Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να πουν στον Τραμπ ότι δεσμεύονται να αναλάβουν την πρωταρχική ευθύνη της άμυνάς τους, ζητώντας του να τους δώσει χρόνο, να μειώσει τις αμερικανικές ικανότητες μόνο καθώς η Ευρώπη αυξάνει τις δικές της, να μην τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια τους, δηλώνει στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο Ιβο Ντάαλντερ, βαθύς γνώστης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ.
«Οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να αναλάβουν την πρωταρχική ευθύνη για την άμυνα και την ασφάλειά τους εντός του πλαισίου της διαντλαντικής σχέσης και του ΝΑΤΟ γιατί η Ευρώπη δεν έχει τα εργαλεία για τη δημιουργία μιας ξεχωριστής αμυντικής δομής εκτός του ΝΑΤΟ» δηλώνει ο κ. Ντάαλντερ, ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης «Μια νέα διατλαντική συμφωνία: η υπόθεση για την οικοδόμηση ενός ισχυρού ευρωπαϊκού πυλώνα», που εκπονήθηκε υπό το Belfer Centre του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Κατά τον αμερικανό ειδικό και απερχόμενο πρόεδρο του Chicago Council on Global Affairs, η Ευρώπη θα πρέπει:
Πρώτον, να αυξήσει τη συνολική της αμυντική δαπάνη σε 3% του ΑΕΠ ή και ακόμη περισσότερο.
Δεύτερον, να αντικαταστήσει τους 20.000 στρατιώτες που στάλθηκαν από τις ΗΠΑ σε Ρουμανία και Πολωνία μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εντός της τρέχουσας χρονιάς.
Τρίτον, να δεσμευτεί να καλύψει το 70%-80% της απαίτησης δύναμης εντός του ΝΑΤΟ για την εφαρμογή των περιφερειακών αμυντικών σχεδίων. «Θα υπάρξει συμφωνία για νέα απαίτηση δυνάμεων στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, αλλά οι ΗΠΑ καλύπτουν κάπου στο 50%» επεξηγεί.
Τέταρτον, η Ευρώπη θα πρέπει να αυξήσει την εκπαίδευση, κινητικότητα, ετοιμότητα των δυνάμεων, να προετοιμαστεί για γρήγορες μετακινήσεις στρατιωτικών δυνάμεων προς ανατολικά.
Πέμπτον, να ξεκινήσει η απόκτηση των ικανοτήτων που χρειάζονται τα ευρωπαϊκά κράτη για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις χωρίς να στηρίζονται πλήρως στις ΗΠΑ.
«Ο Τραμπ δεν καταλαβαίνει το ΝΑΤΟ»
«Αλλά και οι ΗΠΑ έχουν ευθύνες. Η πιο σημαντική είναι να παραμείνουν δεσμευμένες στη διατλαντική συμμαχία. Μια αποχώρηση των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε κατάρρευση το ΝΑΤΟ όχι ως Βορειοατλαντική Συνθήκη αλλά ως οργανισμό. Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε έναν χρόνο μετά την υπογραφή της Συνθήκης, με τις ΗΠΑ να παίζουν τον κομβικό ρόλο εσκεμμένα. Αν οι ΗΠΑ αποσυρθούν από το ΝΑΤΟ, η Συνθήκη θα παραμείνει άθικτη, αλλά αν αποσυρθούν γρήγορα, η ικανότητα του ΝΑΤΟ ως οργανισμού να λειτουργεί αποτελεσματικά θα υπονομευθεί σημαντικά. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση ο οργανισμός, η δομή, οι κανόνες και οι διαδικασίες του παρέχουν ένα πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί η Ευρώπη να αναλάβει ευθύνη για την άμυνά της. Το επιχείρημα εντός της ΕΕ ότι η Ευρώπη πρέπει να έχει τη δική της ξεχωριστή δομή, να έχει στρατηγική αυτονομία δεν θα λειτουργήσει εκτός ΝΑΤΟ. Η πρόκληση είναι να δώσουν οι ΗΠΑ στους Ευρωπαίους χρόνο. Αν δεν δώσουν χρόνο, θα είναι αρκετά χαοτικό» λέει ο Ντάαλντερ. «Ο Τραμπ δεν καταλαβαίνει το ΝΑΤΟ αλλά οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να του πουν ότι “δεσμευόμαστε να κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να αναλάβουμε την πρωταρχική ευθύνη της άμυνάς μας, αλλά πρέπει να μας δώσετε χρόνο, αποσύροντας και μειώνοντας τις δικές σας ικανότητες μόνο καθώς εμείς, οι Ευρωπαίοι, αυξάνουμε τις δικές μας. Μην τραβήξετε το χαλί κάτω από τα πόδια μας”» τονίζει.
