβαλήσει ένα κοινωνικό ρεύμα, που πολλές φορές δημιουργείται ερήμην της: το 2010 ο Τσίπρας π.χ. δεν ήξερε καν τι ήταν το μνημόνιο ώστε να μπορεί να εκφράσει αντιμνημονική ρητορική – έλεγε τότε ότι δεν υπάρχει καν η οικονομική κρίση! Το αντιμνημόνιο (δημιουργημένο από τον Σαμαρά) φούντωσε στις πλατείες των Αγανακτισμένων και ο Τσίπρας απλά καβάλησε το ρεύμα πράττοντας ριζοσπαστικά. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα: το ρεύμα της λαϊκής αγανάκτησης έχει προλάβει να το εκφράσει η Ζωή Κωνσταντοπούλου που για εγκλήματα και ενόχους μιλάει πάντα. Στην πολιτική το ρεύμα ένας το εκφράζει και οι άλλοι είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων άνευρες ντουντούκες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξέφρασε το ρεύμα της Αλλαγής το 1980, ο Τσίπρας το «αντιμνημόνιο» την τετραετία 2012-16, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης το «αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» κάποτε. Δεν υπάρχει ρεύμα του οποίου ηγήθηκαν τρεις (!), για αυτό τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ θα βλέπουν στις δημοσκοπήσεις ποσοστά που τρομάζουν. Ο αντιπολιτευτικός τους λόγος σήμερα πνίγεται.
Είναι παράδοξο αλλά την περίφημη «αλλαγή ατζέντας» αυτή τη στιγμή την έχουν ανάγκη πιο πολύ από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ μπορεί στις επόμενες εκλογές να παίξει το χαρτί του νέου αρχηγού: δεν αποκλείεται. Ο Ανδρουλάκης και ο Φάμελλος, αν συνεχίσουν έτσι, θα μείνουν εκτός κάδρου. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήδη δεν τους βλέπει. Αν κάτι θα έπρεπε να την ανυσυχεί είναι μην προκύψει το «κόμμα των Τεμπών» της Μαρίας Καρυστιανού. Σήμερα αυτή το αρνείται. Αλλά θα ‘ναι παράδοξο να μην το δούμε όταν ο αντισυστημισμός φουντώνει…