Θεωρεί ότι οι ΗΠΑ θα παραμείνουν χρήσιμες στο ΝΑΤΟ καθώς, πρώτον, υπάρχει σημαντικό όφελος η ανώτερη δομή διοίκησής του να διευθύνεται από Αμερικανούς παρά από Ευρωπαίους. «Θα υπάρξει διαφωνία μεταξύ των Ευρωπαίων για το ποιος θα είναι ο στρατηγός, ενώ οι ΗΠΑ θα παραμείνουν η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη ανάμεσα στους νατοϊκούς συμμάχους» επεξηγεί. Δεύτερον, οι ΗΠΑ έχουν ικανότητες που για την Ευρώπη θα είναι πολύ δύσκολο να αντικαταστήσει. «Κατ’ αρχάς όσον αφορά το σύστημα πληροφοριών. Οι ΗΠΑ δαπανούν 70-80 δισ. δολάρια τον χρόνο σε αγορές συστημάτων πληροφοριών, που θα είναι δύσκολο να αντικατασταθούν. Δεύτερον και πιο σημαντικό, έχουν πυρηνικά όπλα. Ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ είπε στις αρχές Φεβρουαρίου ότι η Ευρώπη πρέπει να έχει ευθύνη για τη συμβατική της άμυνά της, δεν είπε ότι πρέπει να έχει ευθύνη για την πυρηνική της άμυνα. Είναι προς όφελος και των δύο να παραμείνουν οι ΗΠΑ εμπλεκόμενες στην πυρηνική άμυνα της Ευρώπης» λέει. Οσον αφορά την αγορά όπλων από τις ΗΠΑ, εκτιμά ότι θα χρειαστεί χρόνος και θα κοστίσει περισσότερο το να μειώσει η Ευρώπη την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ, διότι δεν παράγει τέτοιο εξοπλισμό. «Αγοράζοντας τα ευρωπαϊκά κράτη F-35 “αγόραζαν” τις ΗΠΑ στην Ευρώπη. Αλλά αν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν, η Ευρώπη πρέπει να περιορίσει τους κινδύνους (derisk) από τις ΗΠΑ. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει αποσύνδεση» τονίζει, ενώ όσον αφορά την ειρηνευτική δύναμη στην Ουκρανία, εκτιμά ότι «ο μόνος τρόπος είναι να αποτελέσει νατοϊκή επιχείρηση».
Σχετικά με το ζήτημα της συμμετοχής τρίτων χωρών στην προμήθεια των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών, εκτιμά ότι υπάρχει όφελος. Επισημαίνει όμως ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ χωρών όπως η Νορβηγία και της Τουρκίας. «Δεν θα ήθελε κανείς να στηρίζεται πλήρως στις ικανότητες της Τουρκίας, αλλά έχουν πολύ καλά drones, γιατί να μην τα αγοράσει η Ευρώπη;». Κατά την άποψή του, το ζήτημα αυτό είναι ευρύτερο. «Δεδομένου του ότι οι ΗΠΑ θα παίζουν σημαντικά μικρότερο ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, η σχέση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ πρέπει να αντιμετωπιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει μια σοβαρή προσπάθεια να ξεπεραστεί το τουρκικο-ελληνικό-κυπριακό ζήτημα όταν πρόκειται για θεσμικές ρυθμίσεις. Ενας τρόπος για να σκεφτεί κανείς την τουρκική συμμετοχή στις προμήθειες της ευρωπαϊκής άμυνας είναι να χρησιμοποιηθεί ως αντάλλαγμα για να ενισχυθεί ο ρόλος της Κύπρου εντός του ΝΑΤΟ. Να αρθούν τα αμοιβαία βέτο ώστε ΕΕ και ΝΑΤΟ να συνεργαστούν, διότι είναι ζωτικής σημασίας για να διατηρηθεί ένα βιώσιμο ισχυρό ΝΑΤΟ στο οποίο ο ηγέτης δεν είναι πλέον οι ΗΠΑ. Είναι βασική προϋπόθεση για το μέλλον». Οσον αφορά τον ρόλο των ΗΠΑ σε περίπτωση μιας κρίσης στο Αιγαίο, εκτιμά ότι «υπό την παρούσα κυβέρνηση οι ΗΠΑ δεν θα παίξουν τον ίδιο διαμεσολαβητικό ρόλο που έπαιζαν στο παρελθόν. Δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Τραμπ αντιλαμβάνεται τον ρόλο των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι οι ευρωπαίοι παίκτες πρέπει να είναι σε θέση να παίξουν τον ρόλο αυτόν. Μπορεί ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, παρότι παραδοσιακά δεν το επιθυμεί, ή μεμονωμένοι ηγέτες στην ΕΕ